Αναζήτηση
Αποτελέσματα 301-400 από 3655
Άνθρακες ο θησαυρός
(1940)
Κάμνει τον άνεμον κουβάριν
(1940)
Η γλώσσα του εψ ψαλλίδιν
(1940)
Έκατσε στ' αβκά του
(1940)
Οποιος δουλεύκει τρώει
(1940)
Ο παρέχων εκδουλεύσεις δικαούται και εις ανταμοιβήν
Πίτταν έσεις, έννοιαν έσεις
(1940)
Έμ μετάξιν αφεντικόν
(1940)
Όπκοιος ιδκιάζεται, ποστέκεται
(1940)
Ο μετά σπουδής καί συνεχής εργαζόμενος κουράζεται
Άρατε πύλας
(1940)
Σπανίζει, ως αστεϊσμός. Εκ του ευαγγελικού ρητού
Βούννου, βούννου, βρε λοή
(1940)
Ανεμομαζώματα, διαολοσκορπίσματα
(1940)
Τα χωρίς τίμον ιδρώτα αποκτηθέντα ευκολώτερον εξοδεύομεν
Με το βελόνιβ βκάλλει λάκκον
(1940)
Απ' ατου άϊ (γι)άννυ τ' άϊ Αρμογενιού
(1940)
Εννοείται “ζήσε”. Ευχή φαινομενικώς, είναι πράγματι κατάρα, διότι ο μεταξύ δυο εορτών χρόνος είναι μια μέρα. Η 4η Οκτωβρίου (Ιωάννου του λαμπαδιστού) προς την 5ην, (Ερμογένους). Αντί μακρότητα ημερών ευχόμεθα βραχυζωΐαν...
Η αγιά Βαρβάρα βαρβαρώνει τζ΄άις Σάββας σαβανώνει, τζ΄άις Νικόλας παραχώνει
(1940)
Τα “Νικολοβάρβαρα” (4-6 Δεκεμβρίου) η χιών καλύπτει ως σάβανον την γην και η κακοκαιρία με την ψύχραν ευνοούσι τας ασθενείας εξ ων ο θάνατος...
Τα κανάτζια πόσ' ο μύλος, το νερόν τα κατεβάζει
(1940)
Κανάτζιν, το, εκ του ιταλ. cane που σημαίνει 1ον προγούλι, 2ον χάδι, εξ ου και κανακάρης, ο, και κανακάρικο, το...
Η ψεφκιά έχ χαλιτζίν της αλήθκειας
(1940)
Όπως διά την ανέγερσιν οικίας χρειάζεται η μεγάλη αλλα και μικρά πέτρα, το “χαλιτζίν”, προς στερεώσιν της έτσι προς αποφυγήν ψυχικού κλονισμού λέγεται η αλήθεια με ψευδή εις περίπτωσιν σοβαράς συμφοράς
Ο αληθινός θάβκεται ζωντανός
(1940)
Ο λέγων την αλήθειαν εις το εμπόριον δεν δύναται παρά ελάχιστα να κερδίση
Η αλήθκεια σίλιους χρόνους τζαί μιάν ημέραν έν να ποκαθαρίση
(1940)
Είναi αδύνατον να μη διαλάμψη κάποτε η αλήθεια κατα το γραφικόν “ουδέν ου φανερόν γενήσεται” Il Tempo dara ragione
Εφάαμεν ψουμίν τζ' άλας μαζί
(1940)
Η κοινωνία τραπέζης, προυποθέτουσα εκτίμησιν ή συμφέρον, συνδέει στενώτερον. Ο μή εκτιμών τούτο είναι αχάριστος. Υπήρξεν εποχή καθ' ήν το άλας, σπάνιον είδος πρώτης ανάγκης, ήτο απρόσιτον εις μη πλουσίους. Ποσότητα τούτου ...
