Πλοήγηση ανά Τόπο καταγραφής
Αποτελέσματα 1-20 από 24
-
Άλλα λυαρκίζει αλουπού τζ' άλλα κάμν ο βούναρης
(1918)Ισοδυναμεί με το άλλαι μεν βουλαί ανθρώπων, άλλα δέ κύριος κελεύει. Σακ. τ. 2 6. 284 πρμ 221. Βούναρης = ο κατασκευάζων μυλωτας -
Από 'σ' αμπέλια βάλλ' αρκάτες τζ'αι καράβκια καλαφάτες
(1918)Καλαφάτης= ο υπηρέτης πλοίου ή ναύτης ή ναυπηγός -
Βρε κκέλη, βρε βρωμόκκελε, βρε αερφέ τσι λύκου
(1918)Σκωπτικός δεκαπεντασύλλαβος στίχος δια τους φαλακρούς -
Εβγήκαμεν από τα χέρια του σκύλλου και επέσαμεν εις το κουκούτην
(1918)Κουκουτήν = χοίρος, αν δεν είναι ξένη ίσως να είναι περιποιημένη επί του μετά γογγυαμού κου κου ον κάμνει ο χοίρος βαδίζων ή αναπαυόμενος. Εκ του κου κου ωνομάσθηκαν κουκούτην -
Εγίνην κούρταλον
(1918)Ερμηνεία: Επί γερόντων ων το σώμα ένεκα γήρατος εκυρτώθη, ισχάνθη, το πρόσωπον ερρυτιδώθη -
Εν άθθρωπος του εξαγκωνά του τούτος
(1918) -
Με τομ μαυρόμ μου αναγυκώθηκα τζαι τα κουστούμια του εν τα ξέρω
(1918)Ήτοι γνωρίζω τινά εξ' απαλών ονύχων -
Μεγ κλαις κουκκούφα τα 'παθες, μόνον τα εν να πάθης
(1918)Κουκκούφα = τύπος κουκούφα σημαίνων σημαίνων την γλαύκα δεν υπάρχει -
Πάνω 'ς' άνεμον
(1918)Ική και ως έτυχεν, φράσης “Είν' τα που του έκαμες τσ' εδερέσε;” “τίποτε ήρτε μ πάνω κ' άνεμον τζ' έδωκεμ μου έναμ πάτσου”