Αναζήτηση
Αποτελέσματα 301-400 από 10257
Το στσυλί όσο να παχύνη, δεν τρώγεται
(1925)
Ερμηνεία: Επί παρεισάκτων
Άσπρος πετεινός μαύρος νοικοκύρης
(1929)
Ερμηνεία: Λευκόν αλέκτορα δεν διατηρούν εν τη οικία από πρόληψιν
Είναι μακρυιά το σκοτάδι; Κλείσ' τα μάτια να το ιδής
(1929)
Λέγεται επ' εκείνων οίτινες ισχυρίζονται άγνοιαν και αμφιβάλλουν δια τινα πράξιν, ενώ αυτή είναι οφθαλμοφανής, σαφής και ευεξήγητος
Απόχτησ' ο άβρακος βρακί, κάθε πόρδο και το λυεί
(1926)
Επί των οψιπλούτων, αλαζονευομένων φωρτικώς και επιδεικνυοομένων ακαίρως
Απ' το 'λότελα, καλή ν' κι Παναγιώταινα
(1926)
Ανεκτόν και το ολίγον εν περιπτώσει παντελούς ελλείψεως
Άσκημη, κάτσε να φάμε, κι όμορφη είdα να φάμε;
(1920)
Τι να τη gανης μια γυναίκα εξεβράκωτη (δηλ. Γυναίκα που δεν έχει μιας πεdάρας προϊκα) αμα δεν έχει και αυτή τίποτα; Πάρε μια γυναίκα νάχη προίκα κι ας είναι κι άσκημη. Γιατί μια γυναίκα με προϊκα και άσχημη νάναι θάχη μια ...
Άρτσι βούρτσι και λουλάς
(1926)
Σε μερικά μέρη το έλεγαν, ίσως αυτό να συμπληρώνη το πρώτον ότι όχι μόνον επιτρέπουνταν ελευθεροστομίες και παρεκτροπές αλλά και η ελευθερία να καπνίζουν το τσιμπούκι και να ρουφούν τον ναργιλέ.
Άρτσι – βούρτσι
(1928)
Την πριν της Απόκρεω εβδομάδα δεν νηστεύανε την Τετάρτη και την Παρασκευή από κρέας κι ήτανε τότε άρτσι-βούρτσι.
Κάλλια σκύλλο από τη Τρύπη παρά φίλο Βρεστενίτη
(1923)
Ούτω σημειοί ο Κ. Νεστορίδης. Οι Οινούντιοι λέγουσι το ορθότερον
Τφού κι απ' αρχής
(1923)
Η παροιμία προήλθεν εκ τούτου: Μια βουλά ένας είχι πάει για καζάντ'. Πήι κάμποσα χρόνια κι γύρσι πίσου. Ίφιρνι ίσιαμι πέντι χ'λιάδες. Καθώς γύρζι κι πάϊνι στου χουριό τ', έφτασι σ' ένα χάν'. Ικεί στάθηι για να κ'μηθή του ...
Έσ'εις Τούρκοφ φίλον; κράτε που(1) τηδ δεξιά σ' ξύλον
(1923)
(1)Από...
Τούρκος γεφύριν τσ' άγ γενή, που (1) πάνω του μέρ ρέξης(2)
(1923)
(1)Από
(2)Μη περάσεις...
Ο Τούρκος σε(1) κάνει τον φίλο αν είσαι πλούσιος
(1923)
(1) Διαλεκτισμοί της Δυτικής Μακεδονίας
Εις την εβδόμην παροιμίαν αποκαλύπτει ο ελληνικός λαός ότι η φιλοχρηματία είναι το ελατήριον της προσπεποιημένης φιλίας του δολίου Τούρκου....
Αβάρετο παιδί, χαρά σπιτιού
(1929)
Έφυεν άρατος
(1925)
Εξεδιώχθη
Ακριβά τον αγόραζ'
(1923)
Δηλαδή, τον ευρίσκει εντελώς ανάξιον
Ζυγιάζει απ' τς αλαφριές αυτός
(1927)
Ερμηνεία: Είναι ελαφρόνους
Δεν παραπατάει σι σάπιο ξύλο
(1927)
Ερμηνεία: Βαίνει εκ του ασφαλούς πάντοτε
Ματάκια που δε φαίνονται, γλήγορα λησμονιόνται
(1928)
Από μοιρολόγι στίχος 4...
Σαν η σταλαξιά στο δέντρο.
(1921)
Σχέστηκα σφογγίστε με
(1928)
Επί των οκνηροτάτων.
Με σφίγγει το τσαρούχι
(1924)
Φασκέλωσέ τα και λιβάνιζέ τα
(1928)
Σπουλάιτ και σπουλάιτ.
(1924)
Και το στανιό καλό κι' αυτό.
