• Ελληνικά
    • English
  • Ελληνικά 
    • Ελληνικά
    • English
  • Σύνδεση
Αναζήτηση 
  •   Αρχική σελίδα
  • Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
  • Αναζήτηση
  •   Αρχική σελίδα
  • Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
  • Αναζήτηση
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.

Αναζήτηση

Προβολή προηγμένων φίλτρωνΑπόκρυψη προηγμένων φίλτρων

Φίλτρα

Χρησιμοποιείστε φίλτρα για να περιορίσετε τα αποτελέσματα αναζήτησης.

Αποτελέσματα 11-20 από 30

  • Επιλογές Ταξινόμησης:
  • Συνάφεια
  • Τίτλος Αυξ.
  • Τίτλος Φθιν.
  • Ημερ. Υποβολής Αυξ.
  • Ημερ. Υποβολής Φθιν.
  • Αποτελέσματα ανά σελίδα:
  • 5
  • 10
  • 20
  • 40
  • 60
  • 80
  • 100
Thumbnail

Αροθυμώ : Φοβάμαι, λέγεται ιδίως επί σκότους. Ως αροθυμώ να πάω : γιατί εσ'σκοτεινά. Ο φόβος του σκότους προέρχεται ουχί εξ'αυτού τούτου του σκότους αλλ'εκ της συναντήστως των δαιμονίων, ενασμενζόντων κοντά τας Κυριακάς δοξασίας να περιφέρωνται εντώ σκότι- ούτως ο προθυμών συδέποτι υσάγει μόνος και άνευ φωτός εις σκοτεινών μέρος. (βάρος-θυμός-βαροθυμώ, αρσθυμώ) 

Φαρμακίδης, Ξενοφών Π.
Thumbnail

Εν τη φαντασία των Κυπρίων υπάρχει ιδέα, ότι είς έκαστον σπίτι οικεί πονηρόν πνεύμα υπό διαφόρους μορφάς. Το στοισειόν θεωρούσιν, ότι δεν είναι μόνιμον, αλλά ταξιδεύει επί τινα χρόνον είτα επιστρέφει, οπόθεν ανεχώρησεν. Διό υπάρχει και η φράσις : <ά βρε στοιχειόν του σπιδκιού, έγ κάθεσαι ήσυχα;> λεγομένη δια τα περιφερόμενα εν τη οικία και ατακτούνται παιδία κατά σχήμα μεταφοράς (Περί των Στοιχειών βλ. Πολίτου Παραδόσεις σελ. 1151 κε. -Σ. τ. Δ) 

