Πλοήγηση ανά Τόπο καταγραφής
Αποτελέσματα 210-229 από 338
-
Ν' αφουκρούντονε ο Θεός των κοράκων, ήθελα τρώνε σαφ ή κρέας (sic)
(1938)Ο Θεός δεν εισακούει όλες τις επιθυμίες των ανθρώπων -
Νά λείπαν τά πιπέργια μου, να δώ τσί μαγεριές σου
(1938)Όταν λείπη η βοήθεια τού άλλου, δύσκολα τελειώνει μιά δύσκολη εργασία -
Ντράψου τον ένα, ντράψου τον άλλο, δεν ήκαμα κοπέλι με τον άντρα μου
(1938)Κείνος που αφήνει τες δικές του υποθέσεις, για να τακτοποιήση ξένες -
Ο άντρας μου στα κίγδαλα κι' εγώ στα κιγδαλίδια
(1938)Όταν ο άντρας απουσιάζη κι' η γυναίκα πηγαίνει στις διασκεδάσεις -
Ο γιός γαμπρός δε γίνεται, κι η νύφη θυγατέρα
(1938)Τα αισθήματα είναι διαφορετικά μεταξύ γονέων και παιδιών, παρά της νύφης και πεθεράς -
Ο Θεός κάνει αρφανά, μ' ανάμοιρα δεν κάνει
(1938)Οι ελπίδες που έχουν τα ορφανά ότι θα τα προστατεύση ο Θεός στο ζήτημα του γάμου -
Ο Θεός πέμπει την αρρώστεια με το τσουβάλι, και με τη βελόνα τήνε παίρνει
(1938)Η αρρώστεια έρχεται μαζεμένη, δηλ. απότομα, και σιγά-σιγά γίνεται ο άρρωστος καλά -
Ο κακός λόγος κι ο κακός παράς, του νοικοκυρού 'πομένει
(1938)Όπως τα κίβδηλα νομίσματα θα επιστραφούν στον ιδιοκτήτη τους, έτσι και τα άπρεπα λόγια ανήκουν σε κείνον που τα λέει -
Ο κουζουλός την πίκρα ντου την έχει για χαρά ντου
(1938)Ο τρελλός δεν λυπάται ούτε στ' μεγάλες στενοχώριες -
Ο κώλος πρέπει να 'ναι γη μαλαματένιος, γη ασημένιος
(1938)Για να καλοπεράση κανείς, πρέπει ή να έχη πολλά χρήματα ή να είναι πολύ γέρος, να εργάζεται -
Ο λαγός κουδούνια 'φόργιε, κι' αν τα φόργιε ποιός τα θώργιε;
(1938)Ο καυχησιάρης που καυχάται για ανύπαρκτα αγαθά