Αναζήτηση
Αποτελέσματα 291-300 από 316
Βρουντάν τα σίδιρα, βρουντάν κ' οι σακκουράφις
(1955)
Λέγεται για τους α΄σημαντους ανθρώπους, που κοκορεύονται για ανύπαρκτες ικανότητες. Σακκουράφα= η χοντρή βελόνα, που ράβουν τα τσουβάλια(σακκί- πάπτω), όπως επίσης και η βελόνα με την οποία γίνονται οι αρμάδες του φρεσκοκομένου ...
Τ' αψύ τού ξίδι, τ' αγγειό τ' χαλάει
(1955)
Παρόμοιο είναι το αρχαίο: Ζήσεις βίον κράτιστον, αν θυμού κρατής. Ο οξύθυμος και οργίλος άνθρωπος τον εαυτό του βλάπτει
Έχει η κώλους τ΄αγκάθια
(1955)
Λέγεται για τον ασίγαστο και αεικίνητον άνθρωπο
Του αίμα ν' ιρό δε γίν' ιτι
(1955)
Κ' οι τοίχοι έχουν αυτιά
(1955)
Κάλλιου αργά, παρά πουτέ
(1955)
Τουν έκανα γίδας γόνατου
(1956)
Τον εμάδησα δηλαδή, τον ξεδεκάρισα. Λέγεται για τους χαμένους συνήθως στα παιγνίδια της τράπουλας. Το γόνατο της γίδας είναι εντελώς μαδημένο, όπως γονατίζει ιδία για να φάει στις πλαγιές κλαριά που φυτρώνουν σε χαμηλώματα