Αναζήτηση
Αποτελέσματα 201-300 από 338
Μωρέ τσούπες, μωρέ τσούπες έχει ο μούνος σας τουλούπες;
(1919)
Λέγεται περιγελαστικώς επί των προσκυιουμένων οτι είγνουσι τις, όπερ όμως είνε πασίγνωστον αι ως αυτούς τους προσποιουμένους αγίοσιν
Μανώλη κάτσε γύρευε και Νικολό καρτέρει
(1917)
Επί των ματαίων επιχειρούντων να ανεύρωσι η εξυχνιάσωσι πράγμα τι
Κάτσι, κόρη ανύπαντρη να κάνω γυιο να πάρης
(1919)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Τι τόθελα 'γω το βιολί δεν έπαιρνα την κάπα που κάνουνε τα δόντια μου 'δω ΄χαμου κράπα, κράπα
(1919)
Ερμηνεία: Λέγεται επί των πράττουτων τα όλες αντίθετα επάνω, άτινα απαιτούσιν αι περιστάσεις και ως εκ τούτον υποφέρουσι
Είπ' ο πετεινός το γάϊδαρο χειλά
(1919)
Ανάλογον του Είπ' ο γάϊδαρος τον πετεινό κεφάλα
Ποιός είδε αρνί με τσιμπουρά, κοριό με το σαμάρι, με φουστανέλλα ποντικό, το λύκο με δοξάρι
(1919)
Δηλούντας το αδύνατον πραγματοποιήσεως του προτεινομένου ή αναφερομένου κατορθώματος
Γαιδουρινά μούτρα, αφεντική ζωή
(1919)
Η παροιμία σημαίνει ότι ο έχων ευτραφές το πρόσωπον, ο χοντρομούτσουνος, βωιδομούτσουνος, αναγκαίως δέον να διάγη καλώς, αλλιώς δεν θα έχη την τοιαύτην όψιν
Πιάσε τ' αυγό και κούρευτο και πάρε το μαλλί του
(1919)
Η παροιμία λέγεται ειρωνικώς προς δήλωση πράγματος αδυνάτου.
Της καλής προβατίνας κουδούνια της κρεμάνε
(1919)
Η προκείμενη παροιμία Λέγεται ίνα δηλωθή, ότι ο καλός άνθρωπος, ο εκλεγών ενόρκως το καθήκου του, πάντοτε θέλει ανταμυφθή επαξίως
Ο άντρας μες 'στο σπίτι, ο διάβολος στην πόρτα
(1919)
Της παροιμίας ταύτης, νυν ήκασα τυχαίως εν Βυτίνη δεν ηδυνήθη να εξακριβώσω την πραγματική της σημασίαν. Ίσως θέλει να δηλωθή ότι όταν ο ανήρ αντί να εξέρχεται ωρός εργασίαν, εξ εναντίας μένει εις τον οίκον, τότε αναγκαίως ...
Με ηύρες, πάριμι να μι' χρειαστής, να μ' έχης
(1919)
Η παροιμία σημαίνει ότι ο,τιδήποτε και αίμασ τύχη, το οποίον υπάρχει πιθανότης να μασ φανή, μίαν ημέραν χρήσιμο δεν πρέπει να' αφήνωμεν τούτο
Περσσότερα αρνοκέφαλα, παρά κριαροκέφαλα
(1919)
Η παροιμία αυτής πολύ πιθανόν να έχη την αρχήν της επί τίνος διηγήσεις
Η νύχτα χει αυτιά κ' η μέρα μμάτια
(1917)
Ερμηνεία: Την νύκτα πρέπει να προφυλάσσηται τις από τους ωτακουστάς την δε ημέραν από τους οφθαλμούς των ανθρώπων.
Λαγός τη φτέρη έσειγε, κακό της κεφαλής του
(1919)
Η παροιμία λέγεται επί των ποιούντων τι αναρμόστως και παρακαίρως, πράγμα το οποίον θέλει αποβή προς μεγάλην αυτών ζημίαν
Δεν έχεις λεφτά, κάνεις δε σε τηράει ούτε ακόμα η μάννα σου
(1919)
Λαϊκόν αξίωμα περί της παντοδυναμίας του πλούτου
Πατέρα μου το φέσι σου να τόχα ναβανα αλάτι
(1919)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Ας το μάθουν οι γειτόνοι πως το σπίτι ξεφαντώνει
(1919)
Συνοδεύεται από κείμενο......
