Πλοήγηση Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας ανά Λήμμα "μωρός"
Αποτελέσματα 161-180 από 457
-
Λωλλός άνθρωπος οργή Θεού
(1934) -
Λωλός παπάς σ' εβάφτισε
(1963)Λέγεται υποτιμητικά και σημαίνει: Δεν είσαι με τα καλά σου, είσαι ανόητος -
Λωλού κεφάλι δε γερνά μουδέ πουτάνας κώλος
(1940)Ερμηνεία: Το λεν για τις τρελλές, που όσο κι αν γηράσκουν είναι τρελλές -
Μαζωχτήτε τρελλοί να φάμ' τη γνωστικού το βιο
Τη λένε σε στιγμές παραζάλης, όταν μαζεύουνται πολλοί και γλεντούν σε βάρος κάποιου που τον στολίζει η αφέλεια -
Με τους ζουρλούς ζουρλικά
(1889)Ερμηνεία: Επί των οφειλόντων συμμορφούσθαι ενίοτε μετά ανοήτων μεθ' ων ζώμεν και συμβαδίζομεν προς επίτευξιν ωφελείας