Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1291-1300 από 1312
Ότις σπουδάζει να σέσει, σένει δυο φορέδες.
(1951)
Όποιος βιάζεται να χέσει, χέζει δυό φορές.
Στάζει στάζει, ίνεται λιμbλή.
(1951)
Στάζει, στάζει, γίνεται λίμνη
Σταλαμαθκιά- σταλαμαθκιά γίνεται κόλυμπος
(1951)
Σταλαματιά -σταλαματιά γίνεται λίμνη.
Σταλαμαδκιά-σταλαμαδκιά το μάρμαρον τρυπά το.
(1951)
Σταλαματιά-σταλαματιά τρυπάρι το μάρμαρον.
Δι' εκείνους οι οποίοι επιτυγχάνουν τι δια μεγάλης υπομονής.
Το τ'αζόν dο βdόκκο το νερό κρατεί τα κρούσκο.
(1951)
Ταζός= Καινούργιος
Το καινούργιο σταμνί κρατεί κρύο το νερό.
Το βdόκκο ή ΄βdόκκα ήταν στάμνα για νερό από ξύλο κέδρου. Μοσχοβολούσε, κι όπως ήταν δουλεμένη, κρατούσε κρύο το νερό.
Του τόστη ο πελάς έν' 'ς του τουσμάνου πολύ.
(1951)
Του φίλου ο μπελάς είναι περισσότερος από του εχτρού.
Του dόστη σου 'γάπα τα μό τα χούε του.
(1951)
Τόστης=φίλος
Το φίλο σου αγάπα τον με τα ελαττώματά του
Ίνου τουμένι!
(1951)
τουμάνι=καπνός
Γίνου καπνός!
Ότις σπουδάζει καλακονίζει.
(1951)
Όποιος βιάζεται σκοντάβει.