Να σ' αλατίσω να μεβ βρωμήσης
(1940)
Τόσον αξίζεις που είναι κρίμα να απωλεσθής. Θα σ΄αλατίσω λοιπόν να διατηρηθής αιώνια. Ειρωνικώς
Το σατσίν του αλευτιού έμ πάντα σκονισμένον
(1940)
Ο δύστροπος και κακός χαρακτήρ είναι πάντοτε τοιούτος
Εν εν η αγάπη της Τουρτσιάς, εν η απελπισία
(1940)
Δι' όσους πράττουσι κάτι εξ' ανάγκης και όχι κατ' ιδίαν βούλησιν και αντίληψιν
Αν εν αλήθκεια πίστεψε
(1940)
Λέγεται όταν η αλήθεια είναι προβληματική
Εν τόσ' στόμα της αλήθκειας
(1940)
Ειρηνικώς δι' όσους μεταδίδουσι ψευδείς ειδήσεις δι' ούς λέγεται : Άρωτα τζαί τοθ θκειόμ μου τόψ ψεματάρην”
Η αλήθκεια εν του Θεού τζαί το ψέμμαν του δκιαόλου
(1940)
Η φιλαλήθεια είναι θεία αρετή, ενώ το ψεύδεσθαι είναι έργον του διαβόλου, αρέσκομένου εις σκάνδαλα
Η αλήθκεια σύντυχχάνει μονησή της
(1940)
Είναι τόσον προφανής πολλάκις ώστε παρά την προσπάθειαν συσκοτίσεως προβάλλει διαφωτιστική
Η αλουπού εκατόχ χρονών τζαί τα παιδκιλα της εκατόδ δέκα
(1940)
Ειρηνικώς δια νεώτερους που επιμένουσιν εις αντίοετον γνώμην από των έμπειρων γερόντων
Σ'αν τον αλάνην
(1940)
Ιστορική
Άλλαξεν ο γά(δ)αρος αφέντην άμμαν άλλαξεσ στρατούριν
(1940)
Ερμηνεία : Αλλαγή τις υπάρχει, όχι όμως ουσιώδης αφού οι κακοί όροι παραμένουσιν οι ίδιοι, συνεπώς και η εκ τούτων ενόχλησις
Άλετροξ ξυσμένον, σπαθίν ακονισμένον
(1940)
Όταν το άροτρον είναι απεριποίητον, όπως όταν είναι υγρά η γή και φορτώνεται λάσπην, δεν δύναται να σχίση την γήν και η αοτρίασις είνια κακή, βραδεία, κουραστική
Απού πελλόν τζ' απού μωρόν, μαθαίνεις την αλήθκειαν
(1940)
Αμφότεροι αγνοούσι την αξίαν και την ανάγκην της σιωπής φλύαροι δ' όντες φανερώνουσιν οτι γνωρίζουσι
Άφησ' τον ν' αλέθη
(1940)
Λέγεται επί πεισμόνων. Αφού δεν αντιλαμβάνεται το σφαλερόν της γνώμης του, άφησε τον να αντιμετωπίζη δυσκολίας
Έβ βαρύς σάν το μολύβιν
(1940)
Διά τούς βραδυκινήτους το σώμα και το πνεύμα
Ο ακριβός εν αν τα πάρη μαζί τους
(1940)
Ο φιλάργυρος παρά το βράχο και την ματαιότητα του βίου θησαυρίζει. Το πάθος τούτο εμυθόπλασεν ο λαός. Φέρεται εις παραμύθια ότι φυλάργυροι ηξίωσαν να ταφώσι μετ' αυτών τα χρήματα των. Συνετάφησαν κάποτε και δύο σακουλια ...
Ες σαϊτίζεις το ψουμίν τζαί τ' άλας
(1940)
Διά τους επιλήσμονας φιλικών δεσμών και τους αγνώμονας ή κοινωνία τραπέζης και άλατος ώστε να είναι σοβαρότερος όρκος το “ Μα το ψουμίν τζάι τ' άλας πούφα(γ)α”!
Άλλαξεν ο Μανωληος γιατ' έβαλεν τα ρούχ' αλλοιώς
(1940)
Ερμηνεία: Είναι αισθητή και έχει αξίαν η μεταβολή όταν είναι βασική
Έκαμεν ρον του αλαδκιού
(1940)
Όπως το κρέας συρρικνούται από το άλας.
