Αναζήτηση
Αποτελέσματα 391-400 από 404
Παίζει μας αλουπκιές
(1920)
Σημ. αλουπκιές = δέρματα, μεταφ. Πονηρίαι. Ερμηνεία: Επί των νεοκριτών
Άμα σφίγγ' η μύγα του γουμάρ, του διαβαίν' του μλάρ
(1920)
Και ο ανίκανος βιαζόμενος δύναται να υπερβή τον εκ φύσεως ικανόν....
Λαγός κουδούνια 'φόρειε κι' αν τα 'φόρειε, ποιός τα θώρειε;
(1920)
Φόρειε = εφόρει, θώρειε = έβλεπε, παρετήρει
Ξούρισ' τ' αυγκόν τζαί πιάσ' το μαλλίν
(1920)
Ερμηνεία: Ουκ αν λάβεις παρά του μη έχοντος.
Αν καλοβόσκω χουμά πίνω κι αν κακοβόσκω χουμά πίνω
(1920)
Χουμάς, άλλως όρρος = το απομενόν μετά την πήξιν του γάλακτος εις τυρόν και μυζίθραν υδαρές γάλα...
Όπου φάει μπρός, λυπάται πίσω, κι' όπου μεθύσει βερεσέ, πλερώνει δυό φορές
(1920)
Δηλαδή, όποιος φάει βερεσέ μπροστά, λυπάται έπειτα, άμα περάση πιά εκείνη η μέρα να πλερώση, γιατί ύστερα πιά τού φαίνεται ότι τα δώνη τζάbα τά λεφτά καί τού φαίνουdενε ξυνά, όποιος δέ δέν πλερώση αμέσως τόν dαβερνάρη όταν γλεdά, τότες ο ταβερνιάρης...
Δε πάω 'γω να σκάσω για του πίσση τα κόλλυβα
(1920)
Πίσση = Πίσσης και πισσάς = μαυρισμένος ως την πίσσαν, κακός, άδικος, εγκληματίας...
Μιά σκουληκιαρά αίγα χαλά ούλο τό κουράδι
(1920)
Σκουληκιαρά = η έχουσα υπό τό δέρμα της καί εις τινά μέρη τού σώματός της σκώληκας (ους γεννά τό σώμα), Κουράδι = ποίμνιον, κοπάδι...