Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Βαλαβάνης, Ι."
-
Μη κλαις ντ έπαθες, κλάψον ντο θια παθάνης
Βαλαβάνης, Ι. (1874) -
Μη κλαις τογ κακομάθετον, κλάψον τογ καλομάθετον
Βαλαβάνης, Ι. (1874)Μη τον κακών, αλλά των αγαθών εθάδα οίκτηρε (δυστυχούντα) -
Μίαν εξήβα 'ς σομ κλεψείον κ' εκείνο πάλ' έτον φεγγάρης
Βαλαβάνης, Ι. (1874) -
Μίαν εξήβα 'ς σομ κλεψείον και ατότε φέγγον έτον
Βαλαβάνης, Ι. (1874)Άπαξ εξήλθον προς κλοπήν και τότε σεληναίον ην φέγγη -
Μικρόν μωρό που κ' έχομε, τογ γέρον τάνα τάνα
Βαλαβάνης, Ι. (1874)Μικρόν ούκ έχοντες νήπιον τον γέροντα κρατούμεν χορεύειν -
Μοιραστής κομπωτής
Βαλαβάνης, Ι. (1877)Ερμηνεία: Ο διανέμων πάντοτε αφήνει εις εαυτόν του περισσότερον μερίδιον -
Μούδε 'ς σησ σιάμου μούδε 'ς σημ φάδην
Βαλαβάνης, Ι. (1874)Ούτε εις τον στήμονα ούτε εις των κρόκων χρησιμεύει -
Μουδέ πουλίν μουδέ κλαδίν
Βαλαβάνης, Ι. (1874)Ούτε πτηνόν (ακούεται πω κελαδούν) ούτε κλάδος (φαίνεται) -
Μυλάρια εγύριξαν 'ς σο κεφάλι μ
Βαλαβάνης, Ι. (1874)Ερμηνεία: Πολλά μοι παρέσχον πράγματα, πολλάς υπέστην βασάνοις -
Μυτίν και κώλον κάθονται
Βαλαβάνης, Ι. (1874)Δηλαδή κάθωνται έχοντες ο μεν την ρίνα προς τω πρωκτώ του δε -
Μυτίν και μυτίν κάθουνταν
Βαλαβάνης, Ι. (1874)Δηλαδή κάθωνται τας ρίνας εγγύς αλλήλων έχοντες. Ερμηνεία: Επί των κατ' ιδίαν ψιθυριζόντων τι προς αλλήλους -
(Ν) αϊλή οπού κ' εκράτεσεν βολόνιν με το ράμμαν
Βαλαβάνης, Ι. (1874)Παροιμία ταλανίζουσα τον μηδ' ελαχίστην γνώσιν της ραπτικής έχοντα -
Να μετρήσετε τα γένεια μου ναι
Βαλαβάνης, Ι. (1874)Φράσις παροιμιώδης σημαίνουσα μη σέβεσθαι προσηκούντως, περιφρονείν