Αναζήτηση
Αποτελέσματα 301-400 από 1012
Απάν 'ς σο πρόσωπον έφερε με
(1880)
Ερμηνεία: Έβλαψε βασκήνας
Ο Θεός από πάν ελέπ
(1886)
Ο κώλος ατ μαστίκαν μασσώ
(1896)
Ερμηνεία: Επί αναιδών
Εβγάλλει ως σα τρυπία
(1874)
Ή από το τρυπίν
Το γοργόν και χάριν έχει
(1874)
Ερμηνεία: Προτρέπουσα ταχείαν τοις εν ανάγκη παρέχειν την συνδρομήν.
Πού κι σπέρει θερίζει
(1874)
Όπου μη σπείρει θερίζει
Εζάριξεν τα μουντσούρια
(1874)
Ερμηνεία: Έδειξεν απαρέσκειαν
Έσ' οδόντια
(1874)
Ερμηνεία: Έστιν ισχυρός
Ο ήλιον εδιαστόλισεν
(1874)
Ήρξα το διαλάμοων. Λέγεται μάλιστα όταν συμβή τούτο εν ομιχλώδες ημέρα
Τη Παναγίας η κάττα
(1874)
Η της Παναγίας γαλή
Μαγκούριν κι έχω
(1874)
Ερμηνεία : οβολόν έχω
Δός εμέν και τον Νικήταν
(1874)
Από πέσου μ' εγέλανα
(1874)
Ένδοθεν
Τρώγω δίκαιο
(1874)
Αδικώ
Τιού σε, διάβολε
(1874)
Ερμηνεία: Επί των δακόντων τον θυμόν
Δυό σπασμένοι νικούν ένα γέρον
(1874)
Δυό πάσχοντες κήλην νικώσιν ένα υγιή
Φασούλιν και φασούλιν γομώνει το σακκούλιν
(1874)
Φασιόλος με τα φασιόλου πληροί σακκίον
Έπιασεν έναν πεντικόν
(1874)
Ερμηνεία: Επί ανικάνων διαπραξαμένων τίποτε
Ναν έν και γαίμαν έν
(1874)
Σημ. Έν μεν εστιν, απ' αίμα
Άνεμος και καπνός
(1874)
Σ όλα ξαμούσαι
(1874)
Εις πάντα προβάλλεις
Πέραν βρέσει
(1874)
Ερμηνεία: επί των μη των προσεχόντων παραινέσεσιν
Το διάβολον οξωπίσ τσαρούσα φορίζ'
(1877)
Ερμηνεία: Επί πανούργου
Εχτύπεσε μ' ς σογ κώλον
(1874)
Ερμηνεία: Χεζητιώ
Νύσεα ΄κ έσ να ξυέται
(1896)
Ερμηνεία: Επί μη ευπορούντος
Ο κωφόν γαμεί τον παλαλόν
(1896)
Ερμηνεία: Επί του κωφεύοντος επίτηδες τοις λεγομένοις
Καλημέρα. Οψαρεύω
(1877)
Ερμηνεία: Επί των άλλα αντ' άλλων αποκρινομένων
Κλαίω κλαίω και τον ήλιον ματώνω
(1874)
Ερμηνεία: Δηλαδή ορώ τον ήλιον αιματόχρουν
Δράκος με τ' αλυσσίδια
(1877)
Ερμηνεία: Επί ρωμαλαίων
Το βιό μου στη βιά μου
(1877)
Αέραν κοπανίζεις
(1874)
Αγράμπουλον κοκκίμηλον
(1874)
Βράβυλον κοκκύμηλον
Γαίματα κλαίω
(1874)
Ας σον = Κλαίω πικρώς έχω μεγάλη παράπονα. κατά τίνος αδικήσαντος με
Έναν έν και γαίμαν έν
(1874)
Ερμηνεία: Επί των μοναδικών μεν αλλά πολύτιμων
Κολογκύθια λώριασαν, κορτσόπα παρακαθέστεν
(1874)
Διότι τότε ήδη αι νύκτες σημαντικές μεγενθύνονται
Όποιος καυκίσκεται μαγαρίσκεται
(1874)
Ο καυχόμενος χέζεται
Λόγος εν κι λέγει άτο
(1874)
Ερμηνεία: Το δη λεγόμενον
Ο λόγος ανοί τολ λόγον
(1877)
Οπέρτς εκάεν κι' οφέτος ετσούχιξεν
(1896)
Σημείωση: Τσουχίζω = επί οσμής καιομένων ερίων
Στουδιν και πετσίν επόμενα
(1874)
Κρίμαν ς σα γένεια σ'
(1874)
Φευ του πώγωνός σου επί των ου κ αξίας της ηλικίας ποιούντων τι. Και Θεοκρ. Χ, 4, “ευ μοι του πώγωνος ον αληθέως ανέφυσα”...
