Πλοήγηση ανά Ευρετήριο πηγών
Αποτελέσματα 460-479 από 802
-
Ο γάιδαρος 'ς τη σέλα
(1920) -
Ο γέρως κι' αν αντρέβγεται κ' το ρίζωμα κοντέβγεται
(1920)Αντέβγεται=κάμνει τον άνδρα, το παλληκάρι, παλληκαρεύεται, Ρίζωμα=ανήφορος, το εναντιόν: Χύτης, Κοντεβγέται=εξασθενώ, καταπίπτω, κουράζομαι -
Ο γέρως κι' ατζοπατή κρυγιόρρεμα τόνε κρατεί
(1920)Ατζοπατώ=ποδοκτυπώ, Κρυγιόριμμα=ρευματισμός, αθρίτης -
Ο γέρως όπου 'πόθανε 'ς τη Μεσαρά γυρίζει κ' η γράν του τον ανήμενε κουκιά τονε ταϊζει
(1920)Ταϊζω = τρέφω, σιτίζω τινα -
Ο Θεός μακροθυμά αλλά δεν αλησμονἀ
(1920) -
Ο κακός θέλει κακώτερο
(1920) -
Ο κακός λιχνιστής συχνοτινάσσεται
(1920)Λιχνιστής = Ο δια των χειρών εγείρων και εις τον αέρα τινάσσων τον αλωνισμένον σιτον ή κριθών, όπως χωρισθούν τα άχυρα από του σίτου -
Ο κλασμένος γνοιασμένος
(1920)