Αναζήτηση
Αποτελέσματα 151-160 από 255
Ζήσον, μουλάρ', και φα κριθάρ'
(1929)
Ζήσε μουλάρι και φάγε κριθάρι
Τερ' το παιδί σ' και φα μικρόν βούκαν, τέρ' τον άντρα σ' και φα τρανόν βούκαν
(1929)
Κοίταξε το παιδί σου και φάγε μικρή μπουκιά, κοίταξε τον άντρα σου και φάγε μεγάλη μπουκιά
Βερεσιάν κρασίν πού πίν' δύο φοράς μεθύ'
(1929)
Όποιος πίνει κρασί βερεσέ μεθά δύο φορές, δηλαδή μίαν φοράν όταν πίνη καί δευτέραν όταν πληρώση. Τραπεζούντα: ειρωνικώς επί της στενοχωρίας τού πίνοντος καί ευθυμούντος, όταν πρόκειται νά πληρώση τόν λογαριασμόν
Ν' αλί που 'κ'έχ' και ο Θεόν παλ' 'κ έχ'!
(1931)
Αλίμονο εκείνου που δεν έχει και ο Θεός δεν έχει
Τ' ασεβού τον βίον ο δάβολον τρώει άτο
(1931)
Του ασεβή την περιουσία ο διάβολος την τρώγει
Τα πέντε δάχτυλα σ' έναν 'κ' είν'
(1931)
Τα πέντε δάχτυλά σου δεν είναι ένα, ήτοι ίσα
Τον δάβολον οζοπίσ' τσαρούχα φορίζ'
(1931)
Ερμηνεία: Το διάβολο τον ντύνει τσαρούχια αποπίσω του, ενώ δηλαδή προπορεύεται κατορθώνει, χωρίς να μεταστραφή, να βάλη τσαρούχια εις τα πόδια του ακολουθούντος διαβόλου
Του γάμου όλα έτοιμα κ' η νύφη βαρασμέντσα
(1931)
Κ' η νύφη γγαστρωμένη
Τ' άλτς πλάν' και τ' άλτς κλάν
(1914)
Τραπεζ. Α. Π. 280
Εστάθαν οι αλογάντ' κ' έπαιξαν οι γαιδουράντ'
(1929)
Στάθηκαν οι καβαλάρηδες κ' έπαιξαν οι γαιδουριάρηδες