(1928)
Είναι στάλα στο κλαρί
(1923)
Σαν τη στάλα στο κλαρί.
(1921)
Είναι στάλα στο κλαρί.
(1921)
Το στανιό ο θεός το δωσε.
(1921)
Η σταφίδα σταφιδιάσει.
(1926)
Ωχονούς και τούμπου τούμπου
(1921-07-23)
Απάν ς σιφτεάρ κι στέκ'.
(1920)
Σαν τον Τούρκο με το Φράγκο
(1921)
Είναι στο στοιχειό του
(1928)
Επί των ευρισκομένων εν δυνάμει και εξουσία.
Του άλλαξε τον αδόξαστο
(1922)
Ερμηνεία: Επί αγρίως και ανηλεώς δαρεντος
Που πουνεί, γαδουρνα φουναζ'
(1929)
Συλλογή Πελίς – Αβέτ
Εν έμεινεν ρουθούνιν
(1920)
Δεν έμεινε ρουθούνι
(1922)
Ερμηνεία: Επί γενικού ολέθρου
Αλλάσσει τζ' αι ξαλλάσσει
(1920)
Ταΐζει τς κλέφτις αυτήν'
(1926)
Είναι διεφθαρμένη
Αγόρασα τον διάουλό μ'
(1923)
Ερμηνεία: Ευρήκα τον μπελά μου
Δε χρουστάει πουτέ αλήθεια αυτός
(1922)
Ερμηνεία: Πάντοτε ψεύδεται
Που πουνεί, γαδουρνα φουναζ'
(1929)
Παλιά αλεπού
(1922)
Επί πανούργων
Τον έχουν' απουρράβδ', απουμπάτσου κι απουκλώτσου
(1926)
Τον κακομεταχειρίζονται
Τον περνάει γενεές δεκατέσσερεις
(1928)
Επί αθυροστόμου αποκαλύπτοντος και τα μάλλον ελάχιστα τρωτά τινός
Κόρακας κοράκου μάτι βγάνει
(1929)
Τ' άλλαξαν του γιακά στου ξύλου
(1923)
Ερμηνεία: Τον έδειραν ανηλεώς
Απ' του παπά τη χλιάρα γλύτωσα
(1926)
Διέφυγα προφανή κίνδυνον ασθενήσας
Εγγυητής και πληρωτής
(1922)
Επί των εγγυωμένων δια μη αξιοχρέους και πληρωνόντων είτα δι' αυτούς
Σούνι νια αλπού!
(1923)
Πατάει στ' αγκάθια
(1923)
Δηλαδή, είναι έτοιμος να φύγη, ανυπομονεί
Αυτός κάθετι
(1922)
Ερμηνεία: Έτοιμος προς αναχώρησιν
Δανεικό κι αγύριστο
(1922)
Επί των μη αποδιδομένων δανείων
Έγινε άρατος καπνός και μπαρούτι
(1926)
Εξηφανίσθη
Έγινεν άρατος
(1926)
Εξαφανίσθη
Μας έγινε κουνούπ'
(1922)
Άνω Ερμηνεία:
Γειά σ'! αλήθεια λέω
(1928)
Ο λέγων την αλήθεια κάτι προς πταρνισθέντα
Μουλύβ' βαρύς
(1929)
Την κάμανε του αλαθιού
(1924)
Την κουράσανε πολύ
Αγύριστο ταξίδι
(1922)
Θάνατος
Να σ' αλατίσω!
(1922)
Επι λέγοντος ανάλατα, ανόητα
Τούχεσαν τουν αγουϊάτ΄ στου ξύλου αυτνού
(1923)
Δηλαδή τον κατεμολώπισαν
Αυτοίν' γίνηκαν άρατε-πήρατε
(1926)
Διεσκορπίσθησαν
Τόβαλι κέρατα η γυναίκα του
(1928)
Επί ανδρός, ον ατιμάζει η σύζυγος
Τουν αλπουτίναξαν
(1923)
Τον έσπρωξαν, τον ώθησαν με πρόθεσιν να τον καταρρίψουν και του προξενήσουν κακόν
Χωρίς πλάνο ψάρ' δεν πιάνεται
(1922)
Ερμηνεία: Επί δοροδοκίας
Κοντός ψαλμός αλληλούϊα
(1923)
Άλεσε τον αυτόν
(1923)
Προσπαθησε να τον πείσης με τα κατάλληλα λόγια
Έγινε άρατος
(1926)
Άφαντος
Αφύσικος πραματευτής, καθάριος διακονιάρης
(1922)
Ερμηνεία: Επί των παρ' αξίαν πλουτουντων, ευτελώς δε ζώντων
Αϊκούει σα λύκους
(1927)
Ερμηνεία: Επί του έχοντος οξείαν την ακοήν