Αναζήτηση
Αποτελέσματα 301-400 από 917
Μείς και μείς
(1917)
Περισσότερον όμως φέρεται εις το στόμα του λαού εκ την Τούρκικην γλώσσαν “Βιζ' bίζε”, αναμεταξύμαι. Αυτά κι επί διασκεδάσεως γινομένης εν στενώ κύκλο
Τρέχα γύρευε
(1917)
Με ό,τι δάσκαλο καθήσ'ς τέτοια γράμματα θα μάθ'ς
Το παράδειγμα έχει μεγάλη δύναμη και ροπή στα ήθη των παιδιών. Οι δάσκαλοι μεταδίνουν τα ελαττώματά τους, όπως οι γονείς στα παιδιά τους και οι αφέντες στους δούλους
Γω σε λέγω που είμαι χαντουμ'ς, και συ με ρωτάς πόσα παιδιά έχω
Για κείνους που κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν ή για τους αυθάδεις
Καλό τυρί σε σκυλίσιο τομάρ'
Για ανθρώπους ικανούς και χρήσιμους μα κακούς χαραχτήρες και ανήθικους
Ώρα καλή Γιανν'. Κουκιά σπέρνω
Για κείνους που δεν έχουν αντίληψη και νομίζουν άλλ' αντ' άλλων
Δε δίνω ένα bαρά
(1917)
Αγαπά ο κάπηλας το μεθυσμένο, μα γαμπρό δε τον κάν'
Για κείνους που αγαπούν για το συμφέρο, και που δε θυσιάζουν τίποτε δικό τους
Ο Μάρτ' ς δέ λείπ' πέ τή σαρακοστή
Για κείνους που παντού ανακατεύουνται και χώνουνται όπως καί ο Μάρτης, που πάντα, όπως κιάν πέσει η Πασκαλιά, βρίσκεται στη σαρακοστή μέσα
Δε σε βαστάει ο κώλος σου
Δεν τολμάς
Αμ' συ κόμ' πε κάτ' τη μπαμπά σ' την ασκιά πορπατείς
Για τους άπειρους και ανίδεους νέους, που ζητούν να έχουν πρωτοβουλία
Bουκιά στο στόμα μ' δεν έβαλα
Στη μεγάλη πίκρα, οπότε λείπει κάθε όρεξη για φαγητό
Να σε πη ο παππάς σταφτί
Κατάρα, όταν είναι κανείς ωργισμένος, κι ακούει διαρκώς απάντηση: τί; τί;
Έχις δίκιο, αμά να παίρνης δεν έχις
(1917)
Εμπαικτικής προς τους παραπονεμένους ότι αδικούνται
Πε κάτ' πε τε γλώσσα μ' εν'
(1917)
Σαβάχ ολά χαϊρολά=Ας ξημερώση και έχει ο Θεός
(1917)
Τούρκικη παροιμιά που χρησιμοποιείται και από τον ελληνικό λαό
Θαρρείς δανεικό α το πάρεις
(1917)
Επί των πληρούντων το ποτήριον ύδατος ή οίνου μέχρι χειλέων εις βαθμόν, ώστε το υγρόν να εκρέη
Στο bουζ' γράψ' τα
(1917)
Bουζ (λέξη Τουρκική)= πάγος. Ερμηνεία: Όταν δεν έχη τη σκοπόν να πληρώση το χρέος του.
Εμ κέλτς εμ φουdούλτς
(1917)
Κι κασιδιάρης και ψευτοπερήφανος
Κάν' το καλό, στου διαβόλ' το χωριό
(1917)
Ερμηνεία: Επί των μη αναγνωριζόντων την ευεργεσίαν
Το γραμμένο άγραφο δε γίνται
(1917)
Οβραίκα παζάρια
(1917)
Να bεdε δό μ τσιτσί
(1917)
Ζόρλεν gιουλελλήκ ολμάζ
(1917)
Ζόρλεν gιουλελλήκ ολμάζ= Με τη δυσκολία δε γίνεται η ωμορφιά. Επί των προσπαθούντων τα βία σώσι τα πράγματα. Ειδικώς επί των γυναικών, αίτινες διά τεχνητών μάσων επιδιώκουσι την ωραιότητα. Τουρκική παροιμία, εν χρήσει παρά ...
