Πλοήγηση ανά Τόπο καταγραφής
Αποτελέσματα 66-85 από 317
-
Δεν κόβ' δρόμο
(1929)Δεν έχει πρωτοβουλίαν. Αλλά το μουλάρ' δεν κόβ' δρόμο, δεν προχωράει στο δρόμο, όταν δεν έχη άλλο εμπρός -
Δό μου κυρά τον άντρα σου και σύ βάστα τον κόπανο
(1929)Δεν πρέπει να δίδωμεν ή να δανείζωμεν αντικείμενα, άτινα μας είναι απολύτως αναγκαία ανά πάσαν στιγμήν -
Δόσιμο του χεριού σώσιμο της ψυχής
(1929)Τι σπουδαία αποτελέσματα φέρει η δωροδοκία; Και την θύραν του παραδείσου δύναται αυτή ενίοτε να ξαγοράση από τον φύλακα αυτής. Λέγεται και επί του αδιεξόδου, είς ο περιέρχονται πολλάκις οι απερίσκεπτοι άνθρωποι -
Δούλευε και δουλειά να μή σε λείπη
(1929)Λέγεται όταν τις εργάζεται αλλά δεν απολαμβάνει αμοιβή ανάλογον πρός τους κόπους του και ούτω ματαιοπονεί -
Δούλεψε να φάς και κρύψε νάχης
(1929)Η φιλοπονία και η αποταμίευσις είναι μεγάλαι αρεταί εις τον άνθρωπον -
Δουλεμένο, ζηλεμένο
(1929)Ζηλεύεται, αλήθεια, η καλοδουλεμένη εργασία, ιδίως τα καλοδουλεμένα και τακτοποιημένα αγροκτήματα -
Δουλεύει με το μοίρ' μοίρ'
(1929)Εργάζεται πολύ αργά. Μοίρ' μοίρ' = βραδέως. Πάντοτε με το άρθρον -
Έκαναν κεφάλ'
(1929)Όταν τα διισκορπησμένα αγοπρόβατα συγκεντρώνονται υπό του ποιμένος και αρχίζουν να βαδίζουν με τα γκεσέμια εμπρός, λέγουν την παρακάτω φράσις -
Έκλασ' η νύφη σκόλασ' ο γάμος
(1929)Ενίοτε μια ασήμαντος αφορμή συντελεί εις την αδικαιολόγητον λήξιν μιας διασκεδάσεως -
Έμ γαλάτα, έμ μαλλάτα, έμ' τ' αρνιά θηλ' κά
(1929)Περίεργος αλήθεια απαίτησις. Λέγεται επ' εκείνων, οίτινες έχουν αξιώσεις καί απαιτήσεις αδυνάτους καί οιονεί παραλόγους -
Έμεις σε γιορτάζομε τους Τουρνοβίτες βοηθάς;
(1929)Διά της φράσεως πάντης παρεπονούντο ποτέ οι Λεσκατσίται προς τους Ταξιάρχαι, διότι εις μιαν επέτειον , καθ' ήν επανηγύριζε το Λισκάτσι, έβρεχε συνεχώς, ώστε ο κάτωθι αυτού ποταμός ήτο επί ημέρας αδιάβαλος, επειδή δε ήτο ... -
Έχ' ανάγκη ο Σμόλιγκας από χιόνια
(1929)Ο γενναίος και καρτερόψυχος άνθρωπος δεν καταβάλλεται από δυστυχήματα -
Έχ' και του πουλιού το γάλα
(1929)Λέγεται περί εμπόρου έχοντος εις το κατάστημά του πολλά και διάφορα είδη -
Έχ' με τον κατή γενιά
(1929)Λέγεται ειρωνικώς για ένα, ο οποίος επαίρεται επί τη αποκτήσει νέου καλού συγγενούς