• Ελληνικά
    • English
  • Ελληνικά 
    • Ελληνικά
    • English
  • Σύνδεση
Πλοήγηση ανά Συλλογέα 
  •   Αρχική σελίδα
  • Πλοήγηση ανά Συλλογέα
  •   Αρχική σελίδα
  • Πλοήγηση ανά Συλλογέα
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.

Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Μαντζουράνης, Εμμ."

  • 0-9
  • A
  • B
  • C
  • D
  • E
  • F
  • G
  • H
  • I
  • J
  • K
  • L
  • M
  • N
  • O
  • P
  • Q
  • R
  • S
  • T
  • U
  • V
  • W
  • X
  • Y
  • Z
  • Α
  • Β
  • Γ
  • Δ
  • Ε
  • Ζ
  • Η
  • Θ
  • Ι
  • Κ
  • Λ
  • Μ
  • Ν
  • Ξ
  • Ο
  • Π
  • Ρ
  • Σ
  • Τ
  • Υ
  • Φ
  • Χ
  • Ψ
  • Ω

Ταξινόμηση κατά:

Σειρά:

Αποτελέσματα:

Αποτελέσματα 1-20 από 24

  • κείμενο
  • χρόνος καταγραφής
  • ημερομηνία υποβολής
  • αύξουσα
  • φθίνουσα
  • 5
  • 10
  • 20
  • 40
  • 60
  • 80
  • 100
  • Άλλη νια γυναίκα που ήτανε βουρκολακιασμένη έβγαινε τη νύχτα κεί που νυχτερεύανε οι γυναίκες. Ανέβαινε σε νια κυδωνιά και κουρναριζότανε. Της έλεγαν οι άλλες γυναίκες: Ποιά είσαι συ μωρή; Εγώ είμαι η Άννα του Παλαιού α α! α!!... εχασκαριζότανε. Ήτανε πολλές γυναίκες και για δαύτο δε σκιαζόντουσαν. ( κουρναριζότανε = μετεωρίζετο ως επί αιώρας, εχασκαριζότανε = εγέλα καγχάζουσα ) 

    Μαντζουράνης, Εμμ. (1914)
  • Αγιά Βαρβάρα γέννησε, η Στελιανή το δέχτη κι' άη Νικόλας τώκουσε και πάει να το βαφτίση 

    Μαντζουράνης, Εμμ.
  • Αν ρήξη ο Μάρτης δυό νερό κι' Απρίλης μια μπορίτσα τότες κουλλούρες όμορφες θα πλάθουν τα κορίτσια 

    Μαντζουράνης, Εμμ.
  • Ανάθεμα που δούλεψε το κρινό, το τυρνό και το πρωτονήστιμο 

    Μαντζουράνης, Εμμ.
  • Από πέρα στην Άγια Κυριακή είναι να κακάβι φλωριά. Τα αρβάλια του φαίνονται, αλλά οι άνθρωποι δεν τα γλέπουνε. Τους φαίνονται πουρναρόριζες τα αρβάλια του λεβετιού. Μα κι’ αν τα ιδούν δεν θα μπορέσουν να πάρουνε τα φλωριά γιατί είναι στοιχειωμενα . Τα πρόβατα περνάνε, τα πατάνε με τα πόδια τους και βροντάνε. (Άγια Κυριακή – Θέσις μη υπαρχούσης παλαιάς εκκλσιάς, κακάβι = λέβης, αρβάλια = λαβαί) [Βλ.... 

    Μαντζουράνης, Εμμ. (1914)
  • Ένας έκοψε το δάχτυλό του. Το πέταξε μέσα σε νιά κουφαλωτή πλατάνα και είπε να το πάρη ο διάβολος. Μπήκε μέσα στο δάχτυλο ο διάβολος και εβουρκολάκιασε. Την νύχτα εγινότανε ασκί και έβγαινε και κύλαε στο δρόμο. Όσοι το γλέπανε πεθαίνανε από το φόβο τους. Δεν ηξεύρανε τι τανε και λέγανε τι τανε στοιχειό και λαβώνει τον κόσμο. ναι βραδειά οι άνδρες βάλανε στοίχημα εκατό γρόσια να ντα πάρη όγοιος του... 

