Πλοήγηση ανά Ευρετήριο πηγών
Αποτελέσματα 192-211 από 246
-
Ρώτηξε τον αδερφό μου το ψεύτη
(1917)Λέγεται περί εκείνων εις υπεράσπισιν των εγκλημάτων α διαπράττουσι, προσκαλούσιν εις μάρτυρας τους συγγενείς των -
Σα (ν) δε(ν) θέλω να ζυμώσω, πέντε μέρες κοσκινίζω
(1917)Λέγεται επί την προσποιουμένην ότι θα πράξωσι, ό,τι βραδύνουσιοδομης, όπερ δεικνύει ότι ουδόλως σκέπτονται να εκτελέσωσι -
Σα δεν ήξερες να φαίνης τα μασούργια κίντα τα θέλεις
(1917)Λέγεται επί ανθρώπων, οίτινες επιδίδονται εις τι έργων εις ο δεν είναι επιτήδειος και οίτινες αι είναι επόμενον αποτυγχάνουσι -
Σα θές να δής τον άνθρωπο, πές την αθιβολή του
(1917)Πολλάκις ενώ ομιλούμεν περί τινος συμβαίνει όντος κατά τύχην να παρουσιασθή ενώπιόν μας. και τότε λέγεται η ανωτέρω παροιμία -
Σάν πάρη ο ήλιος τα ξεχύματα, πεζούς δεν ανιμένει
(1917)Λέγεται περι εκείνων, οίτινες εκκινούσιν εκ των αγρών των, σε πλέον ο ήλιος δύων ευρίσκεταο εις τον ορίζοντα. Γρενικώς λέγεται επί τον αργοπορούντων -
Σαν θες να δης τον άνθρωπο ψηλά ψηλά τον κάτσε, κι' ανέ κουνή τα πόδια του για κουζουλό τον γράψε
(1917)Λέγεται συνήθως επί των τρελλών και αφρόνως φερομένων -
Σαρανταπέντε Γιάννηδες ονούς κοκόρου γνώσι
(1917)Λέγεαι επί των εχόντων το όνομα Γιάννης περί των οποίων επικρατεί η ιδέα ότι ελαχίστην γνώσιν έχουσι. Κυρίως λέγεται μεταξύ παίδων κ' παιδιαίς -
Σκότωσέ με αγά ν' αγιάσης
(1917)Λέγεται περί εκείνων, ... ελεινήν κατάστασιν έχουσι περιέλθει ώστε προτιμότερα είναι δι' αυτούς ο θάνατος ή η ζωή -
Στέκω και συλλογίζομαι ωσάν το συναξάρι πως είν' η θάλασσα αλμυρή κι ανάλατο το ψάρι
(1917)Συναξάρι = είδος μικρου ζώου εν τοις αγροίς -
Στην αμαρτωλή(ν) τη χώρα βρέχει το Μάϊ
(1917)Και τω όντι εις αι χώρας ο χειμών είναι αχνός κατά τον Μάϊον, μεγάλην καταστροφήν επιφέρει εκ τα σπαρτά, άτινα καθ' ολοημερίαν καταστρέφει -
Στο μεταγιάγερμα η ψείρα κι ο λάγος φοβάται
(1917)Τούτεστι η κακή πράξις δις επαναλαμβανομένη ανακαλύπτεται ενωρίς -
Στο πόλεμο άρματα δεν δανείζουνται
(1917)Εις τας δεινάς περιστάσεις έκαστος πρέπει ν' αρκείται εις τα εαυτού -
Στου κασσίδη την αυλή γάϊδαρος ψυχομαχεί κι ο κασσίδης τόνε γδέρνει και η κασσίδαινα του γέρνει και τα κασσιδάκια τρώνε ώ κασσίδη είντα καλό ' ναι
(1917)Συνήθως λέγεται μόνον υπό των παίδων καθυβριζομένων αλλήλους -
Στω(ν) κουζουλώ(ν) την κεφαλή μαθαίνουνε οι μπαρμπέρηδες
(1917)Λέγεται επί των υπό των άλλων εκμεταλλευομένων