Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1301-1400 από 12472
Του κόσμου τ' αναέλαστρον του κόσμου αναελά του
(1951)
Λέγεται δι' εκείνους οι οποίοι κορϊδεύνουν τους άλλους ενώ νώ όντι αυτοί αξίζουν την κοροϊδίαν
Αναέλαν ο τίτσιρος του ξιναβράκωτου
(1951)
Λέγεται δι' εκείνους οι οποίοι κορϊδεύνουν τους άλλους δια τα ελαττώματά τους των ενώ κι' αυτοί έχουν τα ίδια
Όσα δε φτάνει η αλαπού τα κάμνει κρεμαστάρια
(1958)
Λέγεται όταν δεν ομολογεί τις την αδυναμίαν του
Μισό φαγα, μισό σπειρα, μισό 'χω να περάσω
(1956)
Τη λένε οι γεωργοί
Αν φοβόταν λύκος το χειμώνα έφκιανε και τράγια κάπα
(1954)
Χαρακτηριστική η παροιμία γενναιότητος ή θράσους
Αμόλα μελάνι!
(1950)
Κατά μεταφοράν από ζώα τινά της θαλάσσης, τα οποία προ του κινδύνου εκκρίνουν μελάνι και ούτω καθιστάμενα αφανή υπό του θολουμένου ύδατος φεύγουν αόρατα πλέον και σώζονται, ενεγγήθη η ανωτέρω φράσις σημαίνουσα φύγε, γίνου άφαντος
Κάθεται πάννω στα αναμμένα κάρβουνα
(1959)
Ερμηνεία: Δεν είναι ήσυχος
Τι χαλεύ' η αλούπα στο παζάρ' ;
(1953)
Οι ύποπτοι και πονηροί άνθρωποι αποφεύγουν την μετ΄ άλλον συναναστροφήν δια να μην ζημιωθούν, προτιμούν δε τον μονήρη βίον, ίνα ούτω κρυφίως εξακολουθώσι τας υπόπτους επιχειρήσεις των
Η κουβέντα χαλάει δυο σπίτια
(1953)
Παροιμιώδης έκφρασις
Μαναχός του έψησ', έλμισε, μαναχός του έφαε
(1951)
Μοναχός του μαγείρεψε, αλάτισε, μοναχός του έφαε
Ζυγιάζει απ' τσ' αλαφριές
(1957)
Για τους ανόητους και χαζούς
Πέρα βρέσσιει, τζιαι Καραμανιά σσιονίζει
(1951)
Καραμανιά = όρος της Τουρκίας
Μαρτύρ' σα τ'ς μάνας μ' του γάλα
(1953)
Ερμηνεία: Διέτρεξα μέγαν κίνδυνον
Κριμάει τα κυδώνια
(1953)
Συνουσιάζεται
Τον κάνω Θεό
(1950)
Δι' άνθρωπον δύστροπον και άκαμπτον, όστις δεν εισακούει παρακλήσεις, λεγόμεν τον κάνω Θεό = τον παρακαλώ θερμά και ταπεινά, όσον ταπεινά θα ικέτευα αυτόν τον Θεό. Συνώνυμος φράσις του ανάβω καντήλι ή του ανάβω κερί
Άλλαξεν ο Μανωλιός κι ήβαλεν τα ρούχα του αλλιώς
(1958)
Ερμηνεία: Ήτοι δεν αλλάζει η φύσις του ανθρώπου κι αν αλλάξη ζωήν
Ο λωλός κου(ν)τούνια φόργιε, κι' αν τα φόργιε ποιός τον θώργιε
(1954)
Ο τρελλός κουδούνια είχε στολισθή, μα και άν τα είχε και χτυπούσαν κανείς δεν το επρόσεχε
Κόψε ξύλο φκιάσε Γιώργο κι από κουτσουπιά Θανάση κι αν ρωτάς και για τον Γιάννη ότι ξύλο θέλεις κάνει
(1958)
Η παροιμία καταλογίζει ανοησίαν εις τους φέροντας αυτά τα ονόματα
Κάθε πετεινός στην κοπριάν του εν παλληκάριν
(1956)
Έκαστος εις το ιδικόν του περιβάλλον έχει παραπάνω αέρα
Τον κακό χρόνο τον περνάς, τον κακό γείτονα όχ[ι]
(1959)
Δηλαδή είναι κακό πράγμα να έχης κακό γείτονα
Άνοιξαν τα σκόρδα του
(1950)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Μωρέ, ξύλα για κάρβουνα
(1956)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Α! Μωρ' αλεπού! Ήτοι, α μωρή πονηρή
(1956)
Με αλεπού παρομοιάζεται η πονηρή γυναίκα
Νοικοκυρά από του Νάσσιαρη κι' από το Νικολίτσι
(1958)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Τα στραβά γομάρια τη νύχτα βοσκάνε
