Αναζήτηση
Αποτελέσματα 134301-134400 από 134917
Καλή αντάμωση στου Κρεββατά το χάνι
(1943)
Οι Οινούντιοι αντί Σκορδά λέγονται Σκορδαρά και μεταχειρίζονται την φρ. Εφ' ής σημασιας και το “καλή αντάμωσι” ή “χαιρέτα μούτα” ήτοι πάει, εχάθη το ζήτημα. Που κείται του Σκορδαρά το χάνι δεν ηδυνήθησαν οι Οινούντιοι ...
Αυτός είναι σαν του σκύλου το ράδι που το βάλανε σαράντα χρόνια σ' ένα καλαμουκάνι για να γίνη ίσο κ' ύστερα το βγάλανε κ' ήτανε πάλι στραβό
(1962)
Για κείνους που είναι στραβόξυλα και δεν μπορούν να διορθωθούν παρ' όλες τις προσπάθειες που κάνουμε λέμε την παροιμία
Σαν βγάλη ο Μάρτις δυό νερά κι' Απρίλης άλλο ένα χαράς σ' αυτό το γεωργό που 'χει πολλά σπαρμένα
(1919)
Ερμηνεία: Λέγεται επί της προγνώσεως της εσοδειάς όταν ο Μάρτιος και ο Απρίλιος βρέξει τότε και η εσοδειά προοιωνίζεται θαυμάσια
Οι γαμπροί και τα γουρούνια την ίδια μούρη έχουνε
(1956)
Η παροιμία αυτή χρησιμοποιείται ειδικώς και μόνον δια τους γαμβρούς εκείνους, οι οποίοι από την πρώτην ημέραν που αρραβωνιάζονται, επισκέπτονται τακτικά και χωρίς αντίρρησιν το σπίτι της νύφης, μη τηρούντες τουλάχιστον τον ...
Εγώ γελώ τους δώδεκα κι αυτοί τους δεκαπέντε
(1962)
Γελώ (απατώ)
Η κάργα δεν κάθεται στου βουβαλιού τη ράχη, για να ψειρίση, μα για να γεμίση την κοιλιά της
(1956)
Για κείνον που επωφελείται με το πρόσχημα ότι άλλον βοηθεί
Ζίτσα και Καρίτσα, Ψυχή μου Ραδοτόβι...Νάτανε και η Ζέλοβα πουτανοχώρι...
(1958)
Τα χωριά αυτά έχουν πολλούς γύφτους, που θεωρούνται κατ' εξοχήν λάγνοι και έκφυλοι. Τα γύρω χωριά θεωρούν την περιοχή αυτή, ως την πιο έκφυλη του Νομού Ιωαννίνων, με εξαίρεσιν την Βουνοπλαγιά (Ζέλοβα). Το Ζίτσα-Καρίτσα, ...
Καψοβράκουλας γαμπρέ
(1958)
Κατά την παράδοσιν, κάποιος γαμβρός έκανε τον έξυπνο, πως τα κέρει όλα. Ενώ, ξαπλωμένος στην γωνία της πεθεράς του, μιλούσε με διφορούμενες και δυσερμήνευτες (χάριν εντυπώσεως) προτάσεις, έπαε συμφορά από μια σπίθα που ...
Εννιά και μία δέκα ν΄ ακούς και την γυναίκα
(1958)
Η παροιμία αυτή δείχνει ...ανυποληψία για τη γνώμη της γυναίκας,αφού καθορ΄ζιε ότι η σειρά της γυναίκας να ερωτηθή είναι μετά τον έννατον σύμβουλον. Δηλαδή αφού γίνεται πλέον κοινόν μυστικόν και ακούονται όλοι οι συγγενείς ...
Έχεις δοντάκια και τα τρώς
(1958)
Μια φορά ένας πήγε ν' αλέση, μαζί του πήρε κι ένα παιδί. Οι μηλωνάδες τότε εβάνανε τα χαράματα, χαραϊδια, μέσα στ' αλεύρι. Λοιπόν είπε στο παιδί να προσέξη. Γιά μιά στιγμή όμως το 'καμε αυτό ο μυλωνάς. Λέει τότες το παιδί ...
