Πλοήγηση ανά Τόπο καταγραφής
Αποτελέσματα 6-6 από 6
-
Τi ppianni jinekα καnni καlα, ti dden dim βianni καnni καlo
(1950)Νεοελλ. Όποιος παίρνει γυναίκα, καλά κάνει· όποιος δεν παίρνει καλύτερα. Ιταλ. Chi piglia moglie, fa bene ; cgi non la piglia fa meglio. καlo=κάλλιον