Μια μάννα είχει τρείς κόρες,τα’ είχεν αρρωστήσει.Εκάλεσε λοιπό τη bρώτη κόρη να πάη για να τη περιποιηθή. Αλλ’αυτή έφαινε τσαί είπε πως δε bορώ να πάω, άς πάη η άλλη. Η μάννα τζη τση καταράσθη να ‘φαίνη τσαί να μη ξεφαίνη ποτέ τα’έγινεν η αράχνη.Ειδοποιά τη δεύτερη. Αυτή πάλι εζύμωνε τσαί δε ‘bορούσε να πάη. Τότε της καταράσθη η μάννα να σηκώνη τη σκάφη σε όλη τη ζήσι στη bλάτη, τσ’ έγινεν η χελώνα. Ειδοποιά τη Τρίτη κόρη τσ’αυτή μόλις τα’άκουσε έτρεξε αμέσως να περιποιηθή τη μητέρα. Η μητέρα της ευχήθη τότε ό,τι πιάνει να γίνεται μέλι τσάι η κοπριά τζη να χρησιμοποιήται ‘ς τσι εκκλησιές.Έγινεν’ η μέλισσα.
Τόπος Καταγραφής
Νάξος, ΔαμαλάςΧρόνος καταγραφής
1959Πηγή
Λ. Α. αρ. 2303, σελ. 217-18, Στεφ. Ημέλλου, Νάξος, (Δαμαλάς), 1959Συλλογέας
Ευρετήριο και είδος πηγής
2303, Αρχείο χειρογράφωνΤύπος τεκμηρίου
ΠαραδόσειςTEXT