Αναζήτηση
Αποτελέσματα 41-50 από 115
Έχει ο Θεός
(1950)
Ευχή του ευρισκόμενου εις αμηχανίαν προ πάντων οικονομικήν, δηλαδή έχει ο Θεός πολλά αγαθά ώστε ελπίς να δώση και εις ημάς. Ότι ούτε νοείται το συμπλήρωμα της φράσεως μαρτυρεί η χαριτολόγος φράσις του Μακεδονικού ιδιώματος έχει ο Θεός, αλλ' έχει και...
Πάρε πόδι
(1950)
Εις την Δημητσάναν προς τον μη θέλοντα ή βραδύνοντα να προσελθη λέγεται ειρωνικώς και εις τονον επιπλήξεως πάρε πόδι κ' έλα! Επειδή το πόδι είναι όργανον του βαδίσματος, αυτό πρέπει να κινήση τις και επί το εικονικώτερον να λάβη μαζί του διά να πάη...
Σαν ο διάβολος το λιβάνι
(1950)
Ερμηνεία: Η φράσις συμπληρώνεται αναλόγως των περιστάσεων με το προτασσόμενον ρήμα φεύγει ή φοβάται και λέγεται επί ανθρώπου αποστρεφομένου τι μέχρι απεχθείας. Εις την φράσιν υπόκειται η αρχαία δοξασία των Ανατολικών και του Ελληνικού λαού, ότι τα...
Πβ. Ημετέραν μελέτην “Εξορκισμοί και εξορκισταί” εν τη Επετηρίδι της Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών 3, 225-234. Πβ. Και Νικολάου Πολίτου Παροιμ. 4, 402...
Πβ. Ημετέραν μελέτην “Εξορκισμοί και εξορκισταί” εν τη Επετηρίδι της Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών 3, 225-234. Πβ. Και Νικολάου Πολίτου Παροιμ. 4, 402...
Μπήκε ο καλόγερος 'ς το τσουκάλι
(1950)
Παιγνιώδης έκφρασις ότι το φαγητόν εκάη και εμαύρισε αποκάτω προς τον πυθμένα της χύτρας, έγινε δηλαδή μαύρο σαν τον καλόγερον. Λέγεται και επί το υπερβολικώτερον μπήκε όχι μόνο ο καλόγερος, αλλά και ο ηγούμενος...
Συνώνυμος φράσις μπήκε ο Αράπης 'ς το τσουκάλι...
Συνώνυμος φράσις μπήκε ο Αράπης 'ς το τσουκάλι...
Τα βρίσκω σκούρα
(1950)
Λέγεται κοινώς τα βλέπω σκούρα τα πράγματα. Όπου το σκούρα σημαίνει μεταφορικώς, όχι ευχάριστα, αλλά ζοφερά, δυσάρεστα. Περαιτέρω δε ελέχθη και τα βρίσκω σκούρα. Συνώνυμον προς το τα βρίσκω μπαστουνια, αναλογικώς προς το οποίον και εσχηματίσθη...
Του άλλαξα τον αδόξαστο κτλ.
(1950)
εξαναγκασμού των Χριστιανών προς εξωμοσίαν. Αλλά λέγεται και του άλλαξα τον αδόξαστο 'ς το ξύλο ή τον αντίθετο. Ταύτα φαίνονται περίεργα, διότι ο αδόξαστος και ο αντίθετος=διάβολος δεν εποτελούν θρησκείαν, την οποίαν ν' αναγκασθή τις δια ξυλοδαρμών ν' αλλάξη...
Ιστορ. Λεξικό λήμμα αλλάζω, τόμος Α, αρ. 1 – Ιστορ. Λεξικό λήμμα αδόξαστος – Λεξ. Δελτίο λήμμα 4, σελ. 96 – Ιστορ. Λεξικό λήμμα αντίθετος, αρ. 2...
Ιστορ. Λεξικό λήμμα αλλάζω, τόμος Α, αρ. 1 – Ιστορ. Λεξικό λήμμα αδόξαστος – Λεξ. Δελτίο λήμμα 4, σελ. 96 – Ιστορ. Λεξικό λήμμα αντίθετος, αρ. 2...
Το 'χει δίπορτο
(1950)
Δίπορτο σπίτι είναι το έχον δύο θύρας, την κύριαν και ετέραν δευτερεύουσαν πολλάκις αφανή. Επί τουρκοκρατίας ο Χριστιανός ο υφιστάμενος επίθεσιν υπό Τούρκων εις την κυρίαν είσοδον ηδύνατο να διαφύγη διά της οπισθίας, αν έμενεν αυτή απαρατήρητος υπό...