    Μαντζουράνης, Εμμ. (1914)
  • Ένας πέθανε στα ξένα και βουρκολάκιασε. Γύρισε σπίτι του και έκανε παιδιά με τη γυναίκα του. Έφτειασε σπίτι και μαγαζιά. Δούλευε ούλη τη βδομάδα και το Σάββατο χανότανε, γιατί δεν έχει δικαίωμα ο βουρκόλακας τη Κυριακή να μένη όξω. Είδε και απόειδε κείνη που χανότανε κάθε Σαββάτο και κατάλαβε ότι ήτανε βουρκόλακας. Το είπε στον κόσμο και πήγανε και τον κάψανε. Μαζί με κείνονε χαθήκανε ούλα τα έχοντά... 

    Μαντζουράνης, Εμμ. (1914)
  • Ένας Πηγαδιώτης κοιμότανε νιά βραδειά κοντά στην εκκλησιά του χωριού του. Κεί που κοιμότανε άκουσ’ ένα βρόντο. Σηκώνει τα μάτια του και γλέπει έναν Αράπη με ένα τσιμπούκι στο στόμα και έβοσκε τοις λίρες του. Από το φόβο του ελούμωξε χάμου και έρρηξε και την καπότα του απάνου του. Από τοις λίρες και τα φλωριά που περνάγανε κοντά του πλακωθήκανε κάμποσα από κάτου στην καπότα. Σκώθηκε την αυγήν τα είδε... 

    Μαντζουράνης, Εμμ. (1914)
  • Στοιχειωμένα λεφτά. Αράπηδες

    Επίσης φέρεται ενταύθα η δοξασία, ότι κεκρυμμένα υπό παλαιοτέρων εν τη γή χρήματα δεν σώζονται σήμερον, ως τα είχον εναποθέση εκείνοι, αλλά ότι έχουν στοιχειώση, δηλαδή έχουσι μεταβληθή εις μεγάλους όφεις, οίτινες τρέχουσι τήδε κακείσε υπό την γήν προς βοσκήν. Εξ αιτίας της μεταβολής αυτών εις όφεις και της φυγής των απόλλυνται πολλάκις μεγάλοι θησαυροί ανακαλυπτόμενοι. Η ανακάλυψις των θησαυρών λέγουν...
    

    Μαντζουράνης, Εμμ. (1914)
  • Η Μανώλαινα εκοιμότανε στ’ Αγγαίικα αλώνια. Κεί στον ύπνον της παρουσιάστηκε νας Αράπης και της λέει. <Εφτού που κοιμάσαι είναι ναι λαήνα φλωριά. Να πάρης και το Ζιώτακα να ρθήτε ταχιά τη νύχτα να ντα βγάλτε.> Κείνη σκιάχτηκε και δεν πήε την άλλη νύχτα. Κατά τα χαράματα παρουσιάστηκε πάλε ο Αράπης και της λέει. <Δεν ήσουνα τυχερή να τρώς με ασημένια χουλιάρια.> Έσκαψε και βρήκε την λαήνα ξερή. (Μανώλαινα-... 

    Μαντζουράνης, Εμμ. (1914)
  • Το στοιχειό που εσκότωσε ο Άγιος Γεώργιος

    Η παράδοσις αύτη σώζεται όχι μόνον ενταύθα , αλλ’είς όλα τα χωρία, όσα είναι πλησίον του ρού του Σαραντοποτάμου καθ’όλον αυτού το μήκος. Την παραθέτω ως φέρεται σήμερον : < Παλαιά πάαινε ο κόσμος ούλος στον Άη Γεώργη στη χάρη του και τοκάνανε μεγάλο πανηγύρι. Απάνου στο γλέντι έβγαινε ένα στοιχειό από το βράχο και πάαινε, διάλεε το καλύτερο παλληκάρι και το τρωε. Είδε και απόειδε ο κόσμος και δεν...
    

