Πλοήγηση ανά Λήμμα "νηστεύω"
Αποτελέσματα 1-20 από 92
-
Από κριάς νηστεύ' μα του χασάπ' τουν πνιγ'
(1952)Λέγεται ως ενδεικτικόν εκείνων που ακολουθούν του τύπους και παραμελούν την ουσίαν -
Απού νηστεύγει γι' αρκοντιά, η πείνα του πομένει
(1934)Ο εκ στερήσεων επιδεικτιών ως πλούσιος, θα έχη μόνον κέρδος την λιμοκτονίαν -
Κύριε νεστεύω σε κ' εσείς και νεστεύεις με
(1881)Ερμηνεία: Επί των νηστευόντων όταν δεν έχωσιν τινά τρώγουν -
Κύριε, νεστεύω σε! Κ' έεις και νεστεύ'ς με
(1929)Κύριε, σου νηστεύω! = Δεν έχεις και μου νηστεύεις -
Νηστέβ ο δούλος του Θεού που δεν έχι να φάγι
(1917)Ερμηνεία: Επί των ποιούντων αι ακουσίες και εξ ανάγκης -
Νηστεύ ο δούλον του Θεού σπερέν ντου κ εσ' να τρώη
(1881)Ερμηνεία: Επί νηστευόντων όταν δεν έχωσι τι να φάγωσι -
Νηστεύ' η δούλους του Θιού. Νηστεύ' γιατί δεν έχει
(1939)Ερμηνεία: Επί αναγκαστικής νηστείας ένεκα στερήσεως