Κάθε εμπόδιο γιά καλό
(1917)
Δίπορτο το χι
(1917)
Γερ'πς σα dο ρεπάνι
(1917)
Της παροιμίας ταύτης γίνεται χρήση κι εις την Τουρκική γλώσσαν : Τρούπ gιbi=σα dο ρεπάνι
Γιας πούς έγιναν
(1917)
Επί πραγμάτων ή χρημάτων αρπαζομένων, λεηλατημένων
Αλλού ο παπάς κι αλλού τα ράσα του
Τα φαινόμενα δεν είναι σύμφωνα με τα πράγματα. Κείνον που νομίζουν πλούσιο, πολλές φορές δεν έχει
Γυρέψεως μη δόσεως, κλέψεως συγχωρήσεως
Την λέει λογοπαίζοντας ένας, που πήρε κρυφά κάτι ανήκον σε φίλο του, π΄ αρνήθηκε να το δώσει, όταν του το ζήτησε
Πέρα βρέχ'
Δεν καταλαβαίνει. Για τους απρόσεχτους και τους αδιάφορους και γι' αυτούς που προσποιούνται άγνοια, ωσάν να πρόκειται για πράματα ασήμαντα λ.χ. Για βροχή σε κάπιο τόπο μακρυνό
Στα πέρ' αμπέλια βρέχ'
Δε μ' ενδιαφέρει. Το πράμα γίνεται πολύ μακρυά από δω
Βράζ' πε το ζουμί τ'
Πάσχει στενοχωρείται οικονομικώς
Ηύρε το μάστορά τ'
Ερμηνεία: Βρήκε τον όμοιό του και τον εκδικήτή του. Για τη φιλία των φαύλων, που κοιτάζουν ν' απατήσουν ο ένας τον άλλον και που είναι πιο πανούργος και πιο δυνατός ο καθένας από τον άλλον
Κόμ' γάλα μυρίζ' το στόμα τ'
Λέγεται για μικρά παιδιά που δε λογαριάζεται η γνώμη τους ή που πρέπει οι πράξεις τους να κριθούν με επιείκια για την ηλικία τους
Το κακό λέγορα 'κούγιεται
(1917)
Άσκημος κι άσκημ' τι α φάμ' πόψα;
Για τα κορίτσια που δεν πρέπει να κοιτούν στην ομορφιά του άντρα που θα παρουν, μα την ικανότητα. Η παροιμία λέγει τι όγια μπορεί να πη η ωύφη στον άσκημο της άντρα στο τραπέζι έχοντας πολλά να φάει και τι στον ωραίο που ...
Μη μπαίν'ς σταχούρ' μπροστά πέ τον αφέτ'
Για τους προπετείς και τους αυθάδεις,που βιάζονται και προλαβαίνουν τους ανωτέρους στην ομιλία.
Αρχίσαμ' πάλ' πέ την άλφα
Εξ' αρχής αρχίσαμε τή δουλειά γιατί χάλασε η πρώτη από απροσεξία ή ατυχία
Σα δε διής πε τα μάτια σ' να μην πιστεύ' ς
Στα λεγόμενα των άλλων ναπιστής. Για τους εύπιστους.
Τρύγος, θέρος, πόλεμος, Μανίτσα, γιατρός, παπάς
Είναι τα τρία σπουδαία κι΄ απαραίτητα στον κόσμο πράγματα
Κατά το γιοργάν' σου ν' απλών'ς τα ποδάρια σ'
Γιοργάν = το πάπλωμα
Κατά το gαιρό σύρνι η Μάρω το χορό
(1917)
Ερμηνεία: Πρέπει να συμμορφώνεταί τη προς τας περιστάσεις
Δε μας κουλαβαdίζ' κανείς
(1917)
Ήτοι δεν υπάρχει λόγος σπουδής
Η μύτ' dου να πέσσ', δε θα σκύψς να τη bάρρ'
(1917)
Ερμηνεία: Επί των πτωχαλαζόνων
Ο τρελλός κουδούνια δεν έχ'
(1917)
Διότι προδίδεται εκ των πράξεών του
Σα dο νερό πεκάτ' το άχερο πλέη;
(1917)
Ερμηνεία: Επί των δολίων κι' υπούλων
Το Θεγό πε το νου τον ηύρανα
(1917)
Αν έφκιαναν γούλες οι μέλ'σσες μέλ', θάφκιανε κιο σκατομπάμπουλας
