Τον παλαιό καιρό τσι γέροι τσοι χώνανε (=έκτιζαν) μεσ’ στον τρόχαλο γιατί εζούσανε πολλά χρόνια κ’ ήσανε βαρετοί. Ένας τον αγαπούσε τον πατέρα του και τον έβαλε στον τρόχαλο αλλά δεν τον άφηκε να ποθάνη και τον πάαινε να τρώη. Έτυχε η μέρα τση Λαμπρής να πέση την ημέρα του Ευαγγελισμού. Ανεστήσανε αλλά δεν εξημέρωνε ο Θεός. Παίρνει το παιδί φαεί της Λαμπρής και το πάει στον πατέρα του που τον είχε στον τρόχαλο για να πασκάση κι’ αυτός. Ρωτά τον πατέρα του: Γιατί πατέρα απόψε δεν ξημερώνει; Ανεστήσαμε αλλά δεν ξημερώνει η μέρα.» Λέει ο πατέρας «Ευαγγελίσατε;» Λέει: «Όχι!.» - Να πας να πης να βαγγελίσουνε για να ξημερώση, αλλιώς δεν ξημερώνει.» Από τότες είπανε απού δεν έχει γέρο να αγοράζη. Κι’ από τότες δεν εξαναβάλανε γέρο στον τρόχαλο (=τοίχο).
Place recorded
ΜήλοςRecording year
1959Source
Λ. Α. αρ. 2304, σελ. 362 – 3, Γ. Κ. Σπυριδάκη, Μήλος, 1959Collector
Source index and type
2304, Αρχείο χειρογράφωνItem type
ΠαραδόσειςTEXT