    Μαντζουράνης, Εμμ. (1914)
  • Φαντάσματα

    Και περί της υπάρξεως φαντασμάτων υπάρχει παρά τω Βουρβουραϊκώ λαώ ακμαιοτάτη πίστις. Πολλοί είναι και τεθνεώτες ήδη και ζώντες, οίτινες διηγούντο ότι έχουσιν ίδη φαντάσματα. Τα φαντάσματα είναι όντα ποικιλόμορφα, ως επί το πλείστον αβλαβή. Παρουσιάζονται οτέ μεν ως άνθρωποι, οτέ ως ζώα ποικίλα ήτοι ως βόες, ως όνοι, ως τράγοι ως αίγες, ως κύνες, ως γαλαί και άλλοτε ως άψυχα όντα, δηλαδή, ως βράχοι...
    

    Μαντζουράνης, Εμμ. (1914)
  • Ναι βραδειά ήτανε παημένος ο Κωνσταντής ο Ρωμνιός στον Α. Γεώργη για να ποτίση. Κεί που πότιζε γλέπει έναν Αράπη να βόσκη τα φλωριά του. Τα κύλαε με να φτυάρι και εσιούριζε. Έφυγε πηλάλα και πήε σπίτι του. Τους είπε τι είδε. Αλλά του κόπηκε το αίμα και πέθανε. Ρωμνιός= Πάππος του εφόρου των Αρχαιοτήτων Κωνστ.Ρωμαίου , Εσιούριζε= Εσύριζε, Πηλάλα=τρέχων,[ πέθανε= Πολίτου Παραδ. Σελ. 1046] 

    Μαντζουράνης, Εμμ. (1914)
  • Ο ίδιος Στρατής ο Μαντάς άλλη νια βολά ροβόλαε στοις Μουρκάδες. Εκεί παρουσιαστήκανε τρεις γυναίκες. Τον πήρανε στον αέρα και τον πήγανε στην κορφή στον Τούρνο. Εκεί πήγανε ναν dον ρήξουνε κάτου οι δύο. Η μία τους έλεγε «Μωρές τι τον παιδεύεται; Ταχιά θα σας ρήξη η μάννα του στη θάλασσα.» (Γιατί η μάννα του ήταν μάγισσα.) Εκείνος είχε μπημένα το ραβδί του σε μνιά γράβα και κρατειότανε να μην πέση... 

    Μαντζουράνης, Εμμ. (1914)
  • Ο Κωνσταντής ο Ψυχογιός 80 ετών αγράμματος μου είπε. “Όντας ήμουνα μικρό παιδί είχα τα πρόβατα στη Λογκά. Ήτανε μεσάνυχτα και το φεγγάρι μεσουρανής και γιομάτο. Άξαφνα γλέπω τα πρόβατα και πρόγκιξαν, και στη μέση τη Λογκά ένα σκυλάκι. Του πετάω ένα βουνό. Έγειρε και πήδησε την πεζούλα. Τηράω να περάση κείθε... τίποτα, έγινε άφαντο. Στερνά τα πρόβατα ήρθανε μοναχά τους ένα ένα και πιάσανε τη θέση τους... 

    Μαντζουράνης, Εμμ. (1914)
  • Ο Νικόλαος Παπαζούρας ετών 65 αγράμματος μου είπε. Πάαινα στο Μιστρά με το Λιμπεραντώνη. Ήτανε νύχτα μεσάνυχτα και έβρεχε. Λουμώξαμε χάμους 'ς ένα χάλασμα για να σταθή η βροχή. Κει γλέπουμε δυο παιδάκια γδυτά και στο στόμα τους είχανε φωτιά και παίζανε. Νια βολά πααίνανε δώθε, την άλλη κείθε. Ίσια με την αυγή τα γλέπαμε και μας έφυε το αίμα μας. Άμα φώτισε χαθήκανε. [Λουμώξαμε= Κατεκλίθημεν σκεπα... 

