Βούννου, βούννου δουλαππάτζιμ μου να κάμω το νημάτζιμ μου: (παμπάτζιμ μου να κάμω το νημάτζιμ μου (:παπάτζιμ μου) να πα να κατουρήσω ορέ λοή. Η παροιμία κατά την παράδοσιν οφείλεται εις το εξής: Κάποτε ένα κορίτσι που έκαμνε την νύκτα «δουλάππιν» διέκρινε κάτω από τον σοφά τα ποδάρια ενός κλέπτου. Αντί να φωνάξη, ήρχισε να τραγουδά ως άνω, με δυνατήν φωνήν, εώς ότου εξυπνήσας ο αδερφός της, ήλθε και ηρώτησε τι συμβαίνει. Αυτή του έδειξε τον κλέπτην και τον εβοήθησε να τον συλλάβη. Η παροιμία λέγεται δι’ όσους περίτρομοι προσπαθούσι να κρύψωσι τον φόβον τους. Υπάρχει όμως και άλλη παράδοσις (Πεδουλάς). Υπήρχε κάποιος Τρίμματος, ανθρωποφάγος. Εις τον Καλαπαναγιώτην μια γυναίκα την ώρα που επλάγιασε είδε κάτω από το στρώμαν της τον τρίμματον, και αντί να πλαγιάση εκάθησε πάλιν εις το δουλάππιν της τραγουδούσα δυνατά.
Τόπος Καταγραφής
ΚύπροςΧρόνος καταγραφής
1940Πηγή
Ν. Γ. Κυριαζή, Κυπριακαί παροιμίαι, εν Λάρνακι, 1940, σελ. 96Συλλογέας
Ευρετήριο και είδος πηγής
Κυπριακαί παροιμίαι, ΒιβλίοΤύπος τεκμηρίου
ΠαραδόσειςTEXT