Αναζήτηση
Αποτελέσματα 301-340 από 340
Κακόν σκυλλίν, κακόν ψόφον έσιει
(1953)
Ερμηνεία: Όταν είναι κανείς κακός ζη πολλά χρόνια
Αντί να τρίξη τ' αμάζιν, τρίζει ο αμαξάρης
(1940)
Καθ' ας περιπτώσεις αντί του παθόντος παραπονείται δια κακομεταχείρησιν ο βλάψας και αδικήσας
Στην άστοςhιάν, (ή στην ακριβκειάν) τα μόσφιλα. Στην φτήνειαν, τα πουρούδκια
(1945)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Άσπορος να μεμ μείνω, όξα εν να κλάψω το θέρος;
(1930)
Το δύσκολον και το κακόν είναι το να μη δυνηθεί τις να σπείρη. Όταν σπείρη, το θέρος είναι εύκολον να το κάμη όσον πολύ και αν είναι. Παροιμία επί περιστάσεων, καθ΄ ας επιχειρών να κάμη τι εύκολον συναντά εμπόδια και ...
Σαράντα αυγκά στον τοίχον τζαι πάλ' αλί τ' αυγκά
(1920)
Ερμηνεία: Επί των αδυνάτων
Πού τζ'ααμαί πού 'ν να ρέξη χόρτον εν ηβλαστά
(1948)
Από κεί πού θά περάση χορτάρι δέ φυτρώνει. Ερμηνεία: Γιά τους μοχθηρούς
Που τες σέλλες σάματα και που τα σάματα χαμαί
(1924)
Τα σάματα είναι εφίππια ήττον πολυτελή από τες σέλλες. Επί των βαθμιαίως και ούχι αποτόμως περιπτόντων εις ένδειαν και δυστυχίαν.
Τίτσιρος και ανυπόληπτος και δαχτυλίδκια φορεί
(1924)
Όλα τάχει η κουρελλού κ.τ.λ.
Αν έμ μήλον, εν ν' αθθήση
(1924)
Αν είναι πραγματικόν, θα φανή, θα αποδειχθή. Σ.Κ. Β' 284 αρ. 222
Ακόμη εν τον είδαμεν και Γιάννη τον εβγάλαμεν
(1943)
Δι' εκείνους που βιάζονται να δείξουν κάτι το οποίον δεν είνε ακόμη σίγουρον
Φάε αππίδιν ακαθάριστον, τζαι μήλογ καθαρισμένον
(1940)
Κρίνονται ούτω πλέον εύγεστα και ωφέλιμα εις την υγείαν
Ε,' μου 'δωσεμ, με μιστόμ με πηλογιάν
Δεν μου δωσε, μήτε πληρωμή, μήτε απάντηση
Μιάλον βούκκον βάλε τζιαι μιάλον λόον μεν πεις
(1951)
Μεγάλη μπουκιά βάλε στο στόμα σου μα μην πεις μεγάλο λόγο
Ανύπαντρος προξενητής, για λόου του γυρεύβκει
(1940)
Ο ανύπαντρος παρεξηγείται ως δι εαυτόν ενεργών, όταν κάμνει προξενιά
Άθθρωπομ που γενεάν, τζαί σσύλλον από μάντραν
(1940)
Αμφότεροι, λόγω μορφώσεως, έχουσι προτερήματα, ελαχίστας δε ελλείψεις
Αμ' μεν άξιαζαν εν αγιάζαν. Αν δεν αξίζαν, δεν αγιάζαν
(1948)
Ερμηνεία: Για κείνους που απόκτησαν τιμές από την αξία τους
Έμ' ποστράντζιν τους αθθρώπους
(1940)
Ο ουδεμίαν αξιάν έχων, όπως η λεμονόφλουδα
Το Πο(γ)ύριν έναμ μίλιν, τζαι το συντόμιδ δκυό
(1940)
Επί δρόμου ομαλού βαίνομεν ταχύτερον παρά επί ανωμάλου, έστω και βραχυτέρου
Απού τες σέλλες σάματα, τζ' απού τα σάματα χαμαί
(1940)
Από την σέλλαν αλόγου ή το σαμάρι γαϊδάρου κατελήξαμεν να καθήμεθα χαμαί. Επί όσων περιέρχονται εις ένδειαν και ανυποληψίαν
Από τολ λάκκον εις τογ κρεμμόν
(1940)
Από την Σκύλλα εις την Χάρυβδιν
Που το φύλλιν ως το ριζίν