Φαρμακίδης, Ξενοφών Π. (1916)
Thumbnail

Μιαβ βολάν είδεν ένα παιίν τζ’ ήταμ πολλά φτωχόν τ τζαί κκέλικον. Ήταν αρφανόν τζι απού μάναν τζι’ απού τζύριν. Λοιπόν το παιΐν επήαιννεβ βοηχός όξω με τους βοσκούς τζιαί του ελαλούσαν: «Λάμνε βρε, πάντα τες κουέλλες ‘πο τζεί! «Τούτομ που τον επροστάσσαν εκάμναν του το κάθε μέραν, λοιπόν επαραπανιέτουμ πως τον είχαδ δύσκολα οι βοσσοί του. Μιαν ημέραλ λοιπόν έκατσεμ πάνω σ’ μιαμ πέτραμ μεάλημ τζι αναστέναμάν του, εκατάλαβεν ότι ετάραξεν η πέτρα η μεάλη που τον τόπο της. Λοιπόμ που την ώραν τζείνην εδυνάμωσεν το κορμίν του τζ’ εφανίστην τουνα διτζιμάση αν εδυνάμωσεν αλήθκεια το κορμίν του τζ’ έπκιάσεμ μιαν άλλημ πέτραμ με το σέριν του, που είσεμ πάνω – κάτω δκιακόσες οκκάδες βάρος τζαι τόσον ελαφρυά του φάνηκεν αυτή η πέτρα που είσεμ δκιακόσια δράμια βάρος. Λοιπόν είπαν του οι βόσσοι πάλε: «Κόψε, βρε, τες κουέλλες ‘πό τζετ, βρε παλαιόκκελε.» Τότε ο παλιόκκελος αντιστάθηκεν του βοσκού τζι ο βοσκός τότες εθύμωσε τζ’ εμούνταρεμ πάνω στογ κακορίζικον τογ κκέλημ με τος σκοπόν του να τοδ δέρη. Λοιπόν εγύρισεν τότες το σέριν του ο κκέλης τζ’ έδωσεν του έναμ πάτσο τζ’ εστρέβλιασεν η μουτσούνα του πίσω του τζ’ εξέρναν γαίμαν. Τότες οι άλλοι βοσσοί άμα είδαν τος σύντροφόν τους, που τον έκαμεν ο κκέλης τέθκοι οχ χάλιν εβούρησαν τζαί τούτοι θυμωμένοι πάνω του να του δείξουν τι παλληκάρκα ειν’ τα λοής ένι τζαί τους έκαμεν τζαί τζείνους σειρότερα παρά του πρώτου. Τζαί εκαταλάβασιμ που ήτουμ που τοθ Θεόν η χάρι που είδεν ο παλαιόκκελος. Τζαί τότε ο κκέλης λοιπόν αφού εκατάλαβεν τηδ δύναμίν του τζαί τηχ χάριντου, έπκιασεν τζ’ έναν αππάριν τζι’ εδκιανέβετουν εις τον κόσμον τζι όπου αν ακούση ότι είσεν έναμ παλληκάριν επήαιννεν να το δή. Ηύρεν έναμ παλληκκάριν που το ελαλούσαν Γιάννην. Τζαί είσεν αυτός ο Γιάννης μιαγ γενναίκαμ που ήταμ πολλά όμορφη. Λοιπόν ο κκέλης εμούνταρεμ πάνω του τζαί του την επήρεν. Εφανίστην του Γιάννη να ποταβριστή πάνω στογ κκέλην. «Βρε, λαλεί του, πκοιός είσαι συ τη ήρτες να μου πάρης τηγ γεναίκαμ μου που; Λαλεί του: «Είμαι ο Διενής ο κκέλης που ακούεις. « Ο Γιάννης ετσίπωσεμ πάνω στοδ Διενήν για να τογ κατακόψη. Εγύρισεν τότες το σέριν του ο ΚΚέλης τζαί σφίγγει του έναμ πάτσον του Γιάννη τζαί τον εμεσοσκότωσεν. Ο Γιάννης έμεινεν τζι ά ‘μαί τζ΄ έχασκεν τζι ο Διενής έπκιασεν τηγ γεναίκαν του τζ’ έφυεν. [βολάν= φορά, παιίν= παιδί, κκέλικον= φαλακρό, τζύριν= πατέρα, βοηχός= βοηθός,όξω= έξω δηλ. στους αγρούς και στα λιβάδια, ελαλούσαν= έλεγαν δηλ. διέτασσαν, Λάμνε= έλαυνε πήγαινε, πάντα= αντίκοψε, τζ’ εφανίστην= του φάνηκε καλό, διτζιμάση= δοκιμάση, κουέλλες= προβατίνα, ‘πό τζετ= από κεί, εμούνταρεμ= ώρμησε, εστρέβλιασεν η μουτσούνα= γύρισε όπως η στρέβλα, μουτσούνα= πρόσωπο, χάλιν= κατάστασην, εβούρησαν= τρέξανε, ένι= είναι, εσύρα μ πίσω= τράβηξαν πίσω, υποχωρήσανε, Εδώ τελειώνει η διήγηση για την εκδήλωση της ανδρείας του Διγενή. Η επόμενη παράγραφος εκθέτει την δοκιμή το πρώτου άθλου του, αν πράγματι είναι βέβαιη η ανδρέια του. Τη δημουσιεύουμε για το ενδιαφέρον της, αππάριν= ιππάριον, νεαρό άλογο, εδκιανέβετουν= γύριζε εδώ κι εκεί, ετσίπωσεμ πάνω= επιτέθηκε, συν. Του εμούνταρεν, τζαί σφίγγει= κατεβάζει ιδιαίτερη έκφραση των Κυπρίων για το χαστούκημα, α μια= εκεί χαμαί, έχασκεν= έμεινε με ανοικτό στόμα] 

Φαρμακίδης, Ξενοφών Π. (1934)
Thumbnail

μακραπός (ο) μακρόπους. Υπό το όνομα τούτο δηλούται ο Σατανάς, όστις εν τη φαντασία των Κυπρίων παρίσταται με μακρούς πόδας δια το δυσειδές αυτού διότι τα έργα αυτού εξιηνούνται μακράν. Όταν θέλουν να δηλώσουν ότι πράξις τις έγεινε κατ' εισήγησιν του Σατανά λέγουν “ο δκιάλος εμ' μακράμ μα τα έρκα τον φτάνουσιν”. 

