Αναζήτηση
Αποτελέσματα 21-30 από 3984
Δεν έχει να ξύσ το δόντι του
(1906)
Ερμηνεία: Δια τον μη έχοντα διόλου ξύλα εν τη οικία
Δέν έχει δόντια
(1920)
Ερμηνεία: Επί σωματικής αδυναμίας
Έχει γερά δόντια
(1920)
Έχει δόντ'
(1920)
Είναι ωπλισμένος με δύναμιν
Τάχει τα δόντια ξουράφι
(1927)
Ερμηνεία: λέγεται γιά κείνον πού έχει όλα τα δόντια του γερά...
Αυτός 'έν έχει να ξύση τα δόντια του
(1941)
Λέγεται διά τον τελείως άπορον. Οι αρχαίοι έλεγον: Γυμνός ης εκ μήτρας και γυμνότερος παττάλου
Παπούτσι είνι από δόντια
(1927)
Ερμηνεία: Λέγεται για κείνον πού δεν έχει διόλου δόντια. Πόποιος δεν έχει το παπούτσι...
Έχει πονόδοντο
(1920)
Έρωτα