Εψές ψόφησ' ο χοίρος μουμ προψές ο γάδαρός μου και ψες πέθαν' ο άντρας μου. Για πήτε μου, γειτόνοι, ποιόνε να πρωτοκλάψω. Άντρα μου, χοίρο, γάϊδαρε, καλέ μου νοικοκύρη οπού σ' είχα και προκοπή δεν είχα
(1960)
Από το Βασιλ. Μαυρομάτη, Εμαγνητ. Η αναγγελία, τανν. Β, αρ. 15
Η κοσσάρα 'ς σην αυλήν καλεμέντσα ας εν 'κι αν θελτς κι ας μ' ωβάζ'
(1929)
Η κόττα 'ς την αυλή ας είναι όμορφη κι αν θέλη ας μη κάνη αβγά
Αυτόν τον δρόμο ξέρει η γιαγιά μου, αυτόν τον δρόμο παίρνει
(1959)
Αν δεν σε ικανοποιή η δουλειά μου ή κάτι άλλο, κάμη το μόνος σου εσύ
Αβ βρέξη ο Οκτώβρης πούλε σιτάριν τζιαί γόραζε βούδκια. Αβ βκή ο Οκτώβρης όφτζαιρος πούλε το βούδκια τζιαι γόραζε σιτάριν
(1945)
Αν ο καιρός κατά Οκτώβριο είναι αρκετά βροχερός, η χρονιά προβλέπεται καλή για τα σιτηρά και την κτηνοτροφία, αν όχι, τότε η χρονιά προβλέπεται άσχημη και για τα δύο
Στου Χαλάπου τη στράτα, γαϊδουριού ΄χνάρε ΄υρευ ;
(1951)
Στου Χλαεπιού το δρόμο, γαϊδουριού αχνάρια ζητάς ; Ο δρόμος προς το Χαλέπι ήταν πάντα γεμάτος καραβάνια, που πήγαιναν κι έρχονταν στην Ανατολή. Μέσα στις πατημασιές από τις καμήλες και τ΄ άλλα ζώα, δεν μπορούσε κανείς ...
Σ' του αυτενού του την άκρα, το στσυλλίν dου τζο κρούν dα
(1951)
Εξ αιτίας τ' αφεντικού του, το σκυλί δεν το χτυπάνε. Πόντ.Α.Π.Αρ. 121: “Αν κ' εν της κάτας το χατίρ' ας εν τη σααπή ατ'ς. Λεβ.236
Είπεν η γλώσσα της ράσης, καλ'ημέρα, τζ' η ράση είπεν της, αθ θέλης εσού έχω τζ' εγιώ καλήν ημέρα
(1940)
Ο υβριστής και ο κακολογών κινδυνεύει να δαρή. Συνεπώς η τύχη της ράχης εξαρτάται από την συμπεριφοράν της γλώσσης
Δώσ' μου δυό μάτια να σε τηρώ
(1962)
Λέγεται όταν καλλωπίζεται κανείς
Όλο το Μάρτη φύλαγε και τ' Απρίλη ως τες δώδεκα ακόμη κα τες δέκ' οχτώ πέρδικα ψόφησε τ' αυγό
(1901)
Ερμηνεία: Επειδή ο καιρός μέχρι τοδ' Απριλίου υπερμεσούντος είναι ευμετάβλητος και το ψύχος δύναται να επιφέρη τον θάνατον και αυταίς τους πέρδιξιν επωαζούσαις δέου να προφυλαιτώμεθα
Όποιος δε θέλει ν' ακούση βαρδάρια πάει στο μύλο
(1962)
Βαρδάρια = μαντάνια
Όποιος δεν θέλει να ζημώση χάνει την σίτα
(1963)
Σίτα λέγεται το λεπτό κόσκινο για το αλεύρι του σιταριού ή του καλαμποκιού, κριθαρόσιτα για το κριθάρι, κόσκινο το χονδρό και αριάρης το ειδικό για το καθάρισμα του σιταριού από τα λαθύρια. Η παροιμία είναι παρεμφερής με ...