Εδώκεν πρόσωπον τον Αλήν κ' εσκώθεν έσεσεν σό χαλίν
(1874)
Ηπιότητος επιδειχθείσης τώ Αλή αναστάς (ούτος) έχεσεν επί του τάπητος. Ερμηνεία: Επί των καταχρωμένων τή πρός αυτοίς υποδειχθείση ηπιότητι
Τη μάννας ατ το γάλαν ας σο μυτί ατ έρθεν
(1896)
Ερμηνεία: Επί του πολλά υποστάντος
Πού ηύρεν ο διάβολον το θυμιατόν
(1896)
Ερμηνεία: Πού δίσκος εν ερήμω
Τοι γάμου τα καθαρά πάντα γυρεύει
(1874)
Τον του γάμου καθαρόν (δηλ. Οιτινον) άροτν αεί ζητά. Ερμηνεία : Επί των μη αυτάρκων
Άλλος φτειάνει κι' άλλος ευρήκει
(1874)
Άλλος μέν ποιείν το κακόν, άλλος δέ δίδωσι δίκην. Σημ. Ανάλογος τή αρχαία: Μάγειρος ηδίκησεν, αυλιτής δ' αινίζεται
Θαρρείς πως ας στο μυτίν ατ εκατέβηκεν
(1896)
Ερμηνεία: Παρακινεί ίνα μη λησμωωνηθή ει εκ των κελευομένων
Έργον και δουλειάν εποίκες άτο
(1874)
Έργον και ενασχόλησιν εποιήσω αυτό
Άμον διμαγγείον μίαν αδά και μίαν ακεί
(1874)
Ως πεφυσιωμένος ασκός (;) οτέ μεν ενταύθα ότε δε εκείσε
Η γραία τογ Καλαντάρην σύκα εγύρευεν
(1874)
Ερμηνεία: Επί ουκ εν δέοντα τω καιρώ αι τούντων τι . Σημείωση : Και Θεόφραστος (χαρακτ. ΙΔ) Και χείμωνος όντος μάχεσθαι τω παιδί οτι σικύους ουκ ηγόρασεν
Κάλ ημέρα Γιάνν, εγδίν πελεκώ, η συντέκσα μ ντ' εφτειάγει; Εφτά κότια βάλλει
(1874)
Χαύρε Ιωάννη, ιγδών πελεκώ, η συντέκσσα μου πώς έχει; Επτάτεταρτόκουλα χωρεί
Το κολογκύθιν 'ς εμόν ρο κεφάλιν έσπασεν
(1874)
Η κολοκύνθη επί της εμής κεφαλής εθραύσθη
Οπέρυσ εκάεν κι' οφέτος εμύριξεν
(1874)
Πέρυσι καιέν εφέτος όξει
Η δουλειά γάιδιαρος ένι να τσιμπίγης ατό και πάγει εμπροστά
(1874)
Ερμηνεία: Συν Αθηνά και χείρα κινείν
Έναν έργον και δύο δουλειάς
(1874)
Εν μέν έργον δύο δ' εργασίαι. Ερμηνεία: Επί των εκ ραθυμίας διακοπτόντων των ενδελέχειαν του έργου
Πώς έρθεν απάν 'ς σα τέσσερα και είπεν την αλήθειαν
(1874)
Πως επί τα τέσσερα ελθών (Δηλαδή: Τοις τέσσερας πόδας) είπε την αλήθειαν.
