Αναζήτηση
Αποτελέσματα 51-60 από 488
Στες είκοσι γαρύφαλλο, και εις τες τριάντα βιόλα και εις τες σαράντα γιασεμί και στους πενήντα 'μόλα
(1949)
Μόλα = αμόλα. Ναυτικός όρος to cast off a ship's moorings
Μεγάλο μου Σαββάτο και πως θα σε περάσω, απουχεις τρία κολατσά και τρία μεσημέρια και τρία πρώτα σάββατα κι ακόμη έχεις μέρα!
(1949)
Το λένει οι λαίμαργοι, που ανυπομονούν πότε θα πασχάσουν
Η αλεπού είχεν αργατικά, τσ' ετσείν αργατολόα
(1949)
Επί των παραμελούντων την κύριαν εργασίαν των και απασχολουμένων εις έργα επουσιώδη. Όπως η αλεπού η οποία αν και είχε προσλάβει εργάτας αυτή ειργάζετο εις ξένους αγρούς επί ημερομίσθιω...