Πλοήγηση ανά Ευρετήριο πηγών
Αποτελέσματα 213-232 από 802
-
Εγέλασές με, μα έμαθά σε
(1920) -
Εγόγιαν του π' ανημένει σκουτελικό από τη γειτονιά και δείπν' από τη ρούγα. Ούλοι δειπνούν κι αποδειπνούν κ' εκείνος ανημένει
(1920)Σκουτελικό = πιάτο (τρυβλίον), φαγητόν, (λέξ. ιταλ. εκ του σκουτέλι) -
Εγόϊν του που λείπει από το γάμο του
(1921) -
Εγόϊν του του κεφαλά αν ην και με τα γένεια, και πάλι ξαναγόϊν του αν έχη και κοπέλια
(1920)Εγόϊν = αλλοίμονον του -
Εγόϊν του, που δεν έχει το Μάη κουκκιά και τον Αύγουστο σταφύλια
(1920)Εγίϊν του = αλλοίμονόν του -
Εγόιν του του γυαλιού ΄σαν ραΐση
(1920) -
Εγύρισε το φύλλο
(1920)