Σου Απρίλη τα δεκαπένdε το βουβάλι χωρίζεται ΄ς το γέσιν dου
(1949)
Στις δεκαπέντε του Απρίλη το βουβάλι χωρίζεται από το ταίρι του έλεγαν στα Καππαδοκία, Φάρασα, γιατί τότε άρχιζε ν΄ανεβαίνη η θερμοκρασία στην ορεινή τους πατρίδα. Ήταν δηλ. ο Απρίλης ο πρώτος αληθινά ανοιξιάτικος μήνας. ...
Γώ πααίνω, τα σκόρdα σας ν' αναρευτούν, να πιέσουν τσουφάλε
(1951)
Εγώ φεύγω, ν' αραιώσουν τα σκόρδα σας, να πιάσουν κεφάλια
Άdρα μ', γ'ρούνι μ, γάϊδαρε, ποτό να κλάψω πρώτα
(1936)
Χωρική ευθυμολογία. Έλεγαν δηλαδή, ότι μιά γυναίκα πήγε το βράδυ από τ' αμπέλι στο σπίτι της και βρήκε τον άνδρα της πεθαμένο και το γαϊδούρι της και το γουρούνι της ψόφια. Και έλεγε έτσι, γιατί δεν ήξερε ποιό από τα τρία ...
Όποιος εξέσυρε, τον κάτη ηύρε κ΄ έφαε, κι απού δεν εξέσυρε, κάτης τον έφαε
(1920)
Εξέσυρε = Κινούμαι, περπατώ
Το κεσκίνιν dο μασαίρι κόφτει, ζαϊρ 'α νάρτει τσ αν dαρός 'α κορευτεί
(1951)
Το κοφτερό το μαχαίρι κόβει, όμως θάρθει κι ένας καιρός να στομώσει
Αβ βρέξη ο Μάρτης δκυό νερά τζι' Απρίλλης ούλον έναν τότε να δης σίταρους, κρίχαρους τζιαι κουchοφάουκα πον να ςhιλλιομοΐση
(1945)
Κουchοφάουκα, τα = Κουκιά και φακές και γενικά τα όσπρια, shιλλιομοΐση = να κάμη μεγάλην παραγωγήν που να μετριέται σε χιλιάδες μόδια
Έκλασε στήν εκκλησιά!
Σημείωση: εις τήν παροιμίαν ταύτην υπόκειται ο εξής μύθος: Μιά φορά ένας ληστής ηθέλησε μετανοήσας νά ξεμολοηθή καί επήγε σ' έναμ πλεματικό. Καθώς τού είπε τά όσα είχε κάμει, αμέσως τόν αποπήρε καί τού απαγόρεψε νά μεταλάβη. ...
Εν τζ ΄έμ πάντα μάτσιες;
(1940)
Ερμηνεία: Επί των συνηθισμένων εις εύκολον δουλειάν και επιτυχίαν που συναντούν και αποτυχίας
Το κόστσινό μου κοστσινίστη, κρέμασαν d' ατζά
(1951)
Το κόσκινό μου αποκοσκίνισε, το κρέμασαν εκεί πάνου. Όταν ένας γεράσει ή χάσει τη δύναμή του, οι άλλοι τον περιφρονούν. Πόντ. Α.Π. αρ. 767: Καινούργο μ' κοσκίν', που κρεμάνω σε; και σαν παλώντς παπού σύρω σε;
Κάμω δε gαμω, λέσι μου, μη gάμω ω κι' ας λέσι (ή πούσι)
(1963)
Είναι στίχοι από δίστιχα
Προικ' από χίλια πέρπερα και κακαϊδού αν πάρης, τα χίλια παν δεν έρχονται, κι η κακαϊδού σου μένει
(1912)
Ούχι η προιξ άλλα τα πνευματικά ηθικά και ψυχικά πλεονεκτήματα της γυναίκας λογίζονται ως τα μόνα άξια προσοχής
Η μάννα του νταή, γλήγορα κλαίει
(1962)
Σημείωση: Βλ. και υπ' αριθμ.107
Όποιος έχει τη μύγα μυγιάζεται
(1962)
Συμ. Βλ. και υπ' αριθμ. 183
Ο λύκος κι' αν εγε΄ρασε κι' άλλαξε το μαλί του, μήτε τη γνώση τ' άλλαξε μήτε την κεφαλή του
(1937)