Αλάλετον σκαμνίν κ εχ
(1886)
Επί την απροσκλήτης εκ γάμους ή άλλα συναναστροφάς παρουσιαζομένων και δια κόσμο μη τυγχανόντων περιποιήσεως
Κρίμα ντο νυχτοκόπεψα κ' εξήβα ρούχα εύκαιρα μανίκ ακομπισμένα
(1874)
Θλίβομαι ότι και διανυκτερεύσας περί το... (έργον τι) απήλθον (ή απηλλάγην) μετ' ενδυμάτων κενών και χειρίδων εκκεκονισμένων. Ερμηνεία: Παροιμία λεγομένη ότι συμβαίνιτι παρά την ελπίδα. Σημείωση: Ομοία ταύτη και η των ...
Άμον ελάδιν πάντα άπαν κες στέκει
(1874)
Ώσπερ έλαιον αεί άνωθεν ίσταται (επιπλέει)
Το ψωμί α'τ άλας κ έσ'
(1896)
Επί τα μισουμένον υπό των εαυτού φίλων
Σ ση κωφού τημ πόρταν όσον θέλεις βρόντα
(1874)
Ερμηνεία: Επί των μη επιδεκτικών παρακινήσεως
Άντρας εμ άς εν ουστάπασης και τζοχάρ' αν θέλτς ας εσ'
(1896)
Ο σύζυγος μου ας είναι αρχιμεταλλουργός και αν θέλεις ας έχεη μετάλλευμαν, δηλ. Αδιαφορώ αν θα έχη η όχι μετάλευμα
Αν ελέπης την κοτύλα σ, θιά ελέπης και το ...
(1874)
Εαν ίδης τον αυχένα σου, όψει και το ... (τεύξει και του..)
Άμον γαιδουροί ουράδιν νι μακρύνει νι κοντύνει
(1874)
Δίκην ουράς όνου ούτε μηκύνεται, ούτε βραχύνεται
Η ψchή την ψchήν όντος κι θέλ' ποππά ντο στεφανώνεις;
(1894)
Η φράσις αυτή ευρίσκεται κατόπιν ενός διστίχου αγάπης και μεταξύ πολλών άλλων διστίχων
Σ ση κωφού τημ πόρταν όσον θέλεις βρόντα
(1874)
Ερμηνεία: Επί των μη επιδεκτικών παρακινήσεως
Τα γράμματα φαντάγματα υιέμ' τη λύραν σ' παίξον
(1874)
Τα γράμματα κοινή εισίν επίδειξις, υιέ μου, την λύραν σου παίξε
Ο διάβολον σίλια ποδάρια έσει
(1874)
Ερμηνεία: Διδάσκουσα πρόνοιαν και ασφάλειαν εν ταις επιχειρήσεσι προς πρόληψιν δυσαρέστων
Δυό σπασμένοι νικούν ένα υγιή
(1874)
Πρός δυό ούδ' Ηρακλής
Έργον και δουλειάν εποίκες άτο
(1874)
Έργον και ενασχόλησιν εποιήσω αυτό
Η γραία, ας τ' εγαμέθεν, εσπάλιξεν τημ πόρταν
(1874)
Ερμηνεία: Η γραία γαμηθείσα, απέκλεισε την θύραν. Επί των μετά το πάθημα φρονίμεν γενομένων. Σημείωση: Παράβαλε ταύτη τον Αισώπειον μύθον τον περί της αηδόνος, ήτις ημέρας συλληφθείσα άδουσα ύστερον νυκτός ήδεν πρότερον δέον
Εδώκα σε έναν παράν και έρχισες άς δύω σε δύο και εστά
(1874)
Έρχισες ή ήρχισες. = Δόντος μου σοι εν λεπτόν ήρξα δώσω σοι δύο ίνα πάυση. Ερμηνεία: Επί ανθρώπων, οίτινες δοθείσηςαυτοίς αφορμήν ού παύσονται λέγοντες. Σημ. Παραπλησία και η των αρχαίων Δραχμήν μέν αυλεί, τεττάρων δ' ού παυεται
Πώς έρθεν απάν 'ς σα τέσσερα και είπεν την αλήθειαν
(1874)
Πως επί τα τέσσερα ελθών (Δηλαδή: Τοις τέσσερας πόδας) είπε την αλήθειαν.