(1954)
Κυρίως επί απερισκέπων, οίτινες δεν ενεργούς εις τας καταλλήλους περιστάσεις
Απού μιτσίν τζι απού πελλόν να μάθης την αλήθκειαν
(1951)
Από μικρό παιδί κι από τρελλόν να μάθης την αληθεια
I eje pasi panda sta zunaria
(1950)
Zunaria = ζωνάριον, ζώνη, Νεοελλ. Οι γίδες πάνε πάντα στους κρημνούς, Ιταλ. Le capre vanno sempre nei precipizi
Είες του σσιύλλου το μαλλίν να γένεται μετάξιν; είες τζιαί του αρκόλυκου η γνώμη του ν' αλλάξη;
(1954)
Ερμηνεία: Η πονηρά φύσις των ανθρώπων δυσκόλως μεταβάλεται
Βγήκε η πομπή στην πόρτα και λέει Για τους διαβάτες
(1955)
Λέγεται για τους ανθρώπους εκείνους οι οποίοι αν και έχουν όλα τα κακά της μοίρας τους, κάθονται και κοτσομπολεύουν τους άλλους ανθρώπους Για ένα παράπτωμά των
Τα μεταξωτά βρακιά θέλουν άσπρα σκέλια
(1955)
Λέγεται δι' ανθρώπους που ενδύονται και συμπεριφέρονται ύτω προσπαθούντες να φθάσουν τους πράγματι αξίους και πέφτουν όλο σε γκάφες
Τi ppianni jinekα καnni καlα, ti dden dim βianni καnni καlo
(1950)
Νεοελλ. Όποιος παίρνει γυναίκα, καλά κάνει· όποιος δεν παίρνει καλύτερα. Ιταλ. Chi piglia moglie, fa bene ; cgi non la piglia fa meglio. καlo=κάλλιον
Να μιλήσεις μ' άνθρωπο, νάχ' αμπέλια και χωράφια
(1956)
Να συζητήσης με άνθρωπο λογικό και νοικοκύρη
Εμπάτε χοίροι 'λέσετε και λεστικά μή δώσετε
(1957)
Λέγεται όταν παρατηρείται ακαταστασία εις μίαν επιχείρησιν
He eats what he salted = Τρώει ότι αλάτισε
(1959)
That is his own fault; or he gets what he deserves = αυτό είναι το σφάλμα του ή κερδίζει οτι αξίζει
Ας εμ μιτσίν τ' αλώνιμ μου τζι ας εμ μανιshικόμ μου
(1951)
Ας είναι μικτόν το αλώνιν μου, μα ας είναι όλο δικό μου. Δια την αξίαν την οποίαν έχει ένα πράγμα δια τον κτήτορα πάρ' όλον οτι είναι ελαττωματικό
Απ' τ' ολότελα καλ' είν' κι η Παναγιώταινα
(1953)
Το ολίγον είναι πάντοτε προτιμότερον από το μηδέν
Είναι αλαφρό παλάντζα
(1956)
Άσπρος ήλιος, μαύρη μερά
(1958)
Απ' το παιδί να μάθης την αλήθεια
(1956)
Όταν δε συμφέρη στούς μεγάλους, σκεπάζουν την αλήθεια, ενώ το παιδί την λέγει
Σαν την αλεπού φορτωμένος
(1956)
Παραφορτωμένος
Άλας και ψωμί φάγαμε μαζύ
(1956)
Είμεθα στενοί φίλοι
Η δουλειά θέλει τρόπο κι όχι χρόνο
(1959)
Η δουλειά όταν γίνη με μέθοδο δεν χρειάζεται πολύ ώρα για να γίνη
Η αλήθεια είναι του Θεού το ψέμα του διαβόλου
(1954)
Το ψεύδος και η αλήθεια
Η αλήθεια είναι μαλώτρα
(1954)
Μαλωτρα ή πικρή, Το ψεύδος και η αλήθεια
Tis plonni e ppianni afsaria = Όποιος κοιμάται δεν πιάνει ψάρια = Chi dorme non piglia pesci
(1950)
Από τους ελληνοφώνους του Zollino της Απουλίας
Kαθα kombo erkete sto steni = Κάθε κόμπος έρχεται στο χτένι = Ogni nodo viene al pettine
(1950)
Από τους Ελληνοφώνους της Βόνα Καλαβρίας
Τι bbάι amalo pai καlό = Chi va piano, va sano = Όποιος πάει σιγά, πάει καλά
(1950)
Amαlό = εκ του ομαλός
Αντί του μάννα χολή
(1950)
Εκ του εκκλησιαστικού ύμνου “ αντί του μάννα χολήν, αντί του ύδατος όξος, αντί του αγάπαν με σταυρώ με προσηλώσατε.” Η φράσις επί εσχάτης αγνωμοσύνης ανθρώπου φερόμενου κακώς προς τον ευεργέτην του