Την έλεγαν, όταν κανείς έφθανε εις ώριμον ηλικίαν και εξηκολούθει να είναι ο ίδιος
Α βρέξ' ο Μάρτης δυό νερά τσ' Απρίλης άλλον ένα, χαρά σ' ετσείνο το ζευγά, που 'χει στη γη σπαρμένα
(1956)
Ερμηνεία: Αι βροχαί του Μαρτίου θεωρούνται ευνοϊκαί διά την γεωργίαν
Τα παράδας όνταν ευρήκ'ς ατά πα μέτρα κι' επεκεί βάλεν άτα κά
(1951)
Το ίδιο πρέπει να κάνουμε και στις άλλες σχέσεις μας με τους ανθρώπους
Μο του 'α κουπώσ' σο μύο νερό, ο μύος τζο κώθει
(1951)
Με το να χύσεις στο μύλο νερό, ο μύλος δε γυρίζει
Ο λύκος έχει το σβέρκο χονδρό γιατί κάνει τη δουλιά του μόνος του
(1936)
Σημείωση: Για να γίνη μια δουλιά μας καλή πρέπει να ανακατευτούμε οι ίδιοι και να μην αναθέσουμε σε άλλους που δεν θα έχουνε το ίδιο ενδιαφέρον
Επίσκοπε του Δαμαλά ούτε γνώση είχες ούτε μυαλά τα μικρά δεν ήθελες τα μεγάλα γύρευες τράβα το χειρόμυλο κούνα και το δαίμονα
(1894)
Ερμηνεία : Δια τους περιφρονούντας τα μικρά υποπίπτοντας δε εις δυστυχίας
Ου παπάς π΄ τα Δαμαλά ούτε γνώσ΄ ούτε μυαλά τα μικρά δεν ήθελε τα τρανά γύρευε. Τράυα γεροδιάβολε κούνα κι το διάβολο
(1888)
Ερμηνεία : Ο παπάς από τα Δαμαλά υπήγε να ψαρεύση εις τινα ποταμόν όπου εύρε μικρά ψάρια· επειδή δε, δεν την ήρεσκον τα μικρά και ήθελε μεγαλύτερα επροχώρησε προς τα εκβολάς του ποταμού εντός ενός δάσους αλλ΄ έκει συνελήφθη ...
Κάμε το καλό και ρίξε το στο γιαλό κι' α δε το γρωνίση το ψάρι, θα το γρωνίσ' ο Θεός
(1938)
Ερμηνεία: Να μη ζητούμε ποτέ ανταπόδοση σε κάποιο καλό που θα κάμωμε. Αρκεί η ηθική ικανοποίησις
Τσαινούριο καλαθάτσι μου τσαί που να σε κρεμμάσω, (να σε κρεμμάσω στα ψηλά μη τύχη τσαί σε χάσω)
(1935)
Ερμηνεία: Το Αον ημιστίχιον λέγεται παροιμιωδώς επί νέων προσώπων ή πραγμάτων, τα οποία ιδιαιτέρως τιμώμεν, περιφρονούντες τα παλαιά
Πόσοι οθροί δε φαίνουνται σαν μπιστεμμένοι φίλοι κ΄έχουν το διάολο ΄ς τ΄ασκί τη ζάχαρη ΄ς τ΄αχείλι !
(1920)
Ορθός = οι εχθροί, Ασκί = Ασκός (τουλούμι)
Ελίτσες, μαυρολίτσες, πόδια δέν είχατε καί πόδια κάνατε
(1918)
Όταν τις εν τή μεγάλη πείνη, τρώγη πάν τό προστυχόν καί μάλιστα ακατάλληλον πρός βρώσιν. Αρχή της παροιμίας έχει εκ τούτου. Γυνή τις επιστρέφουσα εκ τών αγρών καί πεινούσα πολύ, ηύρε καθ' οδόν αγριαγλαδίαν εφ' ής είχον ...
Αν πιής κρασί θα 'χης το κεφάλι γερό
(1962)
Ή πιες κρασί θα 'χης το κεφάλι γερό
Κουτσάθηκεν η αρκούδα απ' το αυτί
(1962)
Ή κουτσάθηκεν ο γάϊδαρος απ' το αυτί
Σαν το θέλη το γουλί μου, πως θα κάμω για την ψυχή μου;
(1920)
Γουλί=η κοιλιά μου, η όρεξίς μου.