Όλοι οι άνθρωποι δεν είναι για όλα, ο καθένας ως εκεί που μπορεί
Τα λέγω την πεθερά να τ' ακούει η νύφ'
Δε λέγω απ' ευθείας ό,τι θέλω να πω σέναν, μα το λέγω γενικά ή αποτείνομαι σάλλον για να τακούσει αυτός που μ' ενδιαφέρει. Όταν μου λείπει το θάρρος ή η θέληση να προσβάλω έναν
Μοναχός μου το έκανα, μοναχός μου το βρήκα
Ότι παθαίνει κανέις εξ αιτίας του δεν το αποφαίνεται
Κατά τον καιρό σέρν' η Μάρω το χορό
Ερμηνεία: Για κείνον που ξαίρει να εκμεταλλεύεται τις περιστάσεις συμμορφώνοντας το χαρακτήρα του κατά την ανάγκη
Έχω μπουμπούνα στο κεφάλ' μου
Είμαι γεμάτος από μεγάλες φροντίδες
Να σε παντρέψουμ' Αποστόλ; Σεις ξαίρτε μαστόρ'
Για τους άβουλους και δίχως καμμιά θέληση ανθρώπους, που ό,τι τους πουν το δέχονται δουλικά ακόμα και την παντρειά
Κει που δε σε σπέρνουν μη φυτρών'ς
Μην ανακατώνεσαι παντου
Γω δε σκότωσα το μπαμπάμ'
Όταν θέλει κανείς ναρνηθή, γιατί δεν του αρέσει να κάνει κάτι η γιατί δεν είναι σωστό, τότε λέγει αυτή τη φράση
Πε το στόμα μ' το πήρες
(1917)
Προλαβών είπες ό,τι έμελλον να ειπώ εγώ
Κάθε πέρσσ' και καλύτερα
(1917)
Ερμηνεία: Επί πραγμάτων επί τα χείρω παρά προσδοκίαν βαινόντα
Αραbά μου σουν, τεκερλέκ μου σουν?
(1917)
Επί των απροσέκτων οι οποίοι εν τς πορεία την ανατρέπουσι ή συμπαρασύρουσι πάν το πρόστυχον
Να! Άθρωπος για κρέμασμα!
(1917)
Με τ' μπουρίδα γκάιντα παιζ'
Πέτρα χωριό Σ. Εκκλησ.
Στο φελλί τ' βούτρο άλειφη
(1917)
Έπραξας κατά την θέλησιν του
Το αγώγι ξυπνά τον αγωγιάττ'
(1917)
Βλέπονται και φκιάνονται
(1917)
Νέβης το αίμα στο κεφάλι dου
(1917)
Ήτοι ωργίσθε σφόδρα
Γοραστό κ' μυριστό
(1917)
Να 'γιάσνα τα κόκκαλα 'σσ
(1917)
Το αίμα νερό δε γίνται
(1917)
Τσίτωσε τα φτιά τ'
(1917)
Τσίτωσε=ετέντωσε. Πόθεν γίνεται η λέξη αγνοώ.
Ώστε να πης κρομμύδδ'
(1917)
Τόνα σε μυρίζ' τάλλο σε βρωμά
Για τους δύσκολους, που τα ψέγουν όλα
Όποιος άλλου λάκκου σκάπτει ευατόν πολλάκις θάπτει
Οι επίβουλοι τιμωριούνται πολλές φορές με τα δικά τους έργα. Πας να βλάψεις και την παθαίνεις
Γω τον διαβάζω, κείνος πέρα βρέχ'
Γι' αυτούς που, ενώ άλλοι τους συμβουλεύουν, αυτοί ούτε προσέχουν ούτε δίνουν σημασία στις συμβουλές
Άντρα θέλω, τώρα θέλω
Για τους πεισματάρησες, που απαιτητικά ζητούν να γίνει ένα πράγμα, μια τους θέληση αμέσως
Το γουδί το γουδοχέρ'
Για εκείνους που πάντα αντιμιλάνε και λένε και ξαναλένε τα ίδια.
Του το σφύριξα σταφτί
Του υπόδειξα κρυφά τι να πή και τι να κάνει.
Ας με λένε δεσποτίνα κι' ας πεθνήσκω πε dη bείνα
(1917)
Σκωπτικώς προς τους υφισταμένους πάσαν στέρησιν ένεκα κενοδοξίας
Λείπ' ο Μάρτς 'πε τη σαρακοστή;
(1917)
Ερμηνεία: Επί των πανταχού παρόντων