Ντέρτι που τόχει η Μάρω πούναι το μουνί της μαύρο
(1919)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Το ξέρει κι' η σκούφια του Παπαμιχάλη
(1919)
Λέγεται προκειμένου περί πασιγνώστων πραγμάτων οίτινα ανακοινούνται ημίν, εις κακιοφανή. Ποιος ήτο ο Παπαμιχάλης άγνωστου
Αν μιλά κι' αν δε μιλά το κιφάλι μου χαλά
(1919)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Από τα χτες 'στα σήμερα λείπει ο άντρας μου 'στο μύλο. Πέστε μου σεις γειτονισσες να παντρευτώ ή να μείνω
(1919)
Λέγεται μετά ειρωνίας επί των επιπολαίων και βιαζομένων να πράξωσι τι και τουτο ύλες παρακαιρες
Πεντάρα πείρνουμε, πένταρα τρώμε
(1919)
Λέγεται επί της πτωχής εκείνης τάξεως του λαού, ήτοις ζη εν στερήσοι και κακουχίας, ψευτοζή, ψευτοπερναει, σπρώχνει τη μιά ΄μέρα με την άλλη, και ήτις αυτοζή εν των ελαχίστων εισοδημάτων, άπνα έχει
Ο γάιδαρος όταν γκαρίζει το κεφάλι του σπορίζει
(1919)
Σπορίζει = σπάει, σπορίζομαι = καταλαμβάνομαι από ακοιλότητες, με πιάνει κόψιμο, τσερλί, π. χ. Αυτό το βόιδι δεν είν' καλά, γιατί; Δεν το βλέπεις; Το πάει τσερλί, σπορίζεται, ήπια όλιο και σπορίστηκα = ελύθηκα, όλιο = ...
Όταν τύχη ο αετός το παίρνει η κουρούνα, όταν τύχη η κουρούνα δά το παίρνει ο αετός
(1919)
Η παροιμία λέγεται ίνα εξαρθή τίνος η αξιοπρέπεια
Για τ' άντι πόχει τέσσαρες τρούπες
(1919)
Ερμηνεία: Λέγεται ως απάντησις όταν τις ερωτά περί πραγμάτων, τα οποία δεν τον ενδιαφέρουν
Αλλού κοιμάται κι' αλλού 'ν' τα ρούχα του
(1919)
Επι ανθρώπων ακαταστάτων ή επιπολαίων και πραττόντων τα όλως αντιθετα των όσων πρέπει να πράττωσι
Το γάιδαρο σελώνει και τη γίδα καλλιγώνει
(1919)
Εννοείται για να στείλη
Από τα σύκα, σια με τα σταφύλια
(1919)
Η παροιμία αυτή αγνώστου επί τινος λέγεται, διότι δεν ηδυνήθημεν να εξακριβώσουμε την σημασίαν αυτής
Πάει σειρά το βασίλειο
(1919)
Λέγεται όταν πολυμελούς τινος οικογενείας πάντα τα τέκνα αποβαίωσι καλά ή κακά
Είναι βιός και βιοτάρι
(1919)
Είναι ή έχει
Της ψολής μου το κεφάλι πιστεύω
(1919)
Συνοδεύεται από κείμενο ...
Ομιλούνε οι δασκάλοι με του Σέϊκου το κεφάλι
(1917)
Ερμηνεία: Σέϊκος αλήτης τις εν Λαγκαδίοις περιβόητος δια την ευήθειάν του
Κάλλια μια κοκκινάδα πάρα δέκα κιτρινάδες
(1919)
Παρεμφερής κοκκινίζω
Κάνε πέρα προβατίνα μη θολώνεις το νερό
(1917)
Ερμηνεία : Στίχος ίσως δημοτικού άσματος μεταπευτήν εις παροιμίαν. Επί των αποπεμπόντων τινά όστις ίσως ήθελε ματαιώσει τα σχέδιά των
Κατηγορούν τη γάτα μας τη λεν πως είναι γραία, πως έχει 'μμάτια γαλανά και την ουρά μακραία
(1919)
Συνοδεύεται από κείμενο ...
