• Ελληνικά
    • English
  • Ελληνικά 
    • Ελληνικά
    • English
  • Σύνδεση
Αναζήτηση 
  •   Αρχική σελίδα
  • Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
  • Αναζήτηση
  •   Αρχική σελίδα
  • Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
  • Αναζήτηση
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.

Αναζήτηση

Προβολή προηγμένων φίλτρωνΑπόκρυψη προηγμένων φίλτρων

Φίλτρα

Χρησιμοποιείστε φίλτρα για να περιορίσετε τα αποτελέσματα αναζήτησης.

Αποτελέσματα 11-20 από 152

  • Επιλογές Ταξινόμησης:
  • Συνάφεια
  • Τίτλος Αυξ.
  • Τίτλος Φθιν.
  • Ημερ. Υποβολής Αυξ.
  • Ημερ. Υποβολής Φθιν.
  • Αποτελέσματα ανά σελίδα:
  • 5
  • 10
  • 20
  • 40
  • 60
  • 80
  • 100
Thumbnail

Όποιος έχει πανωθεό και κατωθεό δεν έχει, είντα τότε θέλει και τον πανωθεό; 

Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1928)
Πανωθεός =ο Θεός μόνο στην παροιμία λέγεται. Κατωθεός = ο άνθρωπος που σε υπερασπίζεται, τα μέσα, ένας βουλευτής, ένας δήμαρχος
Thumbnail

Πιάνουν και τω αδάρων κέρατα και τω χοιρώ κουδούνια 

Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1925)
Πιάνουν = ταιριάζουν
Thumbnail

Bόρα 'ν' και τουτη και θα περάση 

Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1928)
Thumbnail

Ξημερώνοντας και διατάζοντας 

Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1928)
Να ξημερώση και βλέπομε...
Thumbnail

Τα παιδιά που θα γεννηθούν τη νύχτα που ξημερώνουν τα Χριστούγεννα ή και την ημέρα των Χριστουγέννων (ιδίως τα μεσάνυχτα ως τον τελειωμό της λειτουργίας)τα λέμε καλικατζάροι. Η καλικατζάρα, η καλικατζαρίνα=τα θηλυκά που γεννιούνται την παραμονή των Χριστουγέννων. Είναι μια οικογένεια που ως φαίνεται, κάποιος παππούς τους είχε γεννηθεί τη νύχτα εκείνη και βρίζουν θηλυκούς και αρσενικούς έτσι (δηλ.καλικατζάρους)και μπορούν να σκοτώσουν άνθρωπο για να τους υβρίσουν. Και να γεννηθή κανένα παιδί δεν το μαρτυρούνε για να μην το βρίζουν τ'άλλα παιδιά. 

Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1928)
Thumbnail

Σαν πεινώ και δε νυστάζω όσο θέλεις σκέπαζέ μου 

Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1928)
Όσο και να με σκεπάζεις δεν θα κοιμηθώ αφού πεινώ και δε νυστάζω...
Thumbnail

Ω Θεέ μου, και πως τα βαστάς τα παράστρατα! 

Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1928)
Φράσις χρονιασμένο δεν είν ακόμα και φοραί δαχτυλιδάκι! Ω Θεέ μου και πως τα βαστάς......
Thumbnail

Είναι ένας Φράγκικος πύργος στο χωριό με δυο πατώματά. Όλη η συνοικία λέγεται Πύργος. Ήτανε καμιά φορά κάποιου, που τόνε λέγανε Κάστρη. Λένε, πώς τότε ο Πύργος ήτανε με τρία πατώματα, και στο απάνω πάτωμα ήτανε μια καλογριά κι έπεσε μια βραδειά αστροπελέκι κι έκαψε την καλόγρια και γκρέμνισε και το επάνω πάτωμα του πύργου, κι από τότε έμεινε πια η κατάρα «Που να σε κάψη τ’ αστροπελέκι, σαν που ‘καψε την καλογριά του Κάστρη». 

Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1925)
Thumbnail

Νύχι και κριάς 

Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1928)
Πολύ φιλιωμένοι
Thumbnail

Τον παλαιόν καιρό, παιδί μου βρουκολακιάζουνε9=βρυκολακιάζανε)πεθαίνανε και σηκωνέτανε από τα μνήματα και γυρίζουν εδώ κι εκεί)οι αρθρώποι, γιατί δεν τωνε βάνασι dην πετάρα στο στόμα dώνε, κι ήτονε, λέει, καμιά βολά κανένας άρθωπος κι είχε δουλειά αναγκαία να πάη τη νύχτα στ’ακρωτήρι, κι ήπιασε λοιπό κι ήμπε (=μπήκε) σ’ένα σακκί (=μεγάλο τσουβάλι, σακκί εγχώριο φαντό, με χοντρό μάλλινο φάδι (=νήμα)φαμένο με τέσσερα φύλλα και μακρυό πολύ)και φορτώσανε στο άδαρο τα πρώτα κείνο κι ύστερα φορτώσασι dα φαγιά dου, γιατί εδούλια(φοβότανε)τζοί βροκολάκοι(ή βρυκολάκοι), που ‘θελε να τα’απαντήξουσιστή στράτα,γιατί ετότες (τότε)ήτανε σαν τη στάχτη μες τσι ρίμνες (=παρά πολλοί βρυκολάκοι μες στους δρόμους) Εδιακίνησε (=ξεκίνησε)λοιπόν κι ήφυε, κι ότι κι ελάργαρεν (=πήγε μακρυά) το χωριό πα (πάει) ένας βρουκόλακας κι ήψαχε(=έψαχνε) dο άδαρο. Είδε λοιπό το σακκί που ‘τον (ήτανε)ο άρθωπος μέσα, μα δεν εκατάλαβεν τότα. Είδε και τα φαγιά ‘που (από)πάνω φορτωμένα. Ηγγιξε λοιπό το χέρι dου στα φαγιά κι ήλεε (=έλεγε) Για ε τα’απανωώμι (=το επάνω)_κι ήβανε το χέρι dου στο σακκί, που ‘τον ο άρθρωπος κι ήλεε : Για έ (για ιδές)το κατωώμι, κι άμ’ ο αδουροgράχτης; Απίσω ν’ακόμη. Και στρέφουνταν (γυρνούσε)απίσω κι ήτρεχεν, ο άδαρος όμως επορπάθιε (επορπατούσε) κι ήρχουνταν ο βρυκόλακας και τον ήσωνε (=τον έφτανε, πηαγινε κοντά του)κι επάαινε bάλι κοντά dου κι ήλεε : Για ε τα’απανωώμι, για ε το κατωώμι κι άμ’ ο αδουροgράχτης, απίσω ν’ακόμη; Κι εστρέφουντανε πάλι απίσω κι ορημος ο άρθωπος πλιά ήτρεμεν η καρδιά dου μες στο σακκί κι είνουντανε (γινότανε)φτή η δουλειά, ώσπου κι ήσωσεν πλιά και ξέφεξε και παρατησεν τονε. 

Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1925)
  • «
  • 1
  • 2
  • 3
  • 4
  • 5
  • . . .
  • 16
  • »

Πλοήγηση

Όλο το ΑποθετήριοΑρχείο & ΣυλλογέςΤόπος καταγραφήςΧρόνος καταγραφήςΣυλλογείςΛήμμαΚατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)Ευρετήριο πηγώνΚείμεναΑυτό το ΑρχείοΤόπος καταγραφήςΧρόνος καταγραφήςΣυλλογείςΛήμμαΚατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)Ευρετήριο πηγώνΚείμενα

Ο λογαριασμός μου

Σύνδεση

Περιήγηση ανά

ΤύποςΠαροιμίες (141)Παραδόσεις (11)Συλλογέας
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (152)
Τόπος καταγραφήςΝάξος, Απείρανθος (152)Χρόνος καταγραφής1929 (6)1928 (101)1926 (7)1925 (38)
Επικοινωνήστε μαζί μας | Αποστολή σχολίων
Κέντρον Λαογραφίας E-Mail: keel@academyofathens.gr
Δημιουργία/Σχεδιασμός ELiDOC
Λογισμικό DSpace Copyright © 2015  Duraspace


Το Έργο «Εθνικό δίκτυο ψηφιακής τεκμηρίωσης της άυλης και υλικής πολιτιστικής κληρονομιάς» στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Ψηφιακή Σύγκλιση» του ΕΣΠΑ 2007-2013, συγχρηματοδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση και από εθνικούς πόρους.