• Χέμα φτύμμαν, χέμα κώλον; 

    Χατζηϊωάννου, Κυριάκος Π. (1931)
    Μαζί καί φτύμα, μαζί καί κώλο; Γιά κείνους πού θέλουν νά τούς τά κάνης όλα έτοιμα, χωρίς νά κοπιάσουν τό παραμικρό αυτοί