Φαρμακίδης, Ξενοφών Π.
Thumbnail

Ροματίζω : λέγεται επί των Αγίων των οπτανυμένων καθ' υωνούς των ανθρώπων. Ως “Εροματισέμ με ο Άης Γιώρκης” τα παθ. Ροματίζουμαι σημαίνει μοί εμφανίζονται εις τον ύπνον μου οι Άγιοι, αναγγέλοντες μοι θέλησι των τινά ... Εν κύπρω το όνειρο καλέιται όραμα 

Φαρμακίδης, Ξενοφών Π.
Thumbnail

Φιλλού (η)= πλαγγών, πλθ οι γιλλούδες Μαράτασα κ.α. 

Φαρμακίδης, Ξενοφών Π.
Thumbnail

Πλατάνιν. Την παραμονήν της 6ης Αυγ, κατά το μεσονύκτιον πιστεύουν οι Κύπριοι οτί ανοίγη ο ουρανός κ' φαίνεται εν ριπή οφθαλμού ο Χριστός επό θρόνου περιστοιχούμενος υπό μυριάδων αγγέλων. Ο ουρανός την στιγμήν ταύτην καταγάζεται υπό απλέτων φωτός. Αν τιε παραστή μάρτυς, θα του δοθη ότι ζητήση. Γυνή τις, λέγεται, ζητήσασα δια την βίαν αντί σσίλλιες σσιλλιάδες ριάλλια σσίλλισες σσύλλους εύρε την πρωίαν την αυλήν της πλήρη από χίλιους σκύλλους. Το φαινόμενον τούτο καλείται πλατάνιν. 

Φαρμακίδης, Ξενοφών Π.
Thumbnail

Ντσ'ίζω=εγγίζω,ψαύω το παθ. Ντσίζουμαι σημ.ενοχλούμαι υπο του δαίμονος δηλ. Πλησιάζει ούτος και ζένει τον άνθρωπον, όστις εκ της προσεγγίσεως και ζεύσεως αισθενεί βαρέως. Ως ''αλώ σως εν' ντσ' ισμένος ο άρρωστος'' ''εντσ'ίστηκει Ο Γιάννης''. -Εν τοιαύτη περιπτώσει οι συγγενείς του ντσ'ισμένου προστρέχουσιν εις τους μάγους. Ουσιαστικόν : ''το ντσίσμαν''. 

Φαρμακίδης, Ξενοφών Π.
Thumbnail

Στοισόν. Νομίζουν εν Κύπρω ότι εκ εκάστη οικίαν οικεί τοιούτον πονηρού πνεύμα θεό διαφόρας μορφάς ''στοιχόν του σπιδκιού''. Φρονούν ότι δεν είναι μόνιμον, αλλά ταξειδεύει και αύθες 'ςστρέφει. Επίπληξη προσ τα ατακτούντα. Α βρε στοισόν του σπιδκιού έγ- κάθεσαι ήσυχα. Στοισέννουμαι = βρυκολακιαζω το νεκρό γίνεται πονηρόν πνεύμα) 

