Τ' Άη Θανάσ' η σπλιά. Από τους θρύλλους
Είναι χρονώ δλειά κι δε τνε θμούμαι. Δε θμούμαι τι καιρό είχε έρτ' ο Άη Θανάσς στο Γάνο. Είχε και τροπάρ τώρα “εν τω όρει Γάνω” κι αυτό δι το θμούμαι. Κάdανε σε μια σπλιά κάτ’ στο Πλατάν. Διάβαινε απ’ το χωριό γιατί τον φώναζαν στη Πόλη, μα δεν έμνησκε. Τσούπ! Ξανάρτεν πάλε στο χωριό και χώντανε μέσ’ τη σπλιά τ’. Κ’ εγώ ακουγής πως τη τελευταία πιά βολά μι το ξεγέλασμα τον πήγαν στην πόλη κ είδανε κ’ πάθανε μι το ζόρ να τόνε βάννα τη λάρνα… να δί το ξαίρω να το πώ καλά τίνιας το λένι, μα θαρρώ είτανε ένα αγιότικο πράμμα που τόνι dαγιάντσε κ’ έκατσε πιά στην πόλη κι πέθανε εκεί. Η σπλιάτ’ είνε στο Πλατάν σ’ ένα αμπέλι μας κοdά. Πάγαινα γω η καϋμένη με τ’ν Άννα τ’ Μπεταζάκαινα, με τα ζά, ατές μας πηγαίναμε, γιατί άλλ’ φοβούdανε, δι ξέρω γιατί. Από καμμιά βολά έτρεχαν και τα παιδιά καταπόδ’ μας για να τα πάρουμε μαζύ. Dαγιάντισε = στηρίχθηκε
Τόπος Καταγραφής
Θράκη, ΓάνοςΠηγή
Γιαννακούλια, Θρακικά, τόμος Α, Γάνος, σελ. 218Συλλογέας
Ευρετήριο και είδος πηγής
Θρακικά, Α, ΠεριοδικόΤύπος τεκμηρίου
ΠαραδόσειςTEXT