Αναζήτηση
Αποτελέσματα 7901-7924 από 7924
Τση γυναικός τα λόγια ας σα δέκα το έναν ν΄ ακούσ
(1881)
Ερμηνεία : Επί καλής συμβουλής γυναικός, ην παρακούων τις συμβαίνει να μετανοήση. Η παροιμία αυτή προήλεθν εκ του εξής διηγήματος : Ήλθε ποτε καδής εις το χωρίον του Νασδραδία χόντζα, όσης ηθέλησε να τω προσφέρη ως δώρον ...
Ακριβός θαρρεί κερδαίνει και φορά και δεν το νοιώθει
(1883)
Εννοεί τον φιλάργυρον, όστις αυτή ν' αγοράση ακριβόν πράγμα, όπερ είναι και ειθηνόκρον, τουναντίον αγοράζει το φθηνόν, όπερ είναι και τ΄ακριβότερον προς δε ευνοεί και τους γονείς εκείνους, οίτινες λυπούνται να αγοράσωσι ...
Τόνα μ' αυτί κάνω χωνί, τ' άλλο μου κανάλι, για να τα βάνω πό' τη μια, να βγαίνουν αφ' την άλλη
(1884)
Αδιαφορώ δι' όλα όσα λέγεις, κατηγορείς
Εγώ τη ροκ' αγαπώ και το κρασί δεν πίνω τρεις μπότσες πίνω το πρωϊ και τρεις το μεσημέρι το βράδυ το κοντόβραδο στραγγίζω το βαένι
(1889)
Ερμηνεία: Επί των λίαν οκνηρών γυναικών και οινοφλύγων
Το Μάρτ 'ς σην έμπαν ατ κι τερούν, 'ς σην έβγαν ατ τερούν άτον
(1881)
Ερμηνεία: Επί των κατά τας πρώτας ημέρας αιθρίων του μηνός Μαρτίου, όστις εις τοιαύτην περίστασην συνήθως κατά τέλη αυτού είναι ψυχρός. Έτι επί υποθέσεως βαινούση κατ' αρχάς αισίας, ης όμως η επιτυχής περάτωσης είναι ...
Παράτησε το τσικτιρμέ πηγε μ΄ένα τσερνίκι ήταν μ΄ένα πουκάμισσο κι΄ήρτε μ΄ένα μανίκι
(1889)
Ερμηνεία: Επί εκείνων οίτινες εγκαταλείποντες τοις πρότερον κυρίας αυτών προσκαλλώνται ετέρους π΄ελπίδι μείζονος κλερδους μεν, αλλά ζημιούνται
Κωφόν καμπάνα κι' αν χτυπάς, λωλόν κι' αν δεαρμενεύεις, και μεθυσμένον αν κερνάς, όλα χαμένα έχεις
(1886)
Ερμηνεία: Επί ανθρώπων απειθούντος εις πάσας τας αυτώ διδομένας συμβουλάς
Σελάτο βούδι έπαιρνε και κάμπουρο γαδούρι, γυναίκ' από γενιά και σκύλο μακρομούρη
(1889)
Σημείωση : Σελάτο βούδι τινες εννοούσι το έχουν πρωτεσμένας τας πλευράς, τα τοιαύτα δε και αυτούς υφίστανατι τον ζυγόν ερρωμενέστερον. Και άλλους σελάτο λέγεται το έχουν από τον λαιμό δίπλα τα κοινώς καλούμενα ασμάνια, τα ...
Τρεις που σ' έχω και τρεις που μ' έχεις έξη και τριώ μηνώ το παιδί εννιά. Πως δεν είν' σωστό το παιδί; Καλά, γυναίκα, σωστό 'ναι
(1889)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Αν σε δαγκόσω εγώ η οχίτσα, ετοίμασε νερό κι αλάτι κι αν σε δαγκάση ο υιός μου αστρίτας, τοίμασε τσαπί και φκιάρι
(1880)
Ερμηνεία: Ήγουν τον τάφον σου, διότι το δάγκωμα του αστρίτα προξενεί τον θάνατο
Του γαιδούρι λέγνε
(1881)
Ερμηνεία: Επί λόγων γινομένωνπερί γάμου
Δό μ', κυρά μ', τον άντρα σ' και σύ κράτα τον κόπανο
(1889)
Ερμηνεία: Λέγεται και εκείνου όστις αιτείται τι παρά τινος, όστιςέχει άμεσον ανάγκην αυτού. Η παροιμία εγεννήθη ώς εξής: Γυνή τις χήρα ηράτο τούανδρός γειτονίδος αυτής ή φίλης της, καλοφλεγομένη δε υπό τολυ πάθους απετόλμησε ...
Ου παπάς π΄ τα Δαμαλά ούτε γνώσ΄ ούτε μυαλά τα μικρά δεν ήθελε τα τρανά γύρευε. Τράυα γεροδιάβολε κούνα κι το διάβολο
(1888)
Ερμηνεία : Ο παπάς από τα Δαμαλά υπήγε να ψαρεύση εις τινα ποταμόν όπου εύρε μικρά ψάρια· επειδή δε, δεν την ήρεσκον τα μικρά και ήθελε μεγαλύτερα επροχώρησε προς τα εκβολάς του ποταμού εντός ενός δάσους αλλ΄ έκει συνελήφθη ...
Ομπρός είμαι γέροντας, οπίσω νεούτσικος, βρέφος σάν τό πουλί τής Αθηνάς – σοβαρό γέρικο ομπρός οπίσω ωρά μικρή, ασκόπουλο
(1889)
Τά έλεγεν εις Αθήνας όταν ήλθεν από τό Ναύπλιον καί ελογάριαζε παίζοντας τούς μήνας του, ως νά είχε γεννηθή όταν εξεφυλακίσθη από τό Παλαμήδι
Ατός πα πού θα ελέπε άτο; Αρ αν κάθεται κανείςκούτσουρα
(1881)
Ερμηνεία: Επί νέου μη έχοντος τα μέσα να νυμφευθή και περί ου λέγεται ότι θα λάβη γυναίκα. Προήλθε δε και η παροιμία εκ του εξής γεγονότος. Δυο γυναίκες επορεύοντο εις το χωρίον συνοδευόμεναι υπό νέου ηλιθίου. Καθοδόν η ...
Άκουγέ το σακκοδεμένε και 'ς τον τοίχο ακουμπισμένε
(1889)
Ερμηνεία: Επί των ευπίστων και ηλιθίων ή των επιτιμώντων άλλους ίνα ακουμπούν άλλοι.Αρχή της παροιμίας η εξής: Σύζυγος παρεπονείτο εις την γυναίκα του δια την κακήν ποιότητα του άρτου.Αυτή δε απέδιδε τούτο εις την ανδραδέλφην ...
Εγώ κ' είμαι 'ς σο Γιαννίτσ' άμε
(1881)
Ερμηνεία: Επί προσποιημένης αγάπης (ιδίως μητ΄ρτων προς τέκνα). Η παροιμία αυτή προέκυψεν εκ του γεγονότος: Γράία μήτηρ έλεγε συνεχώς προς τον ασθενούντα υιόν της Ιωάννην, Γιάννε μ, ρίζα μ 'ς σα δρομέα σ' να πάγω, και ...
Όνταν κλάν' ο γάιδεαρον
(1881)
Ερμηνεία: Προς τους επί θυμούντας να ηξεύρωσι πότε θα αποθάνωσι (σκωπτικώς)