Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Αναγνωστόπουλος, Γ."
-
Πολυτεγνίτης και γερημοσπίτης
Αναγνωστόπουλος, Γ. (1924) -
Που γυρεύκει τα πολλά, χάννει και τα λλία
Αναγνωστόπουλος, Γ. (1924) -
Που λιμασμένον γάαρον καρτέρυννε ποτάϊν
Αναγνωστόπουλος, Γ. (1924)Από φιλαργύρους και απλήστους μη περιμένης κάνέν βοήθημα -
Που τάμμάθκια φως εν είδα και εν να δω απού τα βρύδκια;
Αναγνωστόπουλος, Γ. (1924)Όταν τις δεν είδεν ωφέλειαν και ανακούφισιν παρ΄ οικείων του και στενών συγγενών, δεν ημπορεί να ελπίζη τοιαύτην παρ΄απωτέρων συγγενών του ή ξένων -
Που τες σέλλες σάματα και που τα σάματα χαμαί
Αναγνωστόπουλος, Γ. (1924)Τα σάματα είναι εφίππια ήττον πολυτελή από τες σέλλες. Επί των βαθμιαίως και ούχι αποτόμως περιπτόντων εις ένδειαν και δυστυχίαν. -
Που την οκνιάν του λαλεί του σκύλλου ταή
Αναγνωστόπουλος, Γ. (1924)Ερμηνεία: Επί των οκνηρών και άγαν φυγοπόνων, των προτιμώντων να υποβάλλουν εαυτούς εις εξευτελιστικάς παρακλήσεις και ταπεινώσεις, αρκεί να μη εργάζωνται -
Που το στόμαν κοράκου είντα ν' ακούσης άλλο παρά κρα κρά;
Αναγνωστόπουλος, Γ. (1924)Που το στόμαν κοράκου είντα ν' ακούσης άλλο παρά (ή Σακελ) κρα - κρά; -
Ράφτης ακατάρραφτος, τσαγγάρις ανυπόλυτος
Αναγνωστόπουλος, Γ. (1924)Άλλων ιατρός, αυτός έλκεσι βρύων -
Σαν τογ Γούμενον του Δαμαλά
Αναγνωστόπουλος, Γ. (1924)Επί των μη εργαζομένων, αλλά διδόντων αυταρχικώς διαταγάς εις άλλους εργαζομένους και μοχθούντας -
Σήμερα δικόσ σοτυ και το πωρνόδ δικόμ μου
Αναγνωστόπουλος, Γ. (1924)Δυστήχημα, το οποίον συνέβη εις σε, πιθανόν μετ' ολίγον να συμβή και εις εμε -
Σήμμερον εj γυρίμ μου, άρκον εj γυρίσ σου εσεναν
Αναγνωστόπουλος, Γ. (1924)Λέγεται ιδία προς τους μη συντελούντας και συνεπικουρούντας προς τιμωρίαν του αδικήσαντος και ζημιώσαντος τινα -
Σκύλλον λούνεις, σκύλλον πλύννεις, πάλε σκυλλιές μυρίζει
Αναγνωστόπουλος, Γ. (1924)Ερμηνεία: Επί των αδιορθώτων -
Στου κωφού τημ πόρταν όσοθ θέλεις, βρόντα, χτύπα
Αναγνωστόπουλος, Γ. (1924) -
Συντυχαίνω. Απόν εσύντυχεν, επέθανεν
Αναγνωστόπουλος, Γ. (1924)Ο μη υποστηρίζων δια του λόγου το δίκαιον του ή όστις συκοφαντούμενος δεν αμύνει εαυτόν, ζημιούται σφόδρα. -
Τα έξοδα του γάμου μας, η νύφφη εν ταξίζει
Αναγνωστόπουλος, Γ. (1924)Ερμηνεία: Επί των επιχειρήσεων, ως τα κέρδη κατώτερα των δαπανών -
Τα καλά μαζεμένα παίρνει ο δκιάολος τα μισά, τα κακλα μαζεμένα και τον νοικοκύριμ μαζί
Αναγνωστόπουλος, Γ. (1924) -
Τα νερά 'ςτα νερά τρέχουν
Αναγνωστόπουλος, Γ. (1924)Εις τους πλουσίους συρρέουν αεί πλείονα χρήματα -
Τα πολλά 'ςτα πολλά τρέχουν
Αναγνωστόπουλος, Γ. (1924)Εις τους πλουσίους συρρέουν αεί πλείονα χρήματα