    Μαντζουράνης, Εμμ. (1914)
  • Ο Παπαζούρας με το Γεώργη το Χιώτη ευρήκανε ναι πλάκα πλουμπιστή και ποθέσανε ότι από κάτου είναι φλωριά. Φορτώθηκε ο Γεώργης την πλάκα να ντήν πάη σπίτι του. Ο Παπαζούρας έβαλε με το νού του : Τώρα που θα φύη ο Γεώργης να ντα ξεχώσω εγώ, να κρύψω καμπόσα. Κεί που σκεβότανε άκουσε το βρόντο που φύγανε τα φλωριά. Σκάβουν στερνά, και τι να ιδούν! Γλέπουν τη λαήνα ξερή και τρούπα στον κώλο. Των στοιχειωμένων... 

    Μαντζουράνης, Εμμ. (1914)
  • Πάντα άνθρωπον όταν αποθάνη οι συγγενείς του τον φυλάττουσι και πράττουσι, τούτο, δια να μη διέλθη άνωθέν του, εν τη απουσία των , γαλή, κύων, όρνις ή άνθρωπος εχθρός του Διότι άμα διέλθη, μετά την ταφήν του αποθανών θα βουρκολακιάση. Γίνεται άνωθεν του μνήματός του μια οπή. Από την οπήν ταύτην εξέρχεται ο Βουρκόλακας, δηλ. ο αποθανών, ως ήτο όταν έζη. Περιπατεί εδώ και εκεί και πολλάκις πηγαίνει... 

    Μαντζουράνης, Εμμ. (1914)
  • Στοιχειά

    Πιστεύεται ενταύθα ότι εκάστη οικία έχει το στοιχειό που την υπερασπίζει. Είναι δηλαδή οικιακός φύλαξ. Έχει μορφήν όφεως ακινδύνου, ουδένα δηλαδή προσβάλλοντος. Ασέβεια μεγάλη θεωρείται το να φονεύση τις τον προστάτην της οικίας οικιακόν όφιν. Και όπως εκάστη οικία έχει το προστατεύον αυτήν και τους ενοικούντας στοιχειό, ομοίως έκαστον χωρίον έχει το προστατεύον αυτό στοιχειό, υπό μορφήν όμως ταύρου...
    

    Μαντζουράνης, Εμμ. (1914)
  • Στη Χίο γενόντουσαν πολλοί βουρκολάκοι. Ένας που τον αδρασκέλησε η γάτα εβουρκολάκιασε και πάαινε δώ και κεί ούλη τη βδομάδα, το Σάββατο πάαινε κ ' έμπαινε στο μνήμα του. Εγύριζε κάθε νυχτιά κ'έτρωε τ αλεύρια κ'έκοψε το αίμα του κόσμου είδε κ'απόειδε και ο κόσμος και αποφασίσανε να ντόν ξολιθρέψουν. Μαζώχτηκαν παπάδες, κι ούλος ο λαός και επήγανε στο μνήμα και λέγανε ούλοι : <μέσα είναι, μέσα είναι>... 

    Μαντζουράνης, Εμμ. (1914)
  • «
  • »

Πλοήγηση

Όλο το ΑποθετήριοΑρχείο & ΣυλλογέςΤόπος καταγραφήςΧρόνος καταγραφήςΣυλλογείςΛήμμαΚατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)Ευρετήριο πηγώνΚείμενα

Ο λογαριασμός μου

Σύνδεση
Επικοινωνήστε μαζί μας | Αποστολή σχολίων
Κέντρον Λαογραφίας E-Mail: keel@academyofathens.gr
Δημιουργία/Σχεδιασμός ELiDOC
Λογισμικό DSpace Copyright © 2015  Duraspace


Το Έργο «Εθνικό δίκτυο ψηφιακής τεκμηρίωσης της άυλης και υλικής πολιτιστικής κληρονομιάς» στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Ψηφιακή Σύγκλιση» του ΕΣΠΑ 2007-2013, συγχρηματοδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση και από εθνικούς πόρους.