Αναζήτηση
Αποτελέσματα 951-960 από 1012
Γαίματα κλαίω
(1874)
Ας σον = Κλαίω πικρώς έχω μεγάλη παράπονα. κατά τίνος αδικήσαντος με
Έναν έν και γαίμαν έν
(1874)
Ερμηνεία: Επί των μοναδικών μεν αλλά πολύτιμων
Εύρεν παλαλά χωριά και σωρεύ πολλά φυλυρία
(1896)
Ερμηνεία: Επι ασυνειδήτων καταχρωμένων απλότητα και καλοκαγαθίαν άλλων
Όνταν κ ευρήκω τηγ χανούμαν κείμαι και με των δούλων
(1874)
Όταν μι εύρω (επιτύχω) την κύρίαν, συνέρχομαι την υπηρέτρια. Ερμ. Η παραιναίσα στέργειν τους παρούσιν, έως αν ευρεθώσι τα βελτίω
Ηύρα τημ φωλεάμ μ
(1874)
Σημ. Ευρήκα την φωλεάν μου
Τ' οκνεαρκον τ' οδαύδ τηγ Κερεκήν ειπεν “ας αλωνίζωμε”
(1896)
Ερμηνεία: Επί κουτοπονήρων οκνηρών
Καθώς κ' ελάλησεν ο κολογκυθάς οφέτος Πάσκα κι θα έχομε
(1896)
Ερμηνεία: Επί παρατεινομένης υποθέσεως
Καλόν τυρίν, 'ς σι σκύλ' τ' αγγίν
(1874)
Καλόν μεν τυρίον, εν κυνέω δ' ασκώ
Πόνον κ ειδεν κ' η καρδιά τ' ολόϊον εν
(1874)
Πόνον ουχ επρακως (ου γευσάμενος) ακέραιος (ασινής) εστί την καρδίαν