Εμφάνιση απλής εγγραφής

dc.contributor.authorΚυκκώτης, Ι. Κ.
dc.coverage.spatialΚύπρος
dc.date.accessioned2016-01-15T11:07:23Z
dc.date.available2016-01-15T11:07:23Z
dc.date.issued1954
dc.identifier.urihttp://hdl.handle.net/20.500.11853/293399
dc.languageΕλληνική - Διάλεκτος - Κυπριακή
dc.language.isogre
dc.rightsΑναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα 4.0 Διεθνές
dc.rights.urihttps://creativecommons.org/licenses/by-nc-nd/4.0/deed.el
dc.titleΤο Μηλικούρι είναι χωριό της Μαραθάσας και βρίσκεται τρια μίλια στα νότια του Μοναστηριού του Κύκκου. Στα βόρεια του χωριού αυτού είναι μια τοποθεσία με αποτόμους κοκκινωπούς βράχους, ο κοκκινόγκρεμος. Πολλές και παράδοξες ιστορίες λέγονται γι' αυτό το χωριό. Για το πώς κτίσθηκε, για μυθικούς θησαυρούς που βρίσκονται στα γύρω μέρη και χίλια δυό άλλα πράγματα. Μια απ' όλες αυτές είναι και η πάρα κάτω παράδοση, που μου τη διηγήθηκε ένας πολύ γέρος θείος μου. Μια φορά ένας άνθρωπος που κατοικούσε στο χωριό αυτό, κατέβαινε με το ζώο του, ξημερώματα Κυριακής, από το βουνό. Ο δρόμος που έπρεπε να περάση πέρναγε δίπλα από τον κοκκινόγκεμο. Σαν έφτασε εκεί καθισμένος πάνω στο γαϊδούρι του, ακούει ξάφνου νάρχωνται από το μέρος του γκρεμού γλυκειές ψαλμωδίες. Στάθηκε για να ακούση καλύτερα κοιτάζοντας προς τα εκεί. Δε γελάστηκε. Άκουε τώρα καθαρά να ψάλλουν το “Χριστός Ανέστη”. Ύστερ' από λίγο είδε στη μέση του γκρεμου ένα λαμπρό φώς. Έδεσε το ζώο του και από περιέργεια πήγε να δή τι ήταν. Το φως αυτό έβγαινε από μια σπηλιά. Προχώρησε λίγο μέσα. Μα ο φόβος τον έκαμε να σταθή, γιατί τη στιγμή εκείνη άκουσε πάλι τις γυναικίες φωνές. Κοίταξε παντού, μα πουθενά ψυχή. Πήρε πάλι θάρρος και προχώρησε. Σαν βρέθηκε στο βάθος της σπηλιάς στάθηκεν εκστατικός μπροστά σ' ένα εκθαμβωτικό θέαμα. Από ψηλά στην οροφή κρεμόνταν από ασημένιους γάντζους χρύσες καντήλες, πλουμισμένες με πολύτιμα πετράδια. Γύρω στους τοίχους ήσαν εικόνες καλοκαμωμένες. Στη μέση πάνμω σε μαλαματένιο θρόνο βρισκόταν χρυσή εικόνα της Παναγίας. Και πίσω η αγία Τράπεζα στολισμένη με ωραία χρυσοκέντητα ρούχα. Οι στυροί, τα εξαπτέρυγα και το ευαγγέλιο που ήσαν πάνω σ' αυτήν όλα χρυσά και αστραφτερά. Εδώ κι εκεί χρυσά και ασημένια σκέυη ήσαν τοποθετημένα κανονικά σαν από χέρι ανθρώπου. Όλα υπήρχαν εκεί μέσα για να στολισθή πλούσια μια εκκλησία. Όταν ο άνθρωπος γύρισε στον εαυτό του σαν από έκστατικό όνειρο, κοίταξε ακόμα για μια φορά να βρή τους γλυκόφωνους ψάλτες. Μάταιος όμως κόπος , ψαλμωδίες και ψάλτες, όλα έσβησαν με τον ερχομό του. Μόνο το λιβάνι γιόμιζε από μυρουδιά τη μύτη του. Όλα αυτά γίνανε μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα, ο φτωχός αυτός άνθρωπος σκέφτηκε πως, αν έπαιρνε ότι πορούσε από τα ωραία εκείνα πράγματα, γρήγορα θα γινόταν πλούσιος. Άρχισε