Απάν σ' σαχέντια κάθουμαι
(1874)
Επί ακανθών κάθημα
Το σκύλον άγκεψον και το μαγκοούρ ετοίμασον
(1877)
Ερμηνεία: Σ τη φωνή κι ο γάδαρος
Ντο επετράγωσες και τρανείς με
(1874)
Αποτραγώνω = θεώμαι εν εκστάσει κυρίως ως τράγος
Έπιασε με ο λαός
(1874)
Ερμηνεία: Επί της ασφυξίας προερχομένης εκ της εν ναώ ή βαλανείω συσσωρεύσεως πολλού πλήθους, όπερ συμβαίνει εξαντλουμένου του οξυγόνου
Νε η ευκή σ' νε η πορδή σ'
(1874)
Μήτε η ευχή σου, μήτε η πορδή σου έση μοι
Μυτίν και κώλον κάθονται
(1874)
Δηλαδή κάθωνται έχοντες ο μεν την ρίνα προς τω πρωκτώ του δε
Τον τεμιρτζήν με το ξυλομάκελλον ποιήσαι
(1874)
Σημείωση : Αλλαχού λέγουσι “τσαγγάρης εξυπόλητος ράπτης παραλυμένος.
Ας στην οκνίαν τ΄ τον γάιδαρον “ταϊ” κουγίζει
(1874)
Εκ της οκνίας τον όνον “θείον” αυτού προσφωνεί
Αγαπά με όσον κ η κάτα τομ πεντικόν = Αγάπα με όσον η γαλή τον μυν
(1874)
Ερμηνεία: Επί υπούλου και εποιβούλου φιλίας
Άνιφτε, κατάνιφτε jιjίκα με τα γένεια
(1874)
Ερμηνεία: Φράσις παιδική λεγομένης προς ανίπτους και ρερνωμένους το πρόσωπον
Μαχανάν εις το μωρόν μεν ωβγόν και τρώγω γω
(1874)
Συνοδεύται από κείμενο ...
Το τσιβαλ τουζ κι αν ρίεται βολόνιν κατασταίνει
(1874)
Η σακκόραφος (βελόνη) καν κατατριβή βελόνην καθίστησι (δηλαδή οίον τ' εξαυτής βελόνην κατασκευασθήναι)
Με το ρώτημα 'ς σήμ Πόλιν πάς
(1874)
Ερμηνεία: Πινθανόμενος και είς Κωνσταντινούπολιν αν ίκοιο
Το παπίν εθέλεσεν να ωβγάζη άμον τοι κατή τ' ωβγόν κ' επετσεριξεν τογ κώλον άχτε
(1874)
Η νήσσα θελήσασα τεκειν όσον το του χηνός ωόν διερράγη τον πρωκτον
Τημ παιδότες σ κι θέλω
(1874)
Ου θέλω σε λογίζεσθαι μοι παίδα
Εβγαλά τον αι σην παιδότεν
(1874)
Ερμηνεία: Απεκλήρωσα
Εκόπαν τα πουδάρια μ'
(1874)
Ερμηνεία: Εξησθένησα και ουχ άπτομαι του εδάφους