Αναζήτηση
Αποτελέσματα 201-300 από 704
Η καρδιά 'ναι προφήτης
(1876)
Άθρωπο θωρείς, καρδιά εν εγνωρίζεις
(1935)
Σαφής
Τον εκάηκ' η καρδιά μου
(1892)
Ερμηνεία: Τον ελυπήθεν εκ καρδίας
Γλυκό στο στόμα, πικρό στην καρδιά
(1909)
Τιμωρία φιληδόνων
Εμάλλιασ' η καρδιά μου
(1909)
Πήγεν η καρδιά τ' τον τόπο τς
Εκ ανησυχούντα δι' εκβάσιν τινά άμα αυτή αγγελθή αισία
Τι καρδιά είχαν;
Τίνα γνώμην είχαν
Δεν ραγίζει η καρδιά του
(1873)
Ερμηνεία: Αρράγιστος, ουδέν αυτώ μέλει, άκαμπτος
Έχει φουρτούνα στηγ καρδιά
(1910)
Ανησυχεί, είναι περίλυπος
Βάλε λιθάρι στηγ καρδιά
(1910)
Υπομένει
Μάθια τι είδανε, καρδιά και θεραπάει
(1917)
Μετά την συνάντησιν δύο προσώπων στενώς συνδεδεμένων αι καρδίαι θεραπεύονται
Τα βάσανα γερνούν την καρδιά, όχι τα χρόνια
(1909)
Με τα τάδε
Ταλόγια της μ' ατζίξανε στην καρδιά
(1949)
Με έθιξαν
Θεωρία επισκόπου και καρδιά μυλωνά
(1956)
Καρδία; επειδή τραβάει φουρτούνες δηλ., παλληκάρι
Κόκκινα μαλλιά, μάτια γαλανά, ψυχή τ' διαβόλ', καρδιά τ' σατανά
(1971)
Οι κοκκινομάλληδες και γαλανομάτηδες θεωρούνται κακοί άνθρωποι
Σε μιαν μπαμπακερή κλωστή κρέμετ' η καρδιά μου
(1938)
Χτυποκάρδι από ενδεχόμενο κακό
Είδ' ο λύκος τη 'ενιά dου κι' αναγάλλιασ' η καρδιά dου
(1922)
Επί τη συναντήσει ομοίων εις τα αισθήματα και τον χαρακτήρα
Θεωρία επισκόπου και καρδιά μυλωνά
(1922)
Επί των φαινομένων καλών και ενάρετων, ούτων δε κατ΄ ουσίαν κακών
Η βροχή είναι αρίδα, που τρυπάει την καρδιά μας και πεινάνε τα παιδιά μας
(1944)
Αυτό είναι σχετικό μάλλον με τη σταφίδα κι ακριβώς γιατί σατο Μανιάκι δεν υπάρχουν πολλές σταφίδες, υπάρχει κι ολοκληρωτική σχεδόν έλλειψη από δίστιχα παροιμίες. Εκεί είναι τα γεννήματα κυρίως που τους απασχολούν και όταν ...
Εγώ απατή μου τα 'βαλα τα ξύλα στην ποδιά μου και φύσηξα τα ήψασι και κάψαν την καρδιά μου
(1964)
Όταν προσκαλέσης ο ίδιος κάτι
Εχουλέθεν η καρδία-τ'
(1939)
Ζεστάθηκε η καρδιά του
Μήτε μέλι εφάγαμε, μήτ΄ η καρδιά μας κόφτη!
(1910)
Αδιαφορία
Ημαύρισεν η καρδιά μου
(1956)
Από τα κλάματα
Θεωρία επισκόπου και καρδία μυλωνά
Για κείνους, που έχουν μεν εμφάνιση ότι μπορούν να κάμουν τίποτε σπουδαίο, μα είναι ανίκανοι για το τίποτε
Το λέει η καρδιά του!
(1943)
Είναι γενναίος
Κάθε λόγος εις τη χρεία θεραπεύγει την καρδία
Θεραπεύγει = ησυχάζει
Το σίδερο τρώ' η σκουριά κι η λύπη τρώει την καρδιά
(1876)
Τούτο και τα όμοια είναι και συγκακίσματα (sic) ασμάτων, τοταύτα δε είναι τα σταυροσεσημειωμένα
Κάμης λάβης, καρδιά μη σε πονέση
(1937)
Λέγεται επί τιμωρίας υπό του θείου κακεντρεψών μετά πάροδον χρόνου πολλού, δι' ήν ουτοί δεν πρέπει να παραπονώνται, διότι δικαίως επέρχεται
Θεωρία επισκόπου και καρδία μυλουνά
(1939)
Επί εκείνων που φαίνονται ότι είναι τι ενώ δεν αξίζουν τίποτε
Η καρδιά σα δε bονέσ' το μάτ' δι' δακρύζ'
(1939)
Εάν δεν λυπηθή κανείς πραγματικώς δεν κλαίει
Θιουρία ιπισκόπου κή καρδιά μυλουνά
(1941)
Οι αρχαίοι έλεγαν, “καλή μεν όψις, εν δε δειλαίαι φρένες”
Καρδιά καθαρά και πάτα ς' την αγία Τράπεζα και πάρ' το καντήλι
Ερμηνεία: Ο γνωστός μύθος
Καλλ' ας 'ντραπή η μούρη μου, παρά καη η καρδιά μου
(1917)
Εις πολλάκις περιστάσεις δεν λέγομεν τι υποστηρίζοντας το συμφέρον μας, όπερ πολλάκις μας βλάπτει
Καρδιά πό' χω γιά δουλειά και πότε να νυχτώση
(1889)
Επί των δήθεν δεικνυόντων πορυμίαν πρός εργασίαν
Δυο άσπρες εκαθόντανε κι΄ ελέαν την ασπριά τους, μελαχρινούλα επέρασε κ' έκαψε την καρδιά τους
(1952)
Ελέαν = έλεγαν, επαινούσαν, ασπριά = ασπράδα
Μούχει την καρδιά βαμμένη
Ερμηνεία: Επί αδικήσαντος καιρίως
Θεωρία επισκόπου και καρδιά μυλωνά!
(1910)
Μεταμφίεσις μυλωνά εις δεσπότιν
Βάστα κατακαημένη μου καρδιά
Ερμηνεία: Επί των παροτρυνούτων ν' αντέχωσιν εις τα δεινά
Τόχει καρδιά καημένη
(1928)
Ερμηνεία: Επί διακαούς πόθου προς απόκτησιν αγαθού τινος
Αυτά τα λόγια δε με γιομίζνα την καρδιά μ'
Ερμηνεία: Δεν έχουν σημασίαν
Εκουλουμούντρισ' η καρδιά μου
(1892)
Ερμηνεία: Εις αιφνιδίας συγκινήσεως
Μούρμου, μούρμου ήφαες την καρδιά μου
(1894)
Ερμηνεία: Επί δυστρόπων
Δεν έχει πέτνον 'ς 'ν' καρδιά
Δια τον μη ζωηρον η δραστήριον ή πρόθυμον
Η καρδιά καρδιά καταλαβαίνει
Ερμηνεία: Συνταυτισμός αμοιβαίων αισθημάτων
Γίνετ' η καρδιά μπαχτσές
Ερμηνεία: Χαίρεται ικανοποιείται
Έκλεισε η καρδιά μου
Ερμηνεία: Εχωρίσθει της χαράς
Δίδω αέρα εις την καρδιά μου (ή άλλον)
(1882)
Ερμηνεία: Την κάμνω να μη λυπάται