(1940)
Είμαστην συγγενείς που τα πούτταρα ως τα μούνναρα, τζ' εμείς καλώς σας ήβραμεν
(1940)
Εις περίπτωσιν εξεζητημενης ομοιότητος
Που την νεβκάβ βολίτζιν, τζ' από βολίτζιμ μαντάλιν
(1940)
Ξυλουργός ανεπιτήδειος εργαζόμενος κορμόν δένδρου από νεβκάν ή τουλάχιστον βολίτζιν κατέληξε να κάμη μόνον ένα μαντάλιν . Δι' όσους από μεγάλα και θαυμαστά καταλήγουσι μόλις μικρά και ασήμαντα να πραξώσι
Από τημ Πάφου έρχουμαι, τζαί στηγ κορφήν κανέλλα
(1940)
Επί όσων λέγουσιν ασυναρτησίας
Από τον Άνναν εις τον Καϊάφαν
(1940)
Το ευγγελικόν. Επί των περιπτόντων από ένα δυσάρεστον εις το άλλο, από κακού εις χειρότερον
Αμ' μεν αξιάζαν, εν αγιάζαν
(1940)
Έχουσιν υπόληψιν συνήθως οι κεκτημένοι άξιαν τινά
Ο άνθρωπος εν ο τόπος, τζ' ο τόπος γέρημος
(1940)
Την αξίαν κάθε τόπου ο άνθρωπος την προσδίδει, εγκαθιστάμενος και καλλιεργών την γήν
Αντί του μάννα χολήν
(1940)
Επί όσων αντί αγνωμοσύνης προσφέρουσιν εις τους ευεργέται των αγνωμοσύνην
Που τόλ λάκκοσ στογ κρεμμόν
(1940)
Όταν μεταπίπτομεν από ένα κακόν εις άλλο χειρότερον
Τον αγαπάς ξητίμαζε τζ'αι τομ μισάς σ'αιρέτα
(1940)
Επιτιμών φίλον ωφελώ αυτόν, εννοούντα ότι εξ ειλικρινούς ενδιαφέροντος καυτηριάζω τα λάθη του προς διόρθωσίντου. Ευπροσηγόρως δε φερόμενος προς εχθρόν όχι μόνον δεν υποδαυλίζω το μίσος του αλλά και τον αφοπλίζω.
Που τ' αγάπουν τον άντρα μου εξήχασα το όνομά του
(1940)
Ειρωνικώς δι' όσους ανυπόλητοι προβάλλουσι με αξιώσεις σπουδαίων προσωπικοτήτων
Μέγ' γοράζεις ριάλια, αγόραζε αθθρώπους
(1940)
Ο άνευ άλλης αξίας πλούσιος δεν πρέπει να εκτιμάται περισσότερον από τον πτωχόν αλλά τίμιον και ευϋπόληπτον
Απ' αγάπουν τογ καλόμ μου, εν τον είδ' είντα μάδκια είδεν
(1940)
Εις παλαιοτέραν εποχήν η γυναίκα εθεωρείτο ανάρμοστον να προσβλέπη κατάμματα τον άνδρα, συνήθως δε και αυτή ακόμη η ύπανδρος προ παντός η χωρική, εις ένδειξιν υποταγής δεν συνήθιζε να ατενίζη τον άνδρα της. Η παροιμία ...
Πού τ' αγάπουν τογ καλόμ μου,τζ' απού τον είχα έννοιαν, πέντε χρόνους τον εφίλουν, τζ' εν τον είδ' αν είσεγ γένεια
(1940)
Εις περιπτώσεις καθ' ας είναι καταφανής η έλλειψις αγάπης και ενδιαφέροντος. Φέρεται ως έχουσα την αρχήν της εις μύθον, κατά τον οποίον σύζυγος κληθείσα εις αναγνώρισιν φονευθέντος, είπεν ότι ναι μεν ούτος ομοιάζει προς ...
Από τημ Πάφου έρκουμαι, τζαί Κορφήν κανέλα. Κατέβασ' το καπέλλο σου, για να φαν' η κουμπρέλλα
(1940)
Κατέβασ' ή Χαμήλωσ'. Προέρχεται από την Πανελλήνιον τοιαύτην “ Από την πόλιν έρχομαι ...” ή είναι γνησίως Κυπριακή; Εις την επαρχίαν Πάφου υπάρχει η Πόλις (Χρυσοχούς) και εις την της Λεμεσού ή Κορφή. Ηδύνατο να υποτεθή οτι ...