Πλοήγηση Παροιμίες ανά Λήμμα "αφρίζω"
Αποτελέσματα 1-14 από 14
-
Αφρίζ δεν αφρίζ γω θα ντου φάου
(1914)Ερμηνεία: Ήδε είναι η υπόθεσις της ανωτέρω παροιμίας. Γύφτος τις μη γνώριζων τον σάπουνα επρομηθεύθη τοιούτον αντί τυρού. Επειδή δε όταν έτρωγε τούτου επληρώθει το στόμα του αφρού τότε είπε την άνω παροιμίαν -
Αφρίζει, έν αφρίζει, τομ παράμ μου έδωσα τον
(1940)Ερμηνεία: Κάποτε αρβανίτης ηγόρασε για τυρί σαπούνι, που όταν εδοκίμασε να το φάγη άφριζε, έκαμνε σαπουνάδα. Δία τους φιλάργυρους που χρησιμοποιούσι και τα πλέον ακατάλληλα διά να μη ζημιωθώσι -
Αφρίζει, ξαφρίζει, τα λεφτά μου έδωκα, θα σε φάω
(1956)Ερμηνεία: Το είπε ένας Καφελονίτης που του δώσανε σαπούνι αντί για τυρί -
Αφρίζεις δεν αφρίζεις εγώ θα σε φάω, τον παρά μου έδωκα
(1912)Ερμηνεία: Ήδε είναι η υπόθεσις της ανωτέρω παροιμίας. Γύφτος τις μη γνώριζων τον σάπουνα επρομηθεύθη τοιούτον αντί τυρού. Επειδή δε όταν έτρωγε τούτου επληρώθει το στόμα του αφρού τότε είπε την άνω παροιμίαν -
Αφρίζεις δεν αφρίζεις, τον παράν μου 'δωκα, να σε φάω θέλω
(1876)Ερμηνεία: Θηραίων χλεύη, σαπούνι αντί τυρού -
Αφρίζεις και ξαφρίζεις τον παρά μου έδωκα θα σε φάω
(1938)Ερμηνεία: Το λέν όταν αγοράσουν κάτι κάτι κακό που πρέπει έτσι κι αλλιώς να φαγωθή. Προήλθε από το εξής: ήτανε κάποτε ένας που αγόρασε σαπούνι, αντί για τυρί. Τώρα έπρεπε να το φάη, αλλά άφριζε στο στόμα του και τότε είπε: ... -
Αφρίζεις, ξαφρίζεις, θα σε φάω
(1940) -
Αφρίζης δεν αφρίζης, το bαρά μου 'δωκα, να σε φάω θέλω
(1963)Ερμηνεία: Λέγεται όταν είμαστε υποχρεωμένοι να καταναλώσωμε κάτι, που αποτύχαμε στην αγορά ή στην κατασκευή του -
Είντ' αφρίζεις και ξαφρίζεις, τον παρά μ' έδωσα θα σε φάγω
(1956)Ερμηνεία: Κάποιος πήγε ν' αγοράση τυρί και τον έδωσαν σαπούνι, το τρώγει και αυτό αφρίζει. Τότε ο αγοραστής είπε, “είντ' αφρίζεις και ξαφρίζεις; τον παρά μ' έδωσα” και τόφαγε. Από τότε απόμεινε η παροιμία, όταν αναγκάζεται ... -
Τι αφρίεις και ξαφρίεις; Το bαρά μ' έδωκα, θα σε φάω
(1941)Ερμηνεία: Επί των επιμενόντων να χρησιμοποιήσουν βλαβερόν πράγμα, διότι το ηγόρασαν