Φαρμακίδης, Ξενοφών Π.
Thumbnail

(Στ’ ακριτικά άσματα της Κύπρου έχουν εξαιρετική θέση, όσα εξυμνούν την υπεράνθρωπη ανδρεία του Διγενή και του Κωσταντά. Σε κανένα όμως απ’ αυτά δεν αναφέρεται από πού πήρανε την ανδρεία και τη γενναιότητα αυτή και ποια ήταν η αφορμή για να γνωρίσουνε την τόση ρώμη και παλληκαρωσύνη τους. Αυτό το αναφέρουνε 2 παραδόσεις που απεθησαύρισα απ’ τις δυο άκριες της Κύπρου, απ’ τα Καρπάσια (ανατολή) κι από την Πάφο (δύση). Απ’ αυτές η μια προέρχεται από την Κώμα του Γιαλού, από τον αγράμματο κηπουρό Τριαντάφυλλο Γιαννή, ηλικίας 30 ετών, στις 28 Απριλίου 1921 κι η άλλη από τους Αρόδες της Πάφου από τον αγράμματο τσαγκάρη Ττοούλη Βουαλλή, 45 ετών στις 22 Οχτώβρη 1923. Κατέγραψα ακριβώς και τις δύο στην κυπριακή διάλεκτο, όπως μου τις υπαγόρευσαν. Δημοσιεύουμε εδώ τη δεύτερη παραλλαγή, την παφίτικη). Ο Διενής τζ’ ο Κωσταντάς ήταν αέρκια όταν επααίναν εις το σχολείον ήταν έτσου κατακομένοι με κάτι κατακομμένα ρούχα τζ’ ελέαν τους τα κοπελλούδκια τ’ άλλα πως έλ λυτσιαρίδκια τζ’ εδέρναν τους τζ΄ έκλαίασιν τα κακορίζικα τζ’ επαρακαλούσαν ούλλην την νύχταν τοθ Θεόν να τους κάμη μίαν ευκολίαν να γλυτώσουμ που τα σέρκα των άλλων κοπελλουδκιών, να τους δώση μιαχ χάριν. Που τες πολλές βολές ακουσέν τους ο Θεός τζ’ έστειλεν άντζελον τζ’ εκατέην τζι αρώτησσεν τους, είν’ τα που θέλουμ που τοθ Θεόν τζαί κάμνουν τόσηδ δέησιν. Τζ’ ετζρίνοι εν εξηζήτησαμ που τοθ Θεόν με ρηάλια με πλούτη, μόνον εζητήσαμ που τοθ Θεόδ δύναμιν. Επήεν ο Άντζελος τζ’ είπεν του το του Θεού, ότι εν ι – ζητούσιν τίποτε, μόνοδ δύναμιν. Ο Θεός έστειλεν τον Άντζελον τζ’ εδωκέν τους δύναμιν. Όταν τους έδεκωδ δυνάμιν, έδωκεν τους δύναμιν τζ’ εν τους εσήκωννεν η γη. Κατόπιν εκλαύτησαν εις τοθ Θεόν τζ’ εκατέημ πάλε ο άντζελος τζ’ έδωκέν τους δύναμιν, όσον τζ’ έσωννέν τους η γη. Όταν τους έδωσεν τζείνην τηδ δύναμιν, σαν επααίνναν εις το σχολείον τα κοπελλούδκια ενομίζαν πως ήταν τα κοπελλούδκια τα λυτζιαρίδκια τζ’ εγυρεύκαν να τα δέρουν. Τα λυτζιαρίδκια όπου εντζίζαν επεθανίσκαν τ’ άλλα κοπελλούδκια. Εδιούσαν τους τομ πάτσον τζαί εν ελαλούσαν μανά! Που τότες εξέησαν όξω εφάνην η δύναμί τους. Ο Θεός για να δη την καρκιάν του τούτους εβοράσαμ πο έναν άππαρον τζ΄ εκαβαλλιτζέψαμ που το Χτήμαν να παμ τημ Πόλιν. Τα δικανίτζια τους τούτα που εβαστούσαν ήταν νεβκές στοδ δρόμομ που επααίννασιν, για να δη τηγ καρκιάν τους εγίνηκεν ένας γέρος. Άμα εφτάσαγ κοντά του ο Διενής τζι ο Κωσταντάς εσαιρετίσαν τογ γέρον. Λαλεί τους: Πεζάτε ο ένας τζαι τανείτε μου να φορτωθώ το ισακκούιν. Ο Διενής έφτασεν τζ’ εμπροδκιάην τζ’ έμεινεν ταπισών ο Κωσταντάς. Ο Διενής λαλεί του. Πέζα βρε, τζαι τάνα του παππού μας να φορτωθή το ισακκούιν. Εφανίστην του Κωσταντά να μεμ πεζέψη, έμπηξεν το δικανίτζιν να φορτώση το ισακκούιν του γέρου. Στο μπήμαν έσπασεν το δικανίτζιν τζ’ εθύμωσεν ο Διενής τζ’ επέζενω τζ’ εγύρεψεν να το φορτώση του γέρου. Ο γέρος εν εκαΐλισεν τζαί λαλεί του: «Αης το, γιέ μου, τζ’ έσε την ευτζήμ μου», λαλεί του «τζ’ εσήκωσες τον ήμισογ κόσμον.» Μες στο ισακκούιν ο Θεός είσεν τον ήμισογ κόσμον. [αέρκια= αδέλφια, έτσου= έτσι ο τύπος ήτσου και έτσου βρίσκεται στην Πάφο, κατακομένοι= κουρελλήδες, κατακομμένα ρούχα= κουρέλλια, άλλα= τα άλλα παιδιά, έλ= αντί εν δηλ. ένι, είναι Το ν πριν από το λ αφομοιώνεται, λυτσιαρίδκια= κκέλικ φαλακρά Ο φαλακρός στην Κύπρο λέγεται κκέλης και λύκος, βολές= φορές, τζι αρώτησεν= κατέβηκε τα μέσα σύμφωνα β,γ,δ, κατά την κυπριακή φωνητική αποβάλλονται ανάμεσα σε φωνήεντα, με= αντί μη μήτε, ρηάλια= γρόσια, το=αντί είπε το του = τω αυτώ Το τούτο,έδωκέν τους δύναμιν= τους έδωκε τόση δύναμι, γη= η γη το έδαφος υποχωρούσε κάτω από τα πόδια τους από τη δύναμι που περπατούσαν, εκλαύτησαν= τον παρακάλεσαν με κλάμματα, έσωννέν τους η γη= μόλις τους κρατούσε η γη, εντζίζαν= αγγίζανε, Εδιούσαν= δίδανε, πάτσον= χαστούκι, μανά!= Μάνα με τη φράση αυτή δείχνουν οι Κύπριοι πως τόσο βαρειά κτυπιούνταν, ώστε τους ερχόταν ο θάνατος στη στιγμή, χωρίς να μπορέσουνε καν τη λέξη μάννα να προφέρουν, εξέησαν όξω= βγήκανε ανά την Οικουμένη προς επίδειξη της υπεράνθρωπης ρώμης τους, για να δη την καρκίαν τους= για να τους δοκιμάση, εβοράσαμ= αγοράσανε, άππαρον= ίππαρον άλογο, χτήμαν= Κτήμα η πρωτεύουσα της επαρχίας Πάφου, Πόλιν= Κωμόπολη, η πρωτεύουσα του διαμερίσματος Χρυσοχούς στην επαρχία Πάφου, δικανίτζια= βακτηρίες μπαστούνια, νεβκές= δοκάρια τα μπαστούνια τους τα ραβδιά τους ήτανε πολύ μεγάλα, τα δοκάρια, πεζάτε= ξεκαβαλλικέψτε, τανείτε μου= βοηθήστε με, ισακκούιν= δισακκούδιν υποκ. του δισάκκιν, εμπροδκιάην= προχώρησε δηλ. πέρασε μπροστά, Πέζα= κατέβα από το άλογο, τάνα= βοηθήστε με, εφανίστην= του φάνηκε καλό, μπήμαν= στο μπήξιμο, ήτσου= έτσι με τον τρόπο αυτόν, εκαΐλισεν= δέχτηκε, Άης= άφησε, έσε= έχε, ευτζήμ= ευχή] 