Σε ξένο κώλο ραβδιαίς δεμ πονάνε
(1919)
Συνοδεύεται από κείμενο ....
Ο Θανάσης κ' η Μαριώ γδύσαν ένα λιοτριβείο
(1917)
Ερμηνεία: Επί υπόπτων ανθρώπων προς ους πρέπει να δυσπιστώμεν
Φέρνει ο Θεός τ' αλεύρι παίρνει ο δαίμονας τα ξύλα
(1917)
Ερμηνεία: όταν επιτευχθεύντος επί τέλους καλού τινός υπέρ προ πολλού ευχόμεθα αίφνης εκ νέας καταδρομής της τύχης αι ελπίδες εκ νέου ματαιούνται
Το μουνί τ' αντίδικο τ' ανατζουτζουρίδικοόταν μπάινει στο χορό αναδίνει το κακό όταν περπατεί μασσάει κι όταν κάθεται γελάει
(1919)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Από τη γη στον ουρανό είν ένα μουνοπάτι κι απο τογ κόλο στο μουνί δυο δάχτυλα και κάτι
(1919)
Μουνοπάτι = άσεμνος ετυμολογία εκ του μούνος ή μουνί
Όπου μούναρος σου τύχη χώστηνε βαθειά μια πήχυ
(1919)
Ασελγές παράγγελμα πρακτικών επικουρείων
Σ' έχω 'δώ μέσα ορθό
(1919)
Εννοείται στην καρδιά
Ώμορφή μου κι ώμορφή μου τί έχουμε να φάμε βράδυ; Άσκημή μου κι άσκημή μου τί θα πρωτοφάμε βράδυ;
(1919)
Η παροιμία λέγεται επί εσχάτης ενδείας, την οποίαν όμως ανέχεται τις μετ' επιθυμίας
Του γέρου τα λόγια ν' ακούς κι' όχι τις πορδές του
(1917)
Ερμηνεία: Πρέπει να κούωμεν τους συνετούς λόγους των γερόντων παραβλέποντες τα εκ της ηλικίας προερχόμενα ελαττώματα
Άπλωσε τη γλώσσα της μια πιθαμή
(1917)
Ερμηνεία: Επί φλυάρων γυναικών
Μα τη θειά μου Καρονίνα που πηγαίνει στην Αθήνα και ψοφάει από τημ πείνα
(1919)
Λέγεται περιγελαστικώς όταν τις διηγήται ψευδός τι και προσκαλείται υπό των ακροατών του να ορκισθή, εαν τα λεγόμενά του είνε αληθή
Τογ κώλο έβαλες μάγιρα; σκατά σου μαγειρεύη
(1919)
Η παροιμία σημαίνει ότι δεν πρέπει να δυσανεσχετούμεν δια την κακήν έκβαση υποθέσεώς τινός, όταν αίτιοι τούτου είμεθα ημείς αυτοί αναθίσαντες την διαφυγήν τούτης εις άνδρα ανεπιτήδειον
Κεφαλλονίτικος παππάς τα λέει με σοφία τα δώδεκα Ευαγγέλια τα κένει δεκατρία
(1919)
Συνοδεύεται από κείμενο ...
Κλαίν οι χήρες, κλαίν οι μοίρες, κλαίν και όσες έχουν δυο άνδρες
(1919)
Συνοδεύεται από κείμενο ...
Πρέπει να συγγάνης, τον άλλο για να καταλάβης
(1919)
Συνοδεύεται από κείμενο ...
Εμείς λόγο είπαμε, λόγο δεν εκόψαμε
(1919)
Συνοδεύεται από κείμενο ....
