Πλοήγηση ανά Τόπο καταγραφής
Αποτελέσματα 108-127 από 842
-
Ατός πα πού θα ελέπε άτο; Αρ αν κάθεται κανείςκούτσουρα
(1881)Ερμηνεία: Επί νέου μη έχοντος τα μέσα να νυμφευθή και περί ου λέγεται ότι θα λάβη γυναίκα. Προήλθε δε και η παροιμία εκ του εξής γεγονότος. Δυο γυναίκες επορεύοντο εις το χωρίον συνοδευόμεναι υπό νέου ηλιθίου. Καθοδόν η ... -
Ατόσα μυτιά εσ
(1881)Με την λέξην “ατόσα” ο λέγων διανοίγει τα δάκτυλα της ετέρας χειρός και πλησιάζει το άκρον του αντίχειρος εις το της ρινός -
Ατόσον αγαπά τον 'ς σ ομμάτεα τ κι' θέλ να ελέπη άτον
(1881)Ερμηνεία: Επί εκείνον δι' όν λέγει της ότι αγαπά τινά, εν πράγματι μισεί (,ετ' αστεότητος ή έκφραση). Προς την φράσιν : Δεν μπορώ να τον δω στα μάτια του -
Ατόσον γούλαν έσ'
(1881)Με την λέξιν ατόσον ο λέγων ποιεί σχήμα κύκλου δια του αντίχειρος και λεχάνου των δύο χειρών. Ερμηνεία: Επί λαιμάργου. -
Ατοχάς και που ν' εκείνος;
(1881)Ερμηνεία: Προς τους νομίζοντας ότι εύρον το ζητουμενον, άλλ απαντώμεναις -
Αχαστός επέμνεν
(1881)Ερμηνεία: Επί του μη δυναμένου να δώση απάντησιν εις τα κατ' αυτού λεγόμενα και ελέου μένοντος -
Βάλλεν το καρυδόφυλλον και φα των εβδομάδων
(1881)Ερμηνεία: Επί της καταλυσιμού εβδομάδος , της μετά την εορτήν της Πεντηκοστής μεθ' ήν εβδομάδα άρχεται η νηστεία των Αγίων Αποστόλων -
Βερεσιάν κρασίν πού πίν' δύο φοράς μεθύ'
(1929)Όποιος πίνει κρασί βερεσέ μεθά δύο φορές, δηλαδή μίαν φοράν όταν πίνη καί δευτέραν όταν πληρώση. Τραπεζούντα: ειρωνικώς επί της στενοχωρίας τού πίνοντος καί ευθυμούντος, όταν πρόκειται νά πληρώση τόν λογαριασμόν -
Βερεσιάν κρασίν πού πίν', δύο φοράς μεθύ' (μίαν όνταν πίν' καί μίαν όνταν θα δί' τά παράδες)
(1886)Μετάφράσθη έκ τής τουρκικής -
Βολόν να σύρτς αφκά κι ρούζ'
(1881)Ερμηνεία: Επί μεγάλης συρροής ανθρώπων. Σημείωση : ρούζω = πίπτω -
Βράζ η καρδιά τ
(1881)Επιί τοων εχόντων μεγάλων προθυμίαν να πράξωσι τι, αλλά μη δυναμένων έτι επί οργισμένων