Πλοήγηση ανά Ευρετήριο πηγών
Αποτελέσματα 42-46 από 46
-
Τa laxana cinuria fitejje ta, ta palea mi ta sizi
(1950)Νεοελληνική: Φύτεψε τα λάχανα τα καινούρια, τα παλιά μην τα ξεριζώσης -
Τi ppianni jinekα καnni καlα, ti dden dim βianni καnni καlo
(1950)Νεοελλ. Όποιος παίρνει γυναίκα, καλά κάνει· όποιος δεν παίρνει καλύτερα. Ιταλ. Chi piglia moglie, fa bene ; cgi non la piglia fa meglio. καlo=κάλλιον -
Τι bbάι amalo pai καlό = Chi va piano, va sano = Όποιος πάει σιγά, πάει καλά
(1950)Amαlό = εκ του ομαλός