Η αλουπού εμ πκιάννεται, μμα άμ πκιαστή εν τζαί που τα τέσσερα πόδκια
(1940)
Ο πονηρός δεν ξεγελιέται, αλλ' άν ποτέ γελασθή θα είναι για καλά
Αμαρτίες γονέων παιδεύουσι τέκνα
(1940)
Πιστεύεται πως αντί των κακών γονέων τιμωρούνται τα τέκνα των. Λέγεται και δι' ασθενείας εκ κληρονομικότητος
Πολλές φορές η αλουπού επέρασεν τα σιόνια
(1940)
Επί όσων εδοκίμασαν και διήλθον δύσκολους στιγμάς
Εγυαλλούρησέμ μου σαν τον αλουπόν
(1940)
Πιστεύεται οτι οι κότες υπνωτίζονται με το βλέμμα της αλεπούς. Με αγριοκοίταζε
Έγ κρυφή αλούπα
(1940)
Επί των φύση κακών, των υποκρινόμενων τον καλόν και κατορθούντων να πιστεύωνται ως τοιούτοι
Όντας λάμνει το καλάμιν, θέλουν τα σπίδκια μας βοτάνιν
(1940)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Μπάτε σσύλλοι αλέστε, τζι αλεστικά μεθ δόστε
(1940)
Δια όσους αυτοβούλως αποτολμούσι βα καρπωθώσιν κάτι χωρίς δαπάνην
Αλέθει πουρgούριν ψιλόψ – ψιλόν
(1940)
Εκφραστική του μεγέθους της ζήλειας
Είντα γυρέβκ' η αλουπού στο παζάριν;
(1940)
Τόπος δράσεως αυτής δεν είναι η πολυάνθρωπος αγορά. Δι' όσους υπάρχι λόγος να αποφεύγωσι κάτι
Έβαλαν τον αλουπόν να γλέπη τες όρνιθες
(1940)
Όταν εμπιστευόμεθα πρόσωπον που επιζητεί ευκαιρίαν να μας βλάψη
Το ψέμμα ψέμματίζει τζ' η αλήθκεια αθκεί
(1940)
Όσον και αν συγκαλύψωμεν τα γεγονότα θα αποκαλυφθή κάποτε το ψεύδος και η αλήθεια
Η αλήθκεια εν ολόϊδια
(1940)
Η αλήθεια είναι ευθεία, γυμνή από προσθήκας παραμορφούσας αυτήν. Ο έχων συμφέρον διαστρέφει τα γεγονότα δια να συγκαλήψη την αλήθειαν
Αλήθκεια έν ο Θεός, τζ' ο Θεός ένας ένι
(1940)
Όπως υπάρχει ένας μόνον θεός ούτω πώς και η αλήθεια είναι μια και μόνη
Αλέθει πουρgούριν
(1940)
Όπως το σιτάριν δια να γίνη πουργούριν αλέθεται ούτω και ο φθονότερος φθείρεται απο την ζήλεια του
Αλήθκεια έν ο Θεός
(1940)
Βραχυλόγως αντί της πλήρως τοιαύτης ως ακολούθως
Άδε αλλαξιμάδι ψας τζ' εν ο γυιός τ' άπέϊτου
(1940)
Ερμηνεία: Διά τους κοκκέτους εις την ενδυμασία των
Παρά αυλάτζίμ με νερόν, κάλλιον αυλάτζίμ με άλετρον
(1940)
Το σκάλισμα είναι ωφέλιμον παρά το πότισμα
Το πράμμαν τ' ακριβόν εν το φτηνόν
(1940)
Η καλυτέρα ποιότης εξ ου μακροχρόνιος χρησιμοποίησις συντρέχει ώστε το ακριβότερον να είναι ευθηνότερον από το μακράς αξίας αλλά ταχύτερον φθειρόμενον
Ν' αφήσουμεν τα ψέμματα, να πούμεμ μια αλήθκειαν ο κάμηλος γεννά ταβκά, τζ' η όρνιθα τα ρίφκια
(1940)
Υπό τύπον αστειότητοςεπί δυσπιστίας
Η αλήθκεια αθκεί
(1940)
Η αλήθεια ανθεί ως το φυτόν, και αποκαλύπτεται
Αλέθ' ο μύλος τζαί το σιτάριν τζαί πουρgούριν
(1940)
Όπως ο καλός ο μύλος αλέθει διαφόρους ποιότητας και ο καλώς λειτουργών στόμαχος τρώγει και χωνεύει όλα. Δια στομάχους υγιείς και αδηφάγους ως ο των παιδιών
Άλειψε τον τροχόν
(1940)
Δια να περιστρέφεται κανονικώς πρέπει να εκλείψη εκ προστριβής αντίστασις δια καθαριότητος και αλείψεως του τροχού με λιπαράν ουσίαν. Προς ευκόλον διεκπεραίωσιν υποθέσεων πρέπει να εξουδετερούται κάθε πιθανή αντίδρασις με ...
