Τση Γ'γιας του πήδ'μα
Ήdο μια βολά έν' αdρόγυνου κι κάdαν στη Σκαμνιούδα. Πιάσανε παγώνιες πολλές κι είπανε να κατέβνε στα Λάψαρνα στ' bόχη. Ποίκε τότες μεγάλη παγωνιά κι για τούτο κατέφ΄κανε κεί. Είχι dάμι κι αρμέγανε. Κι είχε καζάνια κι bακίρια. Ψοφήσανε τα μ'σα τ' αρνιά. Σηκωσέ το καζάνι η γ'γιά κι ήβαλε καμμιά πιμηνταριά π' απόμνανε, κι ήbε κι η γίδια ποκάτ'. Πέρασε καιρός, ήβγι πιά γήλιος και πιάσε καλωσύν'. Σήκωσε η γ'γιά το καζάνι να βγούνι τα γίδια να βοσκήσ΄νι. Το βράδυ πιάσαν να τ' αρμέξ΄νε. Παίρνουν το γάλα και το φέρνουν στη Σκαμνούδα. Περνούσαν απ' το μέρος που λέμε τώρα “της γ'γιας το πήδ'μα”. “Ήdο πλάκα κι απ' έδωνα μέχρι κεί πέρα ήdο ένα bουdλούμ' πολύ βαθύ. Πήγι να πιράσ' η γριά κι ήπεσε μέσα με τα καρδάρια μαζί. Ήdο και τα καρδάρια βαρειά, έκανε και κρύο, γι' αυτό έπεσε. Από τότες είπανε “της γ'γιάς το πήδ'μα” πειδής δε bόρεσε να το π'δηξη. [Σκαμνιούδα = βουνό στα Β. Της περιοχής, bόχη = ακρωτήρι στη θάλασσα, bουdλούμ' = Σπηλαιλωδες κενόν άνωθεν της θαλάσσης].
Τόπος Καταγραφής
Λέσβος, ΤελώνιαΧρόνος καταγραφής
1940Πηγή
Αρ. 1446 Α, σελ. 315, Δ. Λουκάτος, Λέσβος, Τελώνια, 1940Συλλογέας
Ευρετήριο και είδος πηγής
1446 Α, Αρχείο χειρογράφωνΤύπος τεκμηρίου
ΠαραδόσειςTEXT