Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Οικονόμου, Μάνθος Κ."
-
Αγάλι αγάλια γίνιτ' η αγ'ρίδα μέλ'
Οικονόμου, Μάνθος Κ. (1939)Δια της υπομονής και εν τω δέοντι χρόνω απολαμβάνομεν τον καρπόν των κόπων μας -
Αγάλι' αγάλια κόττα μ' κι γω σι μαγειρεύου...
Οικονόμου, Μάνθος Κ. (1939) -
Αγάπα με να σ' αγαπώ κι φίλα με να σε φιλώ
Οικονόμου, Μάνθος Κ. (1939) -
Αγάπαε η Μάρου του χουρό κ' ηύρι άντρα χουριφτή
Οικονόμου, Μάνθος Κ. (1939)Λέγεται περί εκείνων που ευρίσκουν ομοίους εαυτοίς -
Αγαπά ου Θιός τουγ κλέφτ', αγαπάει κι τουγ ν'κοκύρ'
Οικονόμου, Μάνθος Κ. (1939)Λέγεται όταν ο κλέφτης συλληφθή επ' αυτοφώρω -
Αγαπά τα παρδαλά
Οικονόμου, Μάνθος Κ. (1939)Ερμηνεία: Λέγεται περί εκείνων που επιδίδονται εις τας σαρκικάς απολαύσεις -
Αγρόν αγόρασι
Οικονόμου, Μάνθος Κ. (1939)Επί εκείνων που τον συμβουλεύουν άλλ αυτός δεν συμμορφώνεται -
Αέρα κουπανίξ
Οικονόμου, Μάνθος Κ. (1939)Επί εκείνων πού ούτε πράττουν τι ούτε λέγουν τίποτε, καί επί εκείνων που επιχειρούν πράγματα αδύνατα -
Αηδουνουλαλάει
Οικονόμου, Μάνθος Κ. (1939)Ομιλεί καθώς η αηδών. Λέγεται επί εκείνων που δεν γνωρίζουν εκείνο που λέγουν, επί των ανοήτων -
Αηλί π' κακουνταίσ'
Οικονόμου, Μάνθος Κ. (1939)Ερμηνεία: Επί συζύγου ιδίως που επήρε γυναίκα ιδιότροπον, φίλεριν, επιρρεπή εις τα πάθη -
Αθώος ειμι
Οικονόμου, Μάνθος Κ. (1939) -
Αθώους ειμί
Οικονόμου, Μάνθος Κ. (1939) -
Ακόμα δεν τουν είδαμι κι Γιάνν' τουν φουνάξαμι
Οικονόμου, Μάνθος Κ. (1939)Επί εκείνων που ασχολούνται εις έργον τι παρά τον καιρόν -
Ακόμα δί βήκ' απ' του τσέφλοιου τ'
Οικονόμου, Μάνθος Κ. (1939)Επί εκείνων που επιδίδονται είς έργα που είναι ανεπιτήδειοι εις αυτά. -
Ακόμα έχ' του ζουμί στά δόντια
Οικονόμου, Μάνθος Κ. (1939)Επί αγνωμόνων που λησμονούν γρήγορα την πρός αυτούς ευεργεσίαν -
Ακριβός κιλλάρ'ς είν' πάντα κιλλάρ'ς
Οικονόμου, Μάνθος Κ. (1939)Επί των οικονόμων, οι οποίοι ποτέ δεν στερούνται των αναγκαίων δια τας οικονομίας των -
Ακριβός στα πίτ'ρα κι φτ' νός στ' αλεύρ'
Οικονόμου, Μάνθος Κ. (1939)Επί εκείνων που φείδονται των μικρών και ασωτεύονται τα μεγάλα -
Αλλά ρύσαι ημάς
Οικονόμου, Μάνθος Κ. (1939)Εγεν' αυτό του πιδί αλλά ρύσ' ημάς (πολύ άτακτο, πολύ κακό) -
Αλληλούϊα
Οικονόμου, Μάνθος Κ. (1939)Ερμηνεία: Γεν' κι ντιπ αλληλούϊα 'π' του πουλύ του πιει (έγινεν αναίσθητος από το μεθύσι, διότι το αλληλούϊα αναφέρεται συχνά εις τας νεκρώσιμους ευχάς)