Αναζήτηση
Αποτελέσματα 11-20 από 172
Ο πεντικόν εκατούρεσεν 'ς σή θάλασσαν κ' εποίκεν μερτικόν
(1918)
Π.Μ. 75: Έκλασεν η κάτα. Κατούρησε ο ποντικός 'ς τη θάλασσα κ' εκανε μερτικό
Όσα οτσάκια καπνίζουν μη θαρρής πως έχουν φαγείν απάν'
(1931)
Όσα τζάκια καπνίζουν μη νομίζης πως έχουν απάνω φαγεί
Ο Μάρτης ο πεντάγνωμος
(1931)
Ερμηνεία: Επί της ασταθείας του καιρού κατά Μάρτιον
Σιδερένα χέρα θα δουλεύ' νε και μαλαματένα θα κρατούνε
(1931)
Σιδερένια χέρια θα δουλεύουν και μαλαματένια θα βαστάνε. Σάντ. Δεν αρκεί η εργατικότης, αλλά χρειάζεται και η οικονομία
Πασκείντο κ' εχ' να ομάζ!
(1931)
Ερμηνεία: Μήπως δεν έχει να μοιάζη!
Η 'κουλία με το κ' έ'χ κέρα πα'σκίντο πάντα εν κατσίκα;
(1918)
Πως δεν έχει η 'κουλία κέρατα μήπως πάντοτε είναι κατσίκα; 'Κουλία, αίξ άνευ κεράτων. Η λ. ομόρριζος του κολοβός, κολούω και του διαλεκτικού 'κουλίζω, αποκόπτω την κεφαλήν (κυρίως επί των ιχθύων), σημαίνει άρα αίγα οιονεί ...
Ασσόν κόσμον κες ενερä' στα και τον Κοσμάν
(1918)
Εξ αιτίας του κόσμου συχάθηκα και τον Κοσμά
Ο κόχλον πα 'ς σο τζέπλ'ν ατ' βασιλέας εν'
(1931)
Και το σαλιγκάρι 'ς το τσώφλι του είναι βασιλιάς
Ο Μάρτης αφ' τη Σαρακοστή 'κε λείπει
(1931)
Ερμηνεία: Επί του πανταχού παρόντος
Χολά 'σκουμαι; κρούγω σε χαλά 'σκεσαι; κρούγω σε
(1918)
Κ. Μ. 93: Θυμώνω; σε δέρνω. Θυμώνεις; σε δέρνω