Ο βοσκός και ο Φλεβγάρις
Μια βολά ήτο ένας βοσκός κι είχε πρόβατα και (αι)γίδια. Εγεννήσα τα σφαχτά του κι έκαμα ερνιά και ρίφια κι΄ο βόσκος είχε το μπελά [ως θα τα ξεχειμωνιάση. Ήρτε ο Γεννάρις κι ο Φλεβγλάρις κι' επέρασαν χωρίς πολλές κακοκαιρίες και χιόνια. Σαν είδεν ο βοσκός πως ο Φλεβγάρις ήτο πλιό στη τελευταία του μέρα που θα κημέρωνε ο Μάρτις κι' ο καλός καιρός, εξεθαρρεύτη κι εκαυχήστη κι' είπε ; “Δε σε φοβούμαι κουτσοφλέβγαρε και τ' αρνιά μου μεγάλωσα και τα ρίφια κεράτωσα”. Σαν τα κουσε ο Φλεβγάρις εθύμωσε και τη βραδειάν εκείνη έκαμε κατακλυσμό κι επήρε όλα τ' αρνόριφα του βοσκού και του 'πνιξε κι όλες τοις μάνες τως. Από την πολλή βροχή επλήμμαρε το μητάτο του βοσκού και δεν είχε μέρος στεγνό να στάθη. Τότες από την απορπισία του εχώθη αποκάτω 'πο το καζάνι και φώναξε : “Κύριε 'λέησο Φλεβγάρι κι' εις το χάρκωμα με βάλλεις”;
Τόπος Καταγραφής
ΚάρπαθοςΧρόνος καταγραφής
1934Πηγή
Μ. Γ. Μιχαηλίδου Νουάρου, Λαογραφικά σύμμεικτα Καρπάθου, 1932 – 1934, σελ. 236 - 237, αρ. ΒΣυλλογέας
Ευρετήριο και είδος πηγής
Λαογραφικά σύμμεικτα Καρπάθου, ΒιβλίοΤύπος τεκμηρίου
ΠαραδόσειςTEXT