Πλοήγηση ανά Τόπο καταγραφής
Αποτελέσματα 9-28 από 88
-
Γάιδαρος είν' ο γάιδαρος ανι φορεί και σέλα κι η – γι – άσημη γκια στολιστή δε γίνεται κόπελα
(1937)Κόπελα = όμορφη -
Δε σ' αρέσει η αιλιά, πάρε το βούι να γεννά
(1937)Ερμηνεία: Λέγεται για κείνους που από βλακεία αφήνουν το καλό και πάνε σε χειρότερο -
Δε σ' αρέσει η αιλιά, πάρε το βούι να γεννά
(1938)Το λένε σε κείνους που από ανοησία αφήνουν τα καλά και πάνε σε χειρότερα -
Δυό ελιές στο κανεβάτσι το σκαπέτι πως δα κάτση
(1938)Κανεβάτσι = κομμάτι πανί, πού σκουπίζονται όταν τρώνε, κουρέλι αντί πετσέτας. Με λίγο φαΐ πώς μπορεί νά δουλεύη κανείς -
Εγώ 'πεμπα το σκύλο μου κι ο σκύλοςτην ορά ντου κι εκείνος ή τον κούντουρος κι επήγε αμοναχός του
(1937)Ερμηνεία: Λέγεται για κείνους που μεταβιβάζουν παραγγελίαν και δεν την εκτελούν μόνοι τους από τεμπελιά -
Είναι απού τα σύκα ίσαμε τα σταφύλια
(1937)Ερμηνεία: Το λένε για τα υφάσματα που λιώνουνε πολύ εύκολα -
Είπεν ο γάιδαρος τον πετεινό κεφαλά
(1937)Ερμηνεία: Λέγεται για κείνους που έχουν μεγάλα ελαττώματα και κατηγορούν άλλους για μικρότερα -
Επομείναμεν από το 'νι άσποροι
(1938)Το λένε όταν από ελάχιστο πράμα, χάνει κάποιος μεγάλη δουλειά -
Η γρά δεν είχε διάολο κι ευρήκε 'να γουρούνι
(1937)Ερμηνεία: Λέγεται όταν βάζει κάποιος φαναριές στο κεφάλι του που θα μπορούσε να τις αποφύγη. -
Ήκαμε μου τη μούρη μου όλο κριάς και κόκκαλα
(1937)Ερμηνεία: Η προσβολή που μου' καμε δε μ' επείραξε καθόλου -
Ήκατσης σαν την αποζυμώτρα
(1938)Το λένε σε κείνες που καθίζουν χωρίς δουλειά, σαν να 'ναι κουρασμένος, όπως καθίζει η “απόζυμώτρα” να ξέκουραστή σαν τελειώση το ζυμώτό της. Σηκώσ' από κεί να κάνης δουλειά, μόνο 'κατσής σαν “αποζημώτρα”.