Πλοήγηση Παροιμίες ανά Λήμμα "όρεξη"
Αποτελέσματα 16-35 από 61
-
Κάλια καλή όριξ πάρα καλό φαΐ
(1934) -
Κάλλιο καλή όρεξη πάρα καλό φαΐ
(1907) -
Κάλλιο καλή όρεξη, παρά καλό φαΐ
(1958) -
Κάλλιο καλή όρεξι, παρά καλό φαΐ
(1956) -
Κάλλιο καλή όρεξι, παρά καλό φαΐ!
(1910) -
Μόλις αποφάω, μου κόβετ' η όρεξη
(1958) -
Όποιος έχει όρεξη να σκοτώση το σκύλο του, τον λέγει λυσσασμένον
Βλ. αυτ. ομοίας: Σερβικήν, Βουλγαρικήν, Γερμανικήν, Γαλλικήν, Ιταλικήν, Ισπανικήν -
Όποιους δεν έχ' όριξ' να πάη στου μύλου πέντι μέρις κουσκ'νάει
(1932)Για κείνον που αποφεύγει να κάμη κάτι και το αναβάλλει με τη μια ή την άλλη πρόφαση -
Όποιους δεν έχει όριξη να πάη στου μύλου πέντι μέρις κουσκινάει
(1931)Αυτό το λένε για κάποιον που μη προφάσεις αποφεύγει την εκτέλεση ενός αιτήματος