Όσα λέουdαι, dα λέει κανείς, κι' όσα δε λέουdαι, δε dα λέει (ή: Εκείνα bου λέουdαι dα λέει κανείς, μα 'κείνα που δε λέουdαι, λέει τα;)
(1963)
Λέγεται όταν επιβάλλεται να αποσιωπήση κανείς ωρισμένα πράγματα
Όπου δώσω τά λεφτά μου θαραπεύγω τή gοιλιά μου
(1963)
Λέγεται σέ κάποιον, όταν, ενώ πληρώνεται, αρνείται συναλλαγή ή απειλή διακοπή τής ή δύσφορή γι' αυτή
Λέε, λέε το κοπέλι (ή: Πε το, πε το το κοπέλι), κάνει τη γρϊά και θέλει
(1963)
Δηλαδή η φορτική επιμονή λυγίζει την αντίσταση
Αναθεμα, πο' νήστεψε dο Σάββατον ημέρα, μόνου το Μέγα Σάββατο το τρισευλογημένο, όπου το 'βλόησ' ο Χριστός κι' είναι ευτυχισμένο
(1963)
Δηλαδή μόνο το Μέγα Σάββατο πρέπει να νηστεύη κανείς από λάδι, κανένα άλλο Σάββατο
Αναθεμα, πο' νήστεψε bοτές Σάββατο μέρα, μόνου το Μέγα Σάββατο το τρισευλογημένο, όπου το 'βλόησ' ο Χριστός κι' είναι ευτυχισμένο
(1963)
Δηλαδή μόνο το Μέγα Σάββατο πρέπει να νηστεύη κανείς από λάδι, κανένα άλλο Σάββατο
Μεγάλο μου Σαββάτο και πως θα σε περάσω, απουχεις τρία κολατσά και τρία μεσημέρια και τρία πρώτα σάββατα κι ακόμη έχεις μέρα!
(1949)
Το λένει οι λαίμαργοι, που ανυπομονούν πότε θα πασχάσουν
Θα πιάση κι η δικιά μου λαγουνίκα λαγό
(1962)
Λαγουνίκα = κυνηγετικό όπλο
Άγιε μου Νικόλα, κάψε κι' άφσε κι΄όλα
(1940)
Όταν κανείς το παρακάνη ή παίρνη πάρα πολλά
Κατακαημένος άθρωπος ατός τσ' απατός του κάμνει κάκο του λόγου, που δεν το κάμν' ο οχτρός του
(1908)
Πολλάκις ο άνθρωπός υπό πείσματος και ισχύρογνωμοσύνης ελαυνόμενο, ποιεί κακόν εις εαυτόν, οίον ουδ΄ο εχθρός αυτού δύναται να ποιήση
Άντρα μου, αντρούλλη μου, αν ηξέρου π' άλλον άντρα χωραΐτη, Μωραΐτη, μαραγκό τσαί καλαφάτη τσ' άλλος δεκοχτώ νομάτους, αν ηξέρου π' άλλον άντρα να με κάψη το κουρκούτι
(1908)
Ένς άντρας έβαλε υποψία πως η γυναίκα του πάγαινε με άλλον άντρα τσαί τήνε γρίνιαζε, τσείνη έλεγε πως δεν ήξερ άλλον άντρα “τσ' α λέου ψέματα” λέει “να με κάψη το κουρκούτι, ειδέ μη να κάψη σένα, γιατί έτυχε να βράση ...