Δε πήρες κάβο ακόμα;
(1956)
Ήτοι, δεν εκατάλαβες ακόμη ή δεν έλαβες γνώσιν του ζητήματος;
Όποιος οκνεύεται πολλά καλά στερεύεται
(1954)
Για τους τεμπέληδες, οι οποίοι, λόγω της οκνηρίας των στερούνται τόσων πραγμάτων
I kali jineka δen exi δe lucci δe aftia
(1950)
Νεοελλ. Η καλή γυναίκα δεν έχει ούτε μάτια ούτε αυτιά . Ιταλ. La buona moglie non ha ne occhi ne orecchi
Αναέλαν ο ποριάρης του κλαννιάρη τζι' ο πεζός του καβαλλάρη
(1951)
Δι' εκείνους οι οποίοι κοροϊδςύνου τους άλλους δια τα ελαττώματά των, ενώ κι' αυτοί έχουν τα ίδια. Επίσης δι' εκείνους οι οποίοι κοροϊδεύουν τους ευρισκομένους εις πλεονεκτικωτέραν θέση από αυτούς
Να 'μαστε φτωχοί, μα να μην είμαστ' άλαλοι
(1952)
Άλαλος = κουτός
Κανείς τζό 'υρεύει τα το 'ληθώτικο
(1951)
Την αλήθεια κανείς δεν τη θέλει
Το 'ληθώτικο έν' bρίκο
(1951)
Η αλήθεια είναι πικρή
Ο μακρύς εσάστην τζι ο κοντός επετάχτην
(1956)
Πρέπει να είμεθα προνοητικοί εις τας διαφόρους ενεργείας μας
Θέλοντας ο βλάχος μη θέλοντας ο ζωγράφος, φόρεσε κι εσύ, Χριστέ μου, κόκκινα τσαρούχια
(1954)
Αρχήν έσχε εκ μωράς απαιτήσεως βλάχου τινός προς αγιογράφον, όπως ζωγραφίση με τσαρούχια τον Χριστόν, λέγεται δε δια τους προβάλλοντας και έχοντας την δύναμιν να επιτελέσουν μωράν επιθυμίαν εις έργον ανωτέρας τινός υφής
Η αλήθεια 'ναι μαλώτρα
(1952)
Από τη συλλογή Λιβιεράτου
Σιβάτι, σκύλλ' αλέστι, κι αλεστικά μη δώστι
(1952)
Λέγεται για κείνους, των οποίων το σπιτικό εν γυνή δεν έχει καμία τάξη, και ο καθένας κάμνει του κεφαλιού του
Πολλά μαλλιά και λίγη γνώσι
(1958)
Παροιμία που δείχνει ανυποληψία στις διαοητικές ικανότητες της γυναίκας
Μεν αφήσης τογ γείτοσ σου να βάλη παλλούτζιν στον τοίχοσ σου, γιατί εν να σου πάρη τζιαί τον τοίχον
(1953)
Να μη είμεθα πολύ υποχωρητικοί
Αφού δεν σε θέλει το χωριό τί ρωτάς για του παπά το σπίτι
(1955)
Δηλαδή αφού είσαι ανεπιθύμητος, τί κάθεσαι και παρακαλείς;
Ν(δ)άμα έφα(γ)αμ' ας τσάι ψωμί
(1951)
Αντάμα φάγαμε άλας και ψωμί “
Ανdί απός γρουγώνεις 'πο παρέξου
(1951)
Σαν αλεπού κρυφοκοιτάζεις απ΄ έξω
Ανdί απός φυφτίζεις
(1951)
Σάν αλεπού συλλογιέσαι.
Ανdί απός νανούσαι
(1951)
Σάν αλεπού συλλογιέσαι.
Αλλιώς λογιάζ' ο γάϊδαρος, κι' αλλιώς ο γαϊδουρολάτης
(1952)
Ερμηνεία : Άλλα λογαριάζει ο λαός, κι' άλλα οι κυβερνήτες του
Αλλιώς τ' αλόγατα κι' αλλιώς ο καροτσιέρης, δεν πάει
(1952)
Ερμηνεία: Το λένε όταν ο κόσμος δεν ακολουθή μια διαταγή
Σο Βαρασό λέν αν gατζί,σην bόλην 'gούεται
(1951)
Στα Φάρασα λένε ένα λόγο, στην Πόλη ακούεται. Λόγος που λέγεται εύκολα μαθαίνεται. -Ποντ.Δ.Π. Αρ. 6:Άς σ' ωτίν 'ς σ'ωτίν,κρούει και ς' σή πασά τ' ωτίν.
Φέρε τα δυο άκρες σ' ά μερά
(1951)
Φέρε τις δυο άκρες σε μια μεριά. Κοίταξε να βγείς σ' ένα αποτέλεσμα
Κατζεύω τα 'γω, κούγω τα 'γω
(1951)
Να σ' αλατίσω να μη βρωμίσης
(1957)
Ειρωνική αποδοκιμασία της γνώμης του άλλου
Τι είναι ο κάβουρας, τι είναι το ζουμί του
(1954)
Από κάτι το ασήμαντον δεν πρέπει να ελπίζωμεν μεγάλα αποτελέσματα