Βάλε αλεύριν, να κάμης πίττες
(1940)
Καμμιά υπόθεσις τελειούται χωρίς τα αναγκαία προς ευόδωσιν
Του ακριβού κλέψε του ή γάμα τον
(1940)
Να μη αναμένωμεν τον φειδωλευόμενον να πράξη τι το γενναίον αυτοθελήτως
Της αγιάς Μαρίνας δείχνει σύκον, τζαι σταφύλιν τζαι πορdίν στο γαλευτήριν
(1940)
Εις τας 17 Ιουλίου σπανίζει το γάλαν αρχίζουν δε τα σταφύλια και πρώϊμα σύκα
Άρκα πωρνή καλή μέρα
(1940)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Αγαπάς τζαι τημ μηλιάν, αγαπάς τζαι τα μήλα
(1940)
Ο αγαπών πρέπει να δεικνύη ενδιαφέρον και δια τους στενώς συνδεδεμένους και προσφιλείς εκείνου τον οποίον συμπαθει
Αγαπά τα όξινα
(1940)
Λέγεται επί φιλερώτων ιδία με διεστραμμένας ερωτικάς επιθυμίας
Αγιάσ Σοφκιάν εν να χτίσης;
(1940)
Ιστορική. Πρόκειται να επιχειρήσης τίποτε το σοβαρόν και δύσκολον, όπως είναι ο ναός της αγιάς Σοφιάς.;
Καλώς τον άγιον του θεού, τζαί τον οχτρόν της πίττας
(1940)
Το πρώτον μέρος λέγεται ως χαιρετισμός προς τους ιερείς, το σύνολον δε αστείως μεν προς τους ιερείς, προ παντός όμως φιλικά πρόσωπα με την έννοιαν του έξυπνος, επιτήδειος
Άϊ Γεώρκη βούθα μου τζ' έσου τομ πόδα σάλευε
(1940)
Δεν πρέπει να περιμένωμεν όλα από τους άλλους, αλλά να φροντίζομεν και ημείς διά τον εαυτόν μας
Αμ μεν εν τζείνος δαχαμαί εν ο αντζελός του
(1940)
Πιστεύεται ότι έκαστος ημών έχει και παρακολουθείται από προστάτην άγγελον. Δια τούτο και η πρόληψις ότι αν δεν ακούωμεν ημείς, όταν κατηγορούμεθα και υβριζόμεθα, ακούει ο προστάτης μας άγγελος. Είναι ανάρμοστον να υβρίωμεν ...
Άγιος ποθ θαμματουρκά δοξολοϊαν εν έχει
(1940)
Δεν προσέχουσιν εκείνον που αδυνατεί να προσφέρη εκδουλεύσεις, ούτε και περιστοιχούσι κόλακες εκείνον που έχασε την εξέχουσαν κοινωνική του θέσιν και εγένετο ανίσχυρος
Ο φτωχός ο άγιος εδ δοξάζεται
(1940)
Λέγεται ότι ο ανίσχυρος και πτωχός ούτε εκτιμάται αλλ' ούτε και λαμβάνεται υπ' όψιν και όταν ακόμη έχει κάποιαν αξίαν
Εν η αγία Βαρβαρού
(1940)
Τοπική της Λουρουτζίνας παρά την οποίαν υπάρχει υπόγειον σπήλαιον, η αγία Βαρβαρού, ναός ίσως της αγίας Βαρβάρας. Εντός τούτου πιστεύεται οτι ο πάσχων από ελώδη θεραπεύεται αν αφήση τεμάχιον από τα ρούχα του. Το σπήλαιον ...
Εκάλλει τηγ κουφήμ που την τρύπαν
(1940)
Ερμηνεία: Επί των δυναμένων να πείθωσιν ευκόλως
Εσού αγάς, τζ' εγιώ αγάς, εψόφησε τ' αππάριν
(1940)
Επί τουρκοκρατίας οι αγάδες είχον δούλους διά την καλλιέργειαν των κτημάτων των. Όταν απρακτούμεν όπως οι αγάδες, όταν δεν φροντίζομεν ούτε και επιμελούμεθα των συμφερόντων μας δεν είναι άπορον αν παραβλάπτωνται και ...
Απ' αγάπουν τογ καλόμ εν τον είδα είντα μάδκια είσεν
(1940)
Η παροιμία αποδίδεται εις μύθον καθ' όν μονόφθαλμος σύζυγος συνήθιζε να φέρη την πρωτοχρονιά δώρα εις την σύζυγόν του. Κάποτε όμως επειδή δεν της έφερε το δώρο της, δυσαρεστηθείσα, τον εκοίταξε το πρώτον τότε κατά πρόσωπον, ...