Πλοήγηση ανά Ευρετήριο πηγών
Αποτελέσματα 8-27 από 89
-
Βαίνει την μπορδή του δύναμι
(1918)Ερμηνεία: Φράσις δηλωτική οτι και τας τελευταίας δυνάμεις του, και την τελευταίαν προσπάθειαν καταβάλλει τις -
Δάχτυλό μου, βρωμείς δεν βρωμείς πάντα δικό μου είσαι
(1918)Ερμηνεία: Τα ημέτερα πάντοτε ημέτερά είσι είτε καλά είτε κακά είναι ταύτα -
Δίνω τουν εμματιών μου
(1918)Ερμηνεία: Σημαίνει να φύγω και να πάω όπου – όπου, όπου με βγάλη ο δρόμος -
Διάολος πορφυράτος
(1918)Ερμηνεία: Πάς ανήσυχος, ζωηρός, φίλερις, καυγατζής καλείται διάολος πορφυράτος -
Διαολομάζωχτα – διαολοσκόρπιστα
(1918)Ερμηνεία: Ούτως επί το αγροικότερον το επίσης εκ της Γραφής φερόμενον: Τα κακώς συναζόμενα εις κακάς αποθήκας -
Διαολομαζώματα – ανεμοσκορπίσματα
(1918)Ερμηνεία. Συνώνυμον τω της Γραφής: Τα κακώς συναζόμενα εις κακάς αποθήκας -
Δουλειές με φούντες
(1918)Ερμηνεία: Πάσα εργασία μεγάλη, πολυμερής, περιπεπλεγμένη καλείται δουλειά με φούντες. Φούντα = θύσανος -
Δώδεκα Μονοπωλάδες δέκα τέσσαρες κουβέντες
(1918)Ερμηνεία: Επί ασυμφωνίας των πολλών, οίτινες, όσοι αν ώσι τοσαύτας έχουσι γνώμας -
Έβαλ' ο διάβολος την αγγίδα του
(1918)Ερμηνεία: Η λέξις αγγίδα σημαίνει καθόλου συνεργείν επί κακού -
Έγινε σκάρφη
(1918)Ερμηνεία: Επί ρινος απολεσθέντος και μη ανευρισκομένου πράγματος λέγεται και σημαίνει εγένετο άφαντον, ανελήφθη -
Έρχομαι στα είκοσι τέσσερα
(1918)Σημαίνει το έσχατον όριον των διαμαχομένων. Ήρταμε στα εικοσιτέσσερα = μόνον ου συνεπλάκημεν -
Έχει ο Θεός μπάρμπα
(1918)Φράσις δηλούσα προνόμιο ανυπαρκτον πάντοτε δε αρνητικος εκφερομένη. Δεν μου γλυτρώνει κ' αν έχει τον Θεό μπάμπα -
Εγώ βάνω τον σκύλλο μου κι ο σκύλλος την ωρά του
(1918)Ερμηνεία: Επιφορτίζομαι υπό τινός δι' εργασίαν, εγώ δε πάλιν αναθέτω εις άλλους -
Είκοσι χρονώνε γυιός, κ έλεγε τον λύχνο μπύχνο
(1918)Ερμηνεία: Επί παιδός ή ανδρός αδιακρίτως, όστις είναι καθόλου αδέξιος και αδαής, πράξης δε τι ανάξιον λόγου εναβρώνεται ως επί μεγάλοις πεπραγμένοις, αποτείνουσι το βέλος: ω γυιέ! Ψυχή μου! Είκοσι χρονώνε γυιός κι είπες ... -
Είναι σαν κορακογλειμμένος
(1918)Ερμηνεία: Επί του λίαν ισχνού και αχαμνού γίνεται χρήσις των φράσεων: Σου φαίνεται πως τόνε γλείφουνε κοράκσι. Σου φαίνεται πως ζη στα κεραμίδια. Είναι σαν τσίκλα