Μη βλαστημάς τογ καβαλλάρη που κρέμουνται τα πόδια του
(1917)
Ερμηνεία: Όπως δεν πρέπει να ελεεινολογή τις εν πορεία εις τον ιππέα διότι ούτος αναπαυτικώς κάθεται επί του ίππου αλλά τον πεζή βαδίζοντα, ούτω δεν πρέπει να λυπώμεθα τους ευπορούντας αλλά τους πράγματι δυστυχούντας
Δούλεψε νιός όσο μπορείς και γέρος άνοιξη να βρής
(1917)
Ίνα ζήση τις ανέτης κατα το γήρας πρέπει να κοπιάση εκ νεότητος του
Φύσα γρηά το μονοδαύλι φύσα το και δεν αννάβει
(1919)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Δώσ' μ' εμέν και του παιδιού μου κι' άντρας μ' όξω παραστέκει
(1917)
Ερμηνεία: Επί των άγαν απλήστων
Σαν τη μάλλιαση του κάβουρα
(1917)
Ειρωνικώς επί των ψευδολόγων ή των προσποιουμένων ότι έχουσι τι όπερ δεν έχουσι
Όσοι σκαπετάν σ' τη Γιάβιζα δεν είνε ζευγολάτες
(1919)
Γκιάβιζα = ροποθεσία παρά τα Λαγκάδια ένθα μόνον αμπελώνες υπάρχουσιν. Η παροιμία αύτη καθαρώς τυπικόν χαρακτήρα κατ' αρχάς έχουσα, εν τούτοις ως λίαν εκφραστική διεδόθη καθ' άπασαν την Γορτυνία
Ο λαγός με τ' αμάξι κυνηγιέται και με το μπαμπάκι σφάζεται
(1919)
Λέγεται όταν επιτυγχάνεται τι αθορύβως
Ούτε κόττες έχω, ούτε με την αλεπού μαλώνω
(1919)
Συνοδεύεται από κείμενο ...
Εγώ χω καστροκαραβιά και καραβιού φουσάτο
(1917)
Ερμηνεία: Εγωιστική έκφρασις του θέλοντος να επιδείξη τον πλούτον και την ισχύν του
Ο μπακαλιάρος είνε ο φονέας του σπιτιού
(1919)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Όπου καρτερεί να φάη, ποτέ του δεν πεινάει
(1919)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Κάθε πουλάκι στο κλαρί, με τογ καιρό του κελαηδεί
(1919)
Ερμηνεία: Σημαίνει ότι πρέπει να αποφύγωμεν την αταξίαν και ό,τι δήποτε και αν πράττωμεν, πρέπει να το πράττωμεν μετ΄ακριβείας και τάξεως
Κατά τογ καιρό χασμούρημα
(1919)
Ερμηνεία: Συμαίνει ότι το κάθε τι πρέπει να γίνηται εις την κατάλληλον ώραν
Μη με λες παππασπασμένο, μη σε 'πω παπαχεσμένο
(1919)
Λέγεται προς παραπονούμενον ότι υβρίζεται ή εμπαίζεται, ενώ αυτός ο ίδιος έκαμε την αρχήν
Είπ' ο χέστης του πορδή, φεύγα τι μ' εβρώμισες
(1919)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Ανέβηκα στον Τύρναβο και τήρηξα το Βόλο. Δυό δάχτυλα και το μουνί απέχει απ' τογ κώλο
(1919)
Λέγεται επί των ευρίσκοντων σχέση το πράγματα,είθα δεν υπάρχει τοιαύτης
Δε βρέχεται η γλώσσα του
(1917)
Ερμηνεία: Επί ευφυούς και δραστηρίου
Η νύφη οπόταν γεννηθή της πεθεράς θα 'μοιάση
(1919)
Η παροιμία σημαίνει ότι μερικά πράγματα είναι προαποφασισμένα να γίνουν όπως γίνονται
Έμεινε ξερός κι΄ αδρέπανος
(1919)
Λέγεται προκειμένου περίτινος, όστις αίφνης χάνει την περιουσίαν τουΙΙΣυνοδεύεται από κείμενο......
Ούτε συ παππά στα φώτα, ούτε εγώ 'ς τον αγιασμό σου
(1919)
Λέγεται όταν δυο τινές οργίζωντας καταγγήλων και διακόπτωσι τους μετ' αλλήλων σχέσης των
Το μουνί σου κι' ένα πράσο τι μου δίνεις να στο πιάσω
(1919)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Έκανε κι η ψείρα κόλο κι' έχεσε τον κόσμον όλο
(1919)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Κάνοντας κάνοντας η γαιδούρα πουλάρκα, το σαμάρι δεν έπεσε από πάνω της
(1917)
Ερμηνεία: Επί των μητέρων εκείνων αίτινες αν και πολλά τέκνα γεννώσι εν τούτις δεν ελαφρύνονται επί των βαρών τα οποία έχουν διότι τα γενώμενα αποβαίνουσι κακά
Βλάχος εγάμησε, στον αφαλό την έβανε
(1919)
Λέγεται επί των ανικάνων να πράξωσι τι και ποιούντων κωμιλώ το τρόπω άλλα αντ' άλλων.