λοιπόν να παίρνη ότι ήταν καλό κι ωραίο. Αφού πήρε όσα μπορούσε, τα φόρτωσε όλα στο ζώο του και πήρε ευχαριστημένος τον δρόμο προς το χωριό. Όταν προχώρησε λίγο, νόμισε πως θα ήταν καλό, άν έπαιρνε και το ευαγγέλιο, για να το χαρίση στην εκκλησία. Στράφηκε λοιπόν πίσω μπήκε στη σπηλιά και το πήρε. Όταν θέλησε να βγή ήταν πια αργά, γιατί το στόμιο της σπηλιάς είχε κλείσει. Κοίταξεν απεγνωσμένα, πάλαθιψε σκληρά να βρή από κάπου μέρος να βγή, μα όλες οι προσπάθειες του πήγαν στα χαμένα, πουθενά έξοδος, ούτε μια σχισμή. Με βαρειά λύπη στην ψυχή πήγε και γονάτισε μπροστά στο εικόνισμα της Παναγίας. Την παρακαλούσε με καφτά δάκρυα και σπαραγμούς να τον βοηθήση να βγή. Ξάφνου ακούει μια γλυκειά φωνή να του λέη. “Δεν μπορείς πια να βγής από δώ μέσα η σπηλιά δε θανοίξη, παρά μόνον όταν περάσουν εφτά χρόνια. Μη φοβάσαι όμως. Άκουσε την προσευχή σου ο Θεός και μέχρι τότε θα ζήσης και θα πάς στο χωριό σου”. Με τα θεϊκά αυτά λόγια πήρε θάρρος. Σηκώθηκε από τα γόνατα, σπόγγισσε τα βουρκωμένα του μάτια και κάθισε. Και ω του θαύματος. Ένα φρέσκο ρόδι βρέθηκε μπροστά στα πόδια του. Το πήρε με την λαχτάρα πεινασμένος και τόφαγε. Κάθε μέρα ένας άγγελος, που δεν μπόρεσε να δή, τούφερνε ένα ρόδι. Με την τροφή αυτή αυτός έμεινε στη ζωή μέχρι που συμπληρώθηκαν τα εφτά χρόνια και άνοιξε πάλι η σπηλιά. Τη μέρα αυτή άκουσε πάλι την ίδια εκείνη γλυκειά ουράνια μελωσία που άκουσε πριν από εφτά χρόνια την ίδια μέρα.
dc.typeΠαραδόσειςel
dc.description.drawernumberΠαραδόσεις Ι΄- ΙΕ΄
dc.relation.sourceΙ. Κ. Κυκκώτη, Κύπρος, Μαθητική Εστία, έτος Δ, (1954), αρ. 11, σελ. 87
dc.relation.sourceindexΜαθητική Εστία, Δ
dc.relation.sourcetypeΠεριοδικό
dc.description.bitstreamD_PAA_02128w, D_PAA_02128w2, D_PAA_02128w3
dc.subject.legendtitleΟ Θησαυρός της σπηλιάς του Κοκκινόγκρεμου
dc.subject.legendΠαράδοση ΙΑ
edm.dataProviderΚέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνώνel
edm.dataProviderHellenic Folklore Research Center, Academy of Athensen
edm.providerΚέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνώνel
edm.providerHellenic Folklore Research Center, Academy of Athensen
edm.typeTEXT
dc.coverage.geoname146669/Κύπρος


Αρχεία σε αυτό το τεκμήριο

ΑρχείαΜέγεθοςΤύποςΠροβολή

Δεν υπάρχουν αρχεία που να σχετίζονται με αυτό το τεκμήριο.

Αυτό το τεκμήριο εμφανίζεται στις ακόλουθες συλλογές

  • Παραδόσεις
    Παραδόσεις ή θρύλοι λέγονται οι λαϊκές προφορικές διηγήσεις που συνδέονται με συγκεκριμένους τόπους, χρόνους και χαρακτήρες, και θεωρούνται αληθινές.

Εμφάνιση απλής εγγραφής

Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα 4.0 Διεθνές
Εκτός απ 'όπου διευκρινίζεται διαφορετικά, η άδεια αυτού του τεκμηρίου περιγράφεται ως Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα 4.0 Διεθνές