Φαρμακίδης, Ξενοφών Π. (1934)
  • «
  • 1
  • 2
  • 3
  • »

Πλοήγηση

Όλο το ΑποθετήριοΑρχείο & ΣυλλογέςΤόπος καταγραφήςΧρόνος καταγραφήςΣυλλογείςΛήμμαΚατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)Ευρετήριο πηγώνΚείμεναΑυτό το ΑρχείοΤόπος καταγραφήςΧρόνος καταγραφήςΣυλλογείςΛήμμαΚατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)Ευρετήριο πηγώνΚείμενα

Ο λογαριασμός μου

Σύνδεση

Περιήγηση ανά

Τύπος
Παραδόσεις (30)
Συλλογέας
Φαρμακίδης, Ξενοφών Π. (30)
Τόπος καταγραφής
Κύπρος (30)
Χρόνος καταγραφής1930 - 1934 (3)1920 - 1929 (7)1916 - 1919 (5)
Επικοινωνήστε μαζί μας | Αποστολή σχολίων
Κέντρον Λαογραφίας E-Mail: keel@academyofathens.gr
Δημιουργία/Σχεδιασμός ELiDOC
Λογισμικό DSpace Copyright © 2015  Duraspace


Το Έργο «Εθνικό δίκτυο ψηφιακής τεκμηρίωσης της άυλης και υλικής πολιτιστικής κληρονομιάς» στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Ψηφιακή Σύγκλιση» του ΕΣΠΑ 2007-2013, συγχρηματοδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση και από εθνικούς πόρους.