Στήθος μάρμαρο, καρδιά καημένη
(1919)
Λέγεται επι ανθρώπων αγαπούντων μεν αλλά μη προσδιδόντων εις ουδενά το πάθος αυτών προσποιουμένων απάθειαν
Από τη μάννα μου έρχομαι και συ μαντάτα φέρνεις
(1919)
Ερμηνεία: Λέγεται όταν τις θέλη να μας παράσχη ακριβείς δήθεν πληροφορίας περί τινο ζητήματος, το οποίου όμως ημείς ηξεύρομεν καλύτερου τούτου
Πω! πω, μαννούλα μου πάει η μάντρα
(1919)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Τώρα βγήκε νέα μόδα και καινούργια μηχανή, μίαν είκυσι ο κώλος και πενήντα το μουνί
(1919)
Λέγεται όταν αναγγέλλεται κακόν τι και ασύνηθες
Ο κώλος είνι κόλαση και το μουνί πηγάδι και όποιος κόλο δε γαμεί στραβός πάει στου Άδη
(1919)
Ασελγες αξίωμα των παιδεραστών
Κυριακής εορτής κοντή
(1919)
Δηλαδή εορτής η σωσία είνε κοντά, δεν απέχει πολύ, πάντοτε, κάθε επτά ημέρας, μας έρχονται
Ποιός είδε πράσιν' άλογα και δάσκαλο με γνώση
(1917)
Ερμηνεία : Χαρακτηριστική διά την μωρίαν των σχολαστικών διδασκάλων
Ο χρόνος πάει κι' έρχεται κι' η Κυριακή δεν έρχεται
(1919)
Λέγεται επί των αναμενόντων ανυπομόνως τι
Δεγ κατεβάζει ο ποταμός κάθε ημέρα αξίνες
(1917)
Ερμηνεία: Δια τους σπατάλους οίτινες μόλις λάβωσι ποιον τι το εξόδευουσιν αμέσως. Η αρχή της παρομοοιάζει τινός ευρόντος τυχαίως εν τω ποταμώ αξίνων της οποίας το αντίτιμον εξώδευσεν ευθύς μονίμων οτι διαεκώς θα τον κινύει η τύχη
Κατακαϊμένε άνθρωπε σαν ποντικός γεννιέσαι, σαν λιοντάρι γίνεσαι σαν τον άνθό μαδειέσαι
(1919)
Ερμηνεία: Το ανώτερο δίστιχον το οποίον πολλάκις συμφύρεται και εν μοιρολόγους, λέγεται συνήθως επί τω θανάτω ή τη παρακμή τινός όστις πριν το κράτος ισχυράς ή και πλούσιους λίαν
Κάλλιο γαιδουρόδεμα παρά γαιδουρογύρεμα
(1919)
Δηλαδή, καλύτερα να το έχω δεμένο επάνω στο γαιδούρι παρά να γυρεύω γάιδαρο δια να το δέσω. Με άλλους λόγους, καλύτερα να κάμω τώρα τη δουλειά μου, να την έχω σίγουρη, παρά να περιμένω δι' αύριον, έστω και αν ελπίζω ότι ...
Στοίς εφτά του μακαρίτη, άλλος μπαίνει μέσ' το σπίτι
(1919)
Λέγεται όταν μία χήρα νυμφεύεται πρίν παρέλθη πολύς καιρός μετά τον θάνατον του συζύγου της
Τώρα σ' ηύρα, τώρα στάσου
(1919)
Λέγεται επί των διακοπτόντων την ομιλίαν, ινα ερωτήσω δια πράγμα, όλως διόλου, ασχέτου προς εκείνω, περί ουν γίνεται λόγος εν τη διάλεξη