Ο ανυφαντής είναι ευλογημένο οζό,για κεπνά είναι αμαρτία να τόνε σκοτώνουνε, Οντόν ήτονε ο Χριστός στον κόσμο του εζυγώνανε μέσα σε μια ματζδούρα ωστό να χωστή ο χριστός εμαζωχτήκανε όλοι οι-γι-ανυφαντήδες κι εκάμανε ένα πανί στην πόρτα τα’αχιριού.Ωστόσο φτάνουν κι οι-γι-Οβραίοι θωρούν την αράχνη και δεν εσιμώσανε καθόλου γιατ’είπανε :Δεν είν’αυτός επαδό.Ντα δε θωρείτε πως η πόρτα φραμένη με αράχνες ; (ανυφαντής=αρ’αχνη, ματζαδούρα=φάτνη, αχιριού=στάβλου)
Place recorded
Κρήτη, Λασίθι, ΛατσίδαRecording year
1937Source
Αρ. 1105, σελ. 296, Μ. Λιουδάκι, Κρήτη, Λατσίδα, 1937Collector
Source index and type
1105, Αρχείο χειρογράφωνItem type
ΠαραδόσειςTEXT