Η Κατωγιώτ'σσα
Η Παναΐα η Κατωγιώτ'σσα που 'ναι κάτω απ' το ηγουμενείο, είταν πρώτα κατώι. Κάθε φορά που μπαίναν οι καλόγριες, βλέπαν ένα φωσάκ'. Το μεσημέρ' πάλ' βλέπαν απ' τη dραπεζαρία π' έτρωγαν όλες μαζί, μιάν άλλ' καλόγρια, ξέν' να βγαίν' απ' το κατώι κ' ήστεκεν εκεί μοναχή τ'ς, μ' ένα θυμιατό στο χέρ'. Λένε, “Κάτι τρέχ' εκεί. Δεν πάμε να δούμε; Κι ηύραν μια εικόμα στον τοίχο ζωγραφισμέν', που τνε πήκαν Κατωγιώτ'σσα επειδή βρέθ'κε στο κατώι. Καθάρισαν λοιπόν το κατώι και βάλαν κι ένα καντηλάκ' να καίει. Ένα βράδ' άκουσ' η ηγουμέν' το πάτωμα κια κτ'πούσε. “Είdα να ναι”, Κατεβαίνουν κ' είταν το καντληλ' σβηστό. Από τότε κάθε φορά που σβήν' το καντήλ', κτ'πά η Παναΐα για ειδοποίησ'. Θέλ' να το 'χούμε πάντοτ' αναμμένο. (Ηγουμενείο = Στο μοναστήρι του Κεχροβουνιού).
Τόπος Καταγραφής
ΤήνοςΧρόνος καταγραφής
1971Πηγή
Αλέκου Ε. Φλωράκη, Τήνος, Αθήνα, 1971, σελ. 404, αρ. 29Συλλογέας
Ευρετήριο και είδος πηγής
Τήνος, ΒιβλίοΤύπος τεκμηρίου
ΠαραδόσειςTEXT