Το ποτάμι του 'α με πάρει, 'γω κατέχω τα
(1951)
Το ποτάμι που θα με πάρει, εγώ το ξέρω. Όταν κανείς θέλει να δείξει πως ξέρει ποιός κίνδυνος τον περιμένει. Ποντ. Δ. Ο. αρ. 245: Ντο θα παίρ'με το ποτάμ' εξέρ ατο
Λέει – Βρε, πο' 'πέθανεν η μάνα σ' α' τη bείνα! Λέει – Βρε, και μα είχε gαι δεν ήτρωε;
(1963)
Λέγεται, όταν μέμφονται κάποιον για κάτι, που δεν έχει την δυνατότητα να το κάμη
Δε dόχω πως θα περάση ο ψύλλος α' το μουστάκι μου, μόνου που θα κάμη μονοπάτι
(1963)
Δηλαδή μια πρώτη παραβίαση δημιουργεί προηγούμενο
Τ' Αυγούστου οι δρίμες στα παννιά και του Μαρτίου στα ξύλα
(1956)
Οι πρώτες 6 μέρες του Αυγούστου λέγονται Δρίμες. Τσι φυλάνε οι γυναίκες και δεν πλένοντε. Ό,τι λευκαίνουν οι γυναίκες τις μέρες αυτές, ιδίως στο γιαλό, χαλάει. Τα ρούχα λυώνουνε. Το ίδιο φυλάνε και τις 6 μέρες του Μάρτη, ...
Εγινήκαν τ' αγγεία θυμιατά και τα σκατά λιβάνι, και των μαννάδων τα παιδιά 'γινήκανε βιράνι
(1949)
Βιράνι a world borrowed turkish, meaning “ruin”
Ειδίς του φακό πηρίν νερό; Κόψ' τς λειπστήρες κι' έλα δω
(1938)
Παρεμφερής αστράφτω 6
Αν σε φάη οχηά καν και παρηγοριά. Αν σε φάη ο γυιός της Μπίλιος όσο να κεντρώση ο ήλιος. Αν σε φάη ακονάκι ξυναράκι και φκιαράκι και στο Άγιο Νικολάκι
(1922)
Μπίλιος = κοκινοπόν και μεγάλο μέχρι του γοφού σχεδόν. Ακονάκι = μικρό και λεπτό φίδι Λέγουν στο χωριό μας και τα εξής δίστοιχα σχετικώς με το δάγκωμα από τα φίδια, άσχετα όμως με την πραγματικότητα
Παρά να τα χ' η γειτόνισσά μου,κάλλιον να τα χουν τα παιδιά μου, παρά να τα 'χουν τα παιδιά μου, κάλλιο να τα χ' η αφεντιά μου
(1876)
Θηραϊκή περίφαντος, εγωιστική
Άσπρη ρασε, μαύρη ρασε, δεν είν' το πάπλωμα για σε
(1920)
Ρασε= το εκ χονδρού μαλλίου κατασκευαζόμενον υπό χωρικών ύφασμα όπερ λευκαινόμενων χρησιμεύει προς κατασκευήν Κρητικήν καπότων (χλαινών) ή κουβερτών
Ο Τρύφωνς τρίφτ'τα κόκκαλα, η Παναγιά τα πλάθ'κι ου Συμιώνς τα σημειών?
(1960)
Τις γιορτές των σημαδιών Δηλαδή: Του Αγίου Τρύφωνος, της Υπαπαντής και του Αγίου Συμεών η έγκυος απαγορεύεται να κάνη οποταδήποτε δουλεία.... να μη γεννηθή το παιδί σημειωμένο, σημαδιακό..... Επικρατεί η παροιμία [βλ. Ανωτέρω]
Ας ούλων το κακόν το παιδίν κι ας ούλων ο καλόν ο γαμπρόν
(1929)
Το χειρότερο απ' όλα τα παιδιά κι ο καλύτερος απ' όλους τους γαμπρούς
Ο ποταμός, λέει, σαράdα χρόνοι τα ζητά τα δικαιώματά dου
(1963)
Δηλαδή αν εκτραπή ο ποταμός σε άλλη κοίτη, είναι δυνατό να γυρίση και μετά σαράντα ακόμη χρόνια στην παλαιά του. Λέγεται, όταν κάποιος παρόχθιος περιλάβη σε κτήμα του μέρος κοίτης ποταμού, επίσης, όταν ο ποταμό περιλάβη ...
Κάλλια πέντε μέρες πέτος πέρι δέκα μέρες κόττα
(1931)
Παροιμία δηλούσα ότι είναι προτιμότερον να ζη τις ολιγώτερον με ανδρισμόν και αξιοπρέπειαν ή περισσότερον ανδραποδωδώς. Πρβλ. το γνωστον: “Καλλίτερα μιας ώρας ελεύθερη ζωή, παρά σαράντα